ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ σύστημα υγείας στενάζει από τα χρέη. Μάλιστα η μη καταγραφή του συνολικού ποσού των χρεών των νοσοκομείων στα εθνικά στατιστικά δεδομέ.να του ελλείμματος και του δημόσιου χρέους είναι ένα από τα στοιχεία που κατέστησαν τη χώρα μας παγκοσμίως αναξιόπιστη. Πώς φτάσαμε ως εδώ;

Δύο είναι οι κύριοι λόγοι: αφάνταστη σπατάλη και μηδαμινά έσοδα. Ας επικεντρωθούμε στο πρώτο: τη σπατάλη. Ο έλεγχος υπηρεσιών του υπουργείου Υγείας διαπίστωσε ότι το 2008 έγιναν πληρωμές εργαστηριακών εξετάσεων ή φαρμάκων από τα Ταμεία για ασθενείς που δεν γνώριζαν τον γιατρό που τα συνταγογράφησε! Η σχετική έκθεση αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι προκηρύχθηκαν φωτογραφικοί διαγωνισμοί ή έγιναν μεθοδευμένες, απευθείας αναθέσεις αγοράς πανάκριβων βιοτεχνολογικών υλικών.

Ολα τα υλικά (στεντς, βηματοδότες, τεχνητές κεφαλές κτλ.) στη χώρα μας είναι αγρίως υπερτιμολογημένα. Γιατί; Αφενός διότι τα Ταμεία αργούν να ξεπληρώσουν τα χρέη τους προς τις βιομηχανίες και αφετέρου γιατί οι γιατροί παίρνουν μίζες από τις βιομηχανίες. Οι μίζες κυμαίνονται από 15% ως 30% της αξίας του υλικού. Καταγγελίες για την παράνομη αυτή πρακτική έρχονται βροχηδόν από το εξωτερικό. Οι ελεγκτικοί μηχανισμοί της χώρας όμως δείχνουν μεγάλη αδράνεια. Ετσι τα αδικήματα κινδυνεύουν να παραγραφούν.

Σε ρεπορτάζ της «Ελευθεροτυπίας» (21.1.2010) αναφέρθηκε ότι η θεραπεία του ανευρύσματος της κοιλιακής αορτής με ενδαγγειακή πρόθεση στοιχίζει σε δημόσιο νοσοκομείο της χώρας μας 50.000-

60.000 ευρώ. Ξέρετε πόσο κοστίζει η ίδια επέμβαση σε πανεπιστημιακό νοσοκομείο της Γερμανίας; Περίπου το ένα τρίτο (18.000-20.000 ευρώ)! Περιττό να πω ότι η νοσηλεία εκεί γίνεται σε άψογες συνθήκες, σε μονόκλινο δωμάτιο! Για τον περιορισμό αυτής της σπατάλης θα έπρεπε η νέα κυβέρνηση άμεσα να εξομοιώσει τις τιμές των υλικών με τις φθηνότερες άλλων ευρωπαϊκών χωρών.

Στις 22.1.2010 το ΙΚΑ μείωσε περίπου στο μισό το κόστος των βιοτεχνολογικών υλικών των αγγειοπλαστικών επεμβάσεων. Αναρωτιέται κανείς: Γιατί μόνο αυτά; Τι θα γίνει με τα άλλα υπερτιμολογημένα βιοτεχνολογικά υλικά; Θα μιμηθούν την εγκύκλιο του ΙΚΑ και τα άλλα Ταμεία;

Στη διασπάθιση του δημόσιου χρήματος των Ταμείων συμβάλλει αποφασιστικά η συνταγογράφηση ακριβών φαρμάκων, πολλές φορές χωρίς ένδειξη για τη νόσο που χορηγούνται. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος η νέα κυβέρνηση ανακοίνωσε τη δημιουργία λίστας συνταγογραφούμενων φαρμάκων. Καθημερινά σχεδόν διαρρέουν πληροφορίες ότι θα ξαναεφαρμοστεί η λίστα. Να θυμίσω ότι η λίστα είναι κατάλογος όλων των αποδεδειγμένα αποτελεσματικών και ασφαλών φαρμακευτικών ουσιών. Η αυστηρή τήρησή της αποσκοπεί αφενός στην προστασία της δημόσιας υγείας και αφετέρου στην περιστολή της φαρμακευτικής σπατάλης. Η συντριπτική πλειονότητα των υγειονομικά προηγμένων χωρών έχει θεσπίσει τη λίστα. Να θυμίσω ότι η πρώτη προσπάθεια για τη θέσπιση της λίστας ξεκίνησε από το σημερινό κυβερνών κόμμα το 1996. Παρά τη σημαντική επιστημονική εργασία που έγινε, και τα πρώτα στάδια της εφαρμογής της, η λίστα τελικά δεν ευδοκίμησε. Βλέπετε, θίγονταν συμφέροντα μεγαλόσχημων της εγχώριας βιομηχανίας φαρμάκων, οι οποίοι αντέδρασαν έντονα, όπως άλλωστε αντιδρούν και σήμερα. Αν η κυβέρνηση εννοεί αυτά που λέει, δεν χρειάζεται να κάνει ανακοινώσεις αλλά να ξαναπιάσει το νήμα των μεταρρυθμίσεων εκεί που κόπηκε. Τα ποσά που θα εξοικονομηθούν θα είναι τεράστια. Η εφαρμογή της λίστας δεν είναι η μόνη θεραπεία για την περιστολή της φαρμακευτικής δαπάνης. Τα θεραπευτικά πρωτόκολλα, τόσο για περιπατητικούς όσο και για νοσηλευόμενους ασθενείς, είναι η άλλη αναγκαία συνθήκη για εξοικονόμηση μεγάλων χρηματικών ποσών. Τι είναι το θεραπευτικό πρωτόκολλο; Είναι η διαδοχική εφαρμογή θεραπειών ανάλογα με τη βαρύτητα της νόσου και την απόκριση του ασθενούς στη θεραπεία. Η εφαρμογή των θεραπευτικών πρωτοκόλλων δεν περιορίζει μόνο άσκοπες φαρμακευτικές δαπάνες αλλά αποτελεί σημαντικό εργαλείο συνεχιζόμενης εκπαίδευσης των γιατρών. Ολες οι υγειονομικά προηγμένες χώρες έχουν θεσπίσει θεραπευτικά πρωτόκολλα.

Με ελπίδα ακούσαμε από τα χείλη του Πρωθυπουργού και των αρμόδιων υπουργών τις εξαγγελίες για τον εξορθολογισμό των ιατρικών δαπανών. Η πορεία όμως των ενεργειών τους, παρά τις προθέσεις, θυμίζει τη λαϊκή ρήση «όποιος δεν θέλει να ζυμώσει όλη μέρα κοσκινίζει».

Ας μην είμαστε όμως αρνητικοί. Πιθανώς όλα να αρχίσουν να διορθώνονται τους επόμενους μήνες. Ας περιμένουμε!

Ο κ. Χαράλαμπος Μ. Μουτσόπουλος είναι καθηγητής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, διευθυντής του Τμήματος Παθοφυσιολογίας.