Η ελληνικότητα ή, αν θέλετε, η ελληνική ταυτότητα είναι πρωτίστως η ελληνική συνείδηση. Αυτό είναι το κρίσιμο κριτήριο, που βέβαια δεν αποδεικνύεται εύκολα. Κατά τεκμήριο γεννιέται κανείς με την ελληνικότητα, αν γεννηθεί από έλληνες γονείς, οπότε βέβαια θα μεγαλώσει μαζί τους και θα βιώσει τη δική τους ελληνικότητα. Μπορεί όμως η ελληνικότητα να αποκτηθεί ανεξάρτητα από καταγωγή. Η συνείδηση δεν είναι θέμα γονιδίων ούτε θέμα τρόπου ζωής, ο οποίος άλλωστε πρέπει να παραμένει στην ελεύθερη επιλογή του κάθε πολίτη.

Οταν ζει μόνιμα κανείς σ΄ αυτόν τον τόπο, μαθαίνει και μιλάει την ελληνική γλώσσα, όταν έχει εξοικειωθεί με το φυσικό και ανθρώπινο περιβάλλον της Ελλάδας και έχει ενταχθεί οικειοθελώς στην ελληνική κοινωνία, αναπτύσσεται και η ελληνική συνείδηση. Αν τα στοιχεία αυτά υπάρχουν και έχουν μια διάρκεια, δηλαδή αντέχουν στον χρόνο, η ελληνική Πολιτεία πρέπει να τα επικυρώνει, απονέμοντας την ελληνική ιθαγένεια σ΄ αυτούς που το επιθυμούν. Υπό τους ίδιους όρους αυτό πρέπει να πράξει η Πολιτεία με τους μετανάστες, ακόμη και της πρώτης γενιάς, εφόσον ζουν και εργάζονται νόμιμα στην Ελλάδα και θέλουν να γίνουν Ελληνες.

Αλλο είναι το θέμα του ελέγχου της παράνομης εισόδου ξένων στην Ελλάδα. Αυτή πρέπει, φυσικά, να αντιμετωπισθεί αποτελεσματικότερα, όχι όμως με την άρνηση παροχής δικαιωμάτων ισότιμου πολίτη σ΄ εκείνους που το δικαιούνται, ως αντικίνητρο κατά της παράνομης μετανάστευσης (όπως έχει λεχθεί). Αυτό θα υποβίβαζε τον μετανάστη σε αντικείμενο άσκησης πολιτικής.

Το περιβάλλον όπου ζούμε και η γλώσσα που μιλούμε είναι ισχυρότερα στοιχεία για τη διαμόρφωση εθνικών συνειδήσεων από την (μάλλον ανύπαρκτη) «καθαρότητα» του αίματος. Από γενιά σε γενιά, πολλές φορές και μέσα στην ίδια γενιά, οι συνθήκες και οι συνειδήσεις μπορεί να αλλάζουν. Στα χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης, δεν υπήρχε για τους Ελληνες άλλο κριτήριο για να ξεχωρίσουν από τους άλλους υπηκόους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας παρά η πίστη τους στον Χριστό και η ελληνική τους γλώσσα. Εύλογο τότε. Αυτό που σήμερα συνέχει και ενώνει όλους, αλλά όλους τους Ελληνες δεν μπορεί να είναι η πίστη τους στον Χριστό (αλλιώς θα καταργούσαμε τη θρησκευτική ελευθερία και τα ανθρώπινα δικαιώματα), αλλά η ελληνική τους συνείδηση και, ως προς τις κοινωνικές τους σχέσεις, η υπαγωγή τους στο ελληνικό Σύνταγμα και τους ελληνικούