Το γεγονός ότι συζητείται το ερώτημα «ευρώ ή δραχμή» αποτελεί το μέτρο της μεγαλειώδους ανικανότητας, αποτυχίας και κατάρρευσης των νοητικών μας λειτουργιών. Εννοείται των δικών μας λειτουργιών- του περιούσιου και πανέξυπνου λαού που τα βάζει πάντα με φαντάσματα και σκελετούς, αλλά ποτέ με τα πραγματικά προβλήματα. Οταν συμβαίνει κάτι τέτοιο, τα spreads στα επιτόκια, το «σύνδρομο του Τιτανικού», και αναρίθμητα συλλογικά ή ατομικά φαινόμενα που ζούμε γύρω μας και εκφράζουν έναν εκφυλισμό αντιλήψεων ή αξιών είναι η αναπότρεπτη συνέπεια.

Μπορούμε να κατηγορούμε τους κερδοσκόπους ή όσους απεργάζονται σενάρια καταποντισμού της ευρωζώνης. Ωστόσο ποιος τους έδωσε την ευκαιρία αυτή εκτός από μας τους ίδιους, που μετατρέψαμε τον εαυτό μας σε αντικείμενο εκμετάλλευσης;

Η διεθνής συζήτηση για το ευρώ δεν είναι άδολη. Το τραγελαφικό είναι πόσο εύκολα διολισθαίνουν κάποιοι και από τους «εντός των τειχών» στην παγίδα αυτή. Είτε γιατί τυφλώνονται από έναν καταπιεσμένο επαναστατισμό, και για να παραφράσω τον Καββαδία «δεν σκέφτονται τίποτα άλλο, παρά πώς θα στρέψουν (το μαχαίρι) στον εαυτό τους». Είτε γιατί ξεχνούν ότι το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα είναι το κεντρικό εργαλείο απέναντι στον «ιμπεριαλισμό του δολαρίου», που μέχρι πριν από κάποια χρόνια ήταν το αντικείμενο πύρινων καταγγελιών. Είτε γιατί ξεχνούν ότι το μόνο πλεονέκτημα της «Ελλάδας της δραχμής» ήταν ότι οι κυβερνήσεις κάθε λίγα χρόνια μπορούσαν με άνεση να υποτιμούν αυτήν τη δραχμή και σε μια βραδιά να κάνουν τον κόσμο φτωχότερο κατά 15% ή 20%.

Το ενιαίο νόμισμα έχει τους δικούς του κανόνες επιτυχίας. Πιεστικούς, αλλά όχι πιο πιεστικούς από τη δραχμή. Ωστόσο προσφέρει στρατηγικά οικονομικά και κοινωνικά πλεονεκτήματα στον έλληνα αποταμιευτή, στο ελληνικό παραγωγικό σύστημα, στην απασχόληση, στην ανάπτυξη. Αρκεί να ξέρει κανείς τι έχει να κάνει. Χώρες που ήξεραν τι κάνουν, τα κατάφεραν εξαιρετικά με το εθνικό τους νόμισμα, και ακόμη πιο εξαιρετικά με το ευρώ. Χώρες με ανερμάτιστες πολιτικές βυθίζονταν στη δίνη της κερδοσκοπίας, των υποτιμήσεων και της στασιμότητας και με το εθνικό τους νόμισμα, ενώ ακόμη και όταν τα έχουν κάνει θάλασσα μέσα στην ευρωζώνη, όπως η Ελλάδα, μπορούν με μια σωστή, αλλά δύσκολη, προσπάθεια να διασωθούν.

Το πρόβλημά μας είναι ότι πλέοντας σε πελάγη αγνοίας, αντί να εκμεταλλευτούμε ευκαιρίες φαντασιωνόμαστε ουτοπικούς συνδυασμούς του καλύτερου κόσμου της δραχμής (χαλαρότητα κάθε πολιτικής) και του καλύτερου κόσμου του ευρώ (απουσία οποιασδήποτε κύρωσης των αυτοκαταστροφικών επιλογών μας). Γι΄ αυτό και κινδυνεύουμε να εισπράξουμε τον χειρότερο κόσμο των δύο συστημάτων: τον κόσμο που μας διαμήνυσαν ως «αργό θάνατο από οικονομική και κοινωνική ασφυξία».

