Η ζωή στο δημόσιο Πανεπιστήμιο, εδώ και αρκετά χρόνια, δεν προσφέρει ιδιαίτερες ευκαιρίες για διασκέδαση. Η ατμόσφαιρα είναι συνήθως μουντή, βαριά σαν μέρα με καταχνιά και υγρασία. Ο τόνος που κυριαρχεί είναι αυτός της διαμαρτυρίας, με έντονες όλες τις αποχρώσεις της πικρίας. Σε ό,τι αφορά το διδακτικό και ερευνητικό προσωπικό, ανάμεσα στις αιτίες που προκαλούν τη δυσθυμία, δεν νομίζω ότι κάποιος θα αστοχούσε πολύ αν συνυπολόγιζε σε αυτές το ύψος των αποδοχών, την αγωνία για την επερχόμενη κρίση στην επόμενη βαθμίδα, καθώς και τη γενικότερη απαξίωση του Πανεπιστημίου εκ μέρους της πολιτείας. Φαίνεται ότι το Πανεπιστήμιο αποτελεί κάτι σαν βαρίδι για την πολιτική εξουσία, ένα είδος χρόνιας ασθένειας, στην οποία όμως πάντα μπορεί να υπολογίζει κάποιος, όταν του χρειαστεί να εκφωνήσει εμπνευσμένους λόγους για την Παιδεία, η οποία στη χώρα μας, ως γνωστόν, αποτελούσε, αποτελεί και θα αποτελεί τη γνωστή πρώτη προτεραιότητα για κάθε κυβέρνηση.

Η κατάσταση ωστόσο δεν είναι πάντοτε τόσο μαύρη. Υπάρχουν καθορισμένες περιστάσεις, ανά τριετία ή τετραετία, ανάλογα με τον νόμο που συμφέρει να ισχύει, που η πανεπιστημιακή ζωή ξαναβρίσκει τη ζωντάνια της και η πανεπιστημιακή κοινότητα τον απαραίτητο ρόλο για να τονώσει την αυτοπεποίθησή της. Πρόκειται για τις γνωστές αγωνιστικές εκδηλώσεις, με ζωηρό πολιτικό, κοινωνικό και εκπαιδευτικό χαρακτήρα, ένα είδος φεστιβάλ ή τουρνουά, το οποίο στην ακαδημαϊκή γλώσσα είναι γνωστό με τον τεχνικό όρο «Πρυτανικές εκλογές». Διαρκούν μία ή δύο μέρες, ανάλογα με τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου, αλλά στην περίπτωση δεύτερου γύρου, καθοριστικό ρόλο παίζει η ενδιάμεση νύχτα. Κατά τη διάρκειά της, άγρυπνοι οι δύο μονομάχοι και τα επιτελεία τους, συναγωνίζονται μεταξύ τους σε ευγενείς προσφορές προς τους υποψηφίους που αποκλείστηκαν. Δυστυχώς όμως, αυτό το μέρος του αγωνίσματος διεξάγεται, όπως ρητώς το επιβάλλει ο κανονισμός, χωρίς την παρουσία του κοινού, το οποίο χάνει μία ακόμη ευκαιρία να γλεντήσει με την καρδιά του. Ας είναι. Το υπόλοιπο θέαμα αξίζει τον κόπο.

Αν οι αγώνες διαρκούν λίγο, η προετοιμασία τους, αντίθετα, έχει μεγάλη διάρκεια, πράγμα που πιστοποιεί την αυταπάρνηση των επίδοξων νικητών για την ποιότητα του θεάματος, προς μεγάλη τέρψι των θεατών. Το πρώτο πράγμα που πρέπει να εξασφαλίσει ένας υποψήφιος πρύτανης είναι η υποστήριξη της Ιατρικής Σχολής, προϋπόθεση που έχει αποκτήσει διαστάσεις θρύλου. Ισως όχι τόσο και όχι πάντα για την ποιότητα των αγωνιστών που διαθέτει η Σχολή, όσο για το πλήθος των ψηφοφόρων με τους οποίους απειλεί: κάτι σαν νταλίκα που ανοίγει τον δρόμο. Η ειδικότητα του γιατρού ενδιαφέρει λίγο, παρόλο που οι ψυχίατροι συνήθως αδικούνται, προφανώς για συμβολικούς λόγους. Το δεύτερο προαπαιτούμενο είναι η υποστήριξη τουλάχιστον ενός από τα δύο μεγάλα κόμματα, γιατί χωρίς αυτό το ακαδημαϊκό κριτήριο η νίκη μοιάζει τουλάχιστον χλωμή. Πράγματι, οι κομματικές νεολαίες, τάγματα αγγέλων ταγμένα στην υπηρεσία του Δημόσιου πανεπιστημίου, που δεν γνωρίζουν καν τι σημαίνει συμφέρον και συναλλαγή, είναι τελικά οι αδέκαστοι κριτές του αποτελέσματος. Αυτό δεν σημαίνει καθόλου ότι η συμβολή των μικρών κομμάτων αγνοείται: σε περίπτωση δύσκολων αναμετρήσεων οι μικροί μπορεί να κάνουν τη διαφορά.

Ηπιο διασκεδαστική φάση του αγωνίσματος είναι, ίσως όχι μόνο κατά τη γνώμη μου, αυτή που προβλέπει την επίσκεψη των υποψηφίων στα Τμήματα, με σκοπό να εκθέσουν το πρόγραμμά τους. Οι λόγοι που εκφωνούνται έχουν τελετουργικό χαρακτήρα: πρόκειται για τη γνωστή μυσταγωγία των υποσχέσεων. Ο υποψήφιος πρύτανης δηλώνει, με δραματικό συνήθως ύφος (α) ότι το Πανεπιστήμιο βρίσκεται σε κρίση· (β) ότι πρέπει να απαλλαγεί από τους κομματικούς εναγκαλισμούς· (γ) ότι μοναδικό του κριτήριο θα είναι η αξιοκρατία· (δ) ότι κύριο μέλημά του θα είναι η αξιοπρέπεια των πανεπιστημιακών· (ε) ότι κινητήριος δύναμη των πράξεών του θα είναι η νομιμότητα (στο σημείο αυτό ο υποψήφιος κλίνει ευλαβικά την κεφαλή, ενώ ρίγη συγκινήσεως διατρέχουν το σώμα και το πνεύμα των παρόντων)· (στ) ότι θα μπει επιτέλους τάξη στην Επιτροπή Ερευνών (στο σημείο αυτό, κυρίως όταν ο υποψήφιος επισκέπτεται τα Τμήματα των Πολυτεχνικών και των Θετικών Σχολών είναιπολύ, μα πάρα πολύ διακριτικός). Το τελετουργικό επιβάλλει τα κλείσιμο του λόγου με την καθιερωμένη αναφορά στην Αυτοδιοίκηση του Πανεπιστημίου και τον ύμνο στο Δημόσιο χαρακτήρα του.

Ολα είναι έτοιμα για το διήμερο τουρνουά. Ο καθένας στη θέση του, άλλοι στα θεωρεία, άλλοι στην πλατεία, άλλοι στους διαδρόμους και άλλοι στους δρόμους, είμαστε όλοι έτοιμοι να απολαύσουμε τους θεαματικούς αγώνες. Μπορούμε όμως εκ των προτέρων να είμαστε σίγουροι ότι ο νικητής δεν θα εκπληρώσει τις υποσχέσεις του. Οχι επειδή είναι ασυνεπής, αλλά γιατί σκέφτεται ήδη τον διάδοχό του. Δεν μπορεί να τον αφήσει άνεργο: το επιβάλλει η ακαδημαϊκή δεοντολογία, ούτως ώστε οι επόμενοι υποψήφιοι να πάρουν αξιοπρεπώς μέρος στα μελλοντικά φεστιβάλ, σεβόμενοι την παράδοση.

Υπάρχει άραγε κάποιος ικανός να σπάσει τον φαύλο κύκλο; Οι ψευδαισθήσεις είναι αναγκαίες, τουλάχιστον για να συντηρηθούν οι αισθήσεις.

Ο κ. Γεράσιμος Βώκος είναι καθηγητής Φιλοσοφίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.