Τα τρακτέρ μπορεί να κινήθηκαν κάπως πρόωρα εφέτος, αλλά σε γενικό επίπεδο οι αγρότες παραμένουν αξιοθαύμαστα συνεπείς. Και πέρυσι τον Ιανουάριο κλειστοί ήταν οι δρόμοι, με τον τότε αρμόδιο υπουργό κ. Σ. Χατζηγάκη να παλεύει να συμβιβάσει τιςκυβερνητικές- παραινέσεις του περί ρεαλισμού με το παλαιότερο- αντιπολιτευτικό- θερμό «παρών» του στις κινητοποιήσεις για «όλα τα κιλά, όλα τα λεφτά». Ο αγροτικός «δυναμισμός» βασίζεται στην επίγνωση ότι ο αποκλεισμός των οδικών αξόνων παραλύει την οικονομία χωρίς, από την άλλη πλευρά, να υπάρχουν πολιτικά περιθώρια να αντιμετωπιστεί με αστυνομική βία. Καθώς, όποτε πρόκειται για το συμφέρον, οι σκέψεις περί κοινωνικής ευθύνης δεν είναι παρά σύντομο ανέκδοτο, η προσφυγή στη δοκιμασμένη συνταγή γίνεται συχνότερη: οι διαδηλωτές του άστεως κλείνουν τις λεωφόρους, οι αγρότες τις Εθνικές οδούς.

Η κατάχρηση της μεθόδου από πλευράς αγροτών μεταθέτει τη συζήτηση από το εύλογο των αιτημάτων στο εύλογο της τακτικής, στην «αναλογία σκοπού και μέσου» και στην ευκολία με την οποία οι γεωργοί την παραβιάζουν, παραβαίνοντας ταυτόχρονα και τον ποινικό νόμο.

Τόσο η συστηματική παρακώλυση συγκοινωνιών όσο και η μηδενική ευαισθησία για τις επιπτώσεις εις βάρος τρίτων μαρτυρούν, ασφαλώς, πολλά για την πολιτική και κοινωνική στάση μας. Η έμφαση, όμως, στα ζητήματα της αγωνιστικής μεθόδου κρύβει τον κίνδυνο να περιορίσει το ενδιαφέρον για το πρώτο σκέλος, για το τι ζητούν οι αγρότες, πόσο δίκαιες είναι οι αξιώσεις τους, τι λογής νοοτροπία έχει διαμορφώσει η επί χρόνια ικανοποίησή τους. Με άλλα λόγια, η έμφαση στην «αλαζονεία» των μπλόκων μπορεί να συσκοτίζει το ότι αναλόγως «αλαζονικά» είναι πολλά από τα αιτήματα.

Το αγροτικό ζήτημα είναι παλιό και τεράστιο, το δε συνολικό σύστημα των αγροτικών επιδοτήσεων (η Κοινή Αγροτική Πολιτική της ΕΟΚ) είχε στόχο να εξομαλύνει τη διαδικασία μείωσης του αγροτικού πληθυσμού, ώστε να αποφευχθούν οι βίαιες κοινωνικές μεταβολές που είχαν καταγραφεί στις ΗΠΑ- και στη Βρετανία. Η ΚΑΠ, παρ΄ ότι δεν πρότασσε τις μεσογειακές ιδιοτυπίες, παρέσχε στήριξη για την αλλαγή καλλιεργειών και για τη στροφή σε μη γεωργικά επαγγέλματα. Στον ελληνικό χώρο αυτό δεν έγινε. Μέγα μέρος των αγροτών επέμεινε σε λεγόμενες «τεμπελοκαλλιέργειες» ειδών ασύμφορων, αντιμετώπισε τις επιδοτήσεις ως δωρεές και, βοηθούσης της έκτασης της άδηλης οικονομίας, στράφηκε σε άλλες δραστηριότητες ανεπίσημα, διατηρώντας τύποις την ιδιότητα του αγρότη για την κάρπωση των σχετικών προνομίων.

Προέκυψαν έτσι μικροκοινωνίες ράθυμες και αδιάφορες, αρνητικές στις αλλαγές, μαθημένες στην επιδότηση χωρίς προσπάθεια- όπως στη συνταξιοδότηση χωρίς εισφορές. Φυσικά δεν είναι όλοι έτσι. Αυτή, όμως, η νοοτροπία δίνει τον τόνο στα μπλόκα. Και, με όλον τον σεβασμό προς το εξαιρετικό τσίπουρο στην παραγωγή (και κατανάλωση) του οποίου συμβάλλει, η νοοτροπία αυτή δεν μπορεί να συνεχιστεί. Οπως από χρόνια επισημαίνεται, τα «κιλά» δεν ζητούνται. Και λεφτά πια δεν υπάρχουν.