Σε συνθήκες ενιαίου νομίσματος, κάθε χώρα οφείλει να πειθαρχήσει σε πέντε αρχές: να μην έχει συνεχώς συγκριτικά υψηλότερο πληθωρισμό και συνεχώς υψηλότερα δημοσιονομικά ελλείμματα, να μην υπονομεύει την ανταγωνιστικότητά της, να μη σκοτώνει τις επενδύσεις της και το μέλλον της για χάρη μιας αυξημένης κατανάλωσης σήμερα και να μην καταντάει να εξευτελίζεται στους δανειστές της.

Τίποτε από αυτά δεν κάναμε. Αντίθετα, το μόνο που κάναμε ήταν να υποθηκεύουμε τις επόμενες γενιές. Ε, λοιπόν, οι επόμενες γενιές είμαστε εμείς, και πρέπει να πληρώσουμε τον λογαριασμό που εμείς οι ίδιοι στείλαμε στον εαυτό μας. Δεν μας φταίει το ευρώ γι΄ αυτό. Σήμερα τα οικονομικά, όπως και το ερώτημα «ευρώ ή δραχμή», μονοπωλούν το ενδιαφέρον. Θα ήταν αισιόδοξο αν τα οικονομικά ήταν πράγματι το μόνο μεγάλο μας πρόβλημα. Ωστόσο δεν είναι. Το μεγάλο πρόβλημα που σήμερα ζούμε στην Ελλάδα μπορεί να παρομοιαστεί με την «απελευθέρωση του Προμηθέα». Ποιου Προμηθέα όμως; Οχι του Προμηθέα που επαναστάτησε απέναντι στον Δία και που για να σώσει το ανθρώπινο γένος τού έδωσε τη σπίθα και τη γνώση ώστε να σηκωθεί πάνω από το πεπρωμένο του, να δημιουργήσει γνώση, πολιτισμό, ανθρωπιά. Ζούμε την απελευθέρωση ενός άλλου Προμηθέα, που απελευθερώνει στον Ελληνα τις πιο εξοργιστικές, τις πιο αυτοκαταστροφικές ιδιότητες. Δεν θα μπω στη λογική να κάνω συγκεκριμένες αναφορές σε θέματα, γιατί καθημερινά τα βλέπουμε να πολλαπλασιάζονται. Και γιατί πιστεύω ότι αν κανείς, αντί να καταπίνει άκριτα ό,τι του προσφέρεται, κοπιάσει ελάχιστα, μπορεί να κρίνει και να διαμορφώσει τη δική του άποψη. Και η ικανότητα κρίσης είναι το κυριότερο χαρακτηριστικό του υπεύθυνου και ενεργού πολίτη.

Η ΕΕ στην έκθεσή της έχει βάλει το ερώτημα της κοινωνικής αποδοχής των αναγκαίων πολιτικών από τους Ελληνες. Είναι αυτή η γενική αμφιβολία απέναντι στην ικανότητά μας που μας φέρνει αντιμέτωπους με θάλασσες διεθνούς αμφισβήτησης και υπέρογκα επιτόκια. Ωστόσο πράγματι, τελικά, οι συνολικές επιλογές μας θα καθορίσουν το κόστος και τη διάρκεια της παραμονής μας στην κρίση. Θα καθορίσουν το τμήμα της εθνικής αποταμίευσης που θα αφαιρεθεί από αναπτυξιακές ή κοινωνικές πολιτικές για να οδηγηθεί σε αυτούς που ο Ανδρέας Παπανδρέου αποκάλεσε ραντιέρηδες και τους οποίους φαίνεται ότι θέλουμε να πλουτίζουμε για πολλές γενιές.

Ο κ. Τάσος Γιαννίτσης είναι καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, πρώην υπουργός.