Διαβάζουμε- και γράφουμε- συνεχώς για το οικονομικό αδιέξοδό μας, για την επαπειλούμενη εθνική παύση πληρωμών, για φόρους και περικοπές. Δικαιολογημένα, βέβαια, κινδυνεύουμε όμως να μας βρει βαριά κατάθλιψη ακόμη και αν τελικώς μας προσπεράσει η πτώχευση. Χρειαζόμαστε ένα διάλειμμα αναψυχής. Μια ματιά στον ελληνικό αθλητικό χώρο- όχι στο ποδόσφαιρο, όπου παίζεται ένα άθλημα απλώς συγγενές προς αυτό που διακονούν οι μεγάλες ευρωπαϊκές ομάδες, αλλά στο μπάσκετ και δη στις αναμετρήσεις ΠΑΟ και Ολυμπιακού. Σε ποιον άλλο τομέα έχει ευτυχήσει η χώρα να διαθέτει δύο εταιρείες τόσο ανταγωνιστικές από άποψη ποιότητας «προϊόντος» σε ευρωπαϊκό επίπεδο;

Αλλη κατάθλιψη εκεί, δυστυχώς. Βλέπαμε με φίλους, αρκετά… σιτεμένους και αυτούς, τον αγώνα της Κυριακής, όπως και τον προ δεκαημέρου τελικό για το Κύπελλο και σκεφτόμασταν ότι κάποτε θα είχαμε ίσως πάει στο γήπεδο κι ας μην είμαστε οπαδοί μιας από τις δύο ομάδες (Πανιώνιοι γαρ οι περισσότεροι). Στο δε γήπεδο θα συναντούσαμε και άλλους σαν εμάς, αλλά και οπαδούς αμφοτέρων των αντιπάλων στο παρκέ. Θα υπερτερούσαν, φυσικά, οι γηπεδούχοι και ο χώρος των κερκίδων δεν θα ήταν ακριβώς διδασκαλείο καλών τρόπων, μπορεί να έπεφτε και καμιά ψιλή. Αλλά θα ήταν εκεί άνθρωποι και από τα δύο στρατόπεδα και άλλοι ουδέτεροι, προσερχόμενοι μόνο για να δουν μερικούς από τους καλύτερους παίκτες στην Ευρώπη.

Παρελθόντα αυτά. Από χρόνια πλέον, τα γήπεδα στους αγώνες των μεγάλων ή μονοπωλούνται από τους οπαδούς των γηπεδούχων ή, αν προβλέπεται εκπροσώπηση και των δύο «εμπολέμων», μένουν κατά το ήμισυ άδεια ώστε να μπορεί να διασφαλιστεί η διατήρηση της τάξης, ήτοι απλώς να εκτοξευτούν καθίσματα και φωτοβολίδες χωρίς αιματηρότερες εχθροπραξίες. Ή μονοφωνία ή νεκρή ζώνη φυλασσόμενη από «κυανόκρανους» με δακρυγόνα. Οτι πολλοί από τους αντιπάλους στο παρκέ είναι φίλοι, ότι αυτό το γήπεδο που μένει μισοάδειο έχει στοιχίσει χρήματα με στόχο να… γεμίζει ολίγον απασχολεί. Εχουμε αποδεχθεί το καθεστώς. Οπως και τις αναλύσεις των φάσεων καρέ-καρέ για τη διαιτησία, τις καταγγελίες από τις ομάδες ακόμη και μεσούντος του αγώνα, τις γελοίες δηλώσεις των παραγόντων, τους τίτλους ευτελούς φανατισμού των στρατευμένων αθλητικών εφημερίδων.

Τα έχουμε αποδεχθεί. Και στα όποια σχόλιά μας αναμασάμε τα τετριμμένα για «λίγους ανεγκέφαλους» ακόμη και όταν έχουμε μπροστά στα μάτια μας (στην οθόνη) τις μάζες των κάφρων. Αυτή την παράδοξη εικόνα, το κατάντημα, το θεωρούμε πλέον φυσιολογικό- ή πάντως αναπότρεπτο. Δεν γίνεται αλλιώς, λέμε, και η παρακμή συνεχίζεται και βαθαίνει, αφού κανείς «επίσημος» δεν αποπέμπεται, καμία ομάδα δεν υφίσταται συντριπτικές κυρώσεις, κανένα μέτρο ονομαστικού προσδιορισμού των θεατών και παρακολούθησής τους από κάμερες δεν εφαρμόζεται.

Ελασσον θέμα, θα πει κανείς. Μήπως όμως με ανάλογο τρόπο έχουμε αποδεχθεί το εξωφρενικό ως εύλογο και στα σοβαρά ζητήματα; Μήπως τα γήπεδά μας δείχνουν τη χώρα μας;