Τα μπλόκα των αγροτών, οι απεργιακές κινητοποιήσεις εφοριακών και τελωνειακών, αλλά και η αντίδραση των υπαλλήλων της Βουλής σε τυχόν περικοπή των αποδοχών τους δείχνουν ότι η γενική- στις δημοσκοπήσεις- παραδοχή μας για την ανάγκη θυσιών δεν επαναλαμβάνεται μόλις οι θυσίες εξειδικεύονται κατά κλάδο. Οι επί μέρους αντιδράσεις προδίδουν πως όλοι ελπίζουν ότι τα πρόσθετα βάρη θα αναληφθούν αποκλειστικά από τους υπόλοιπους και εξαντλούν το πολιτικό οπλοστάσιό τους για να πετύχουν αυτήν τη μετάθεση- είτε με απεργίες είτε με ευθεία παραβίαση του ποινικού νόμου, όπως ο αποκλεισμός των εθνικών οδών.

Ως δικαιολογία της άρνησης επιστρατεύονται άλλοτε εύλογα επιχειρήματα, άλλοτε μεγάλα λόγια περί πενίας των θιγομένων ή περί του υψηλού φρονήματός τους κατά την άσκηση του λειτουργήματος και την υπηρεσία προς τους θεσμούς. Ο πρόεδρος του συλλόγου υπαλλήλων της Βουλής είπε, λόγου χάριν, ότι οι αιτιάσεις για τους δύο επιπλέον μισθούς τους και τη μειωμένη φορολόγησή τους προέρχονται από «εξωθεσμικά κέντρα που επιχειρούν να πλήξουν την αξιοπιστία των θεσμών της δημοκρατίας» και ισχυρίστηκε ότι οι υπάλληλοι του Κοινοβουλίου είναι εκεί όλο το 24ωρο (διαψεύδοντας έτσι ορισμένους κακόβουλους συναδέλφους του, που- με τήρηση της ανωνυμίαςισχυρίζονται ότι 300 και πλέον εργαζόμενοι δεν «πατάνε» καν στη Βουλή). Οποια από τις δύο πλευρές και αν υπερβάλλει, κοινός τόπος είναι ότι κανείς δεν θέλει να επιβαρυνθεί. Οι εφοριακοί θέλουν το επίδομα, οι υπάλληλοι της Βουλής το νυν καθεστώς, οι αγρότες τις επιδοτήσεις ανεξάρτητα από το τι όντως παράγουν, ασφαλώς και οι δικαστές, αν τεθεί θέμα, θα υπερασπιστούν το «δικαίωμά» τους σε αυτοτελή μικρή φορολογία του εισοδήματός τους.

Επί της ουσίας, όλοι πιστεύουμε ότι πρέπει και μπορεί να «τη γλιτώσουμε», τη δε νοοτροπία αυτή την ενισχύουν οι απόψεις πως οι κερδοσκοπικές επιθέσεις στρέφονται κατά του ευρώ και επέλεξαν ως πρώτο στόχο την Ελλάδα «απλώς» επειδή είναι ο ασθενέστερος κρίκος, όπως και οι εκτιμήσεις ότι η ΕΕ πρέπει να κινηθεί πολιτικά για την προστασία της ευρωζώνης, άρα και για τη δική μας. Οι θέσεις αυτές είναι σωστές όπως διατυπώνονται, εμείς όμως τις «εισπράττουμε» όπως μας εξυπηρετεί, αποβλέποντας στον ευρωπαϊκό από μηχανής θεό που θα πληρώσει το μάρμαρο και αρνούμενοι να περιστείλουμε τις δαπάνες μας.

Δυστυχώς δεν είναι έτσι. Κανείς δεν θα βοηθήσει άνευ όρων- και πολύ καλά θα κάνει: ουδείς έχει υποχρέωση, ούτε διάθεση, να δανειοδοτεί φθηνά τη χώρα μας για να μοιράζει το κράτος εισοδήματα και να διατηρούμε αμείωτη την κατανάλωσή μας (διότι περί αυτού πρόκειται). Το πολύ που μπορούμε να περιμένουμε (και από την «κεντρική ιδέα» της αναμενόμενης σήμερα αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος από την Κομισιόν) είναι όροι λιγότερο ασφυκτικοί, αν δείξουμε ότι είμαστε διατεθειμένοι να πιεστούμε αρκετά από μόνοι μας. Και μέχρι στιγμής δεν δείχνουμε τέτοια διάθεση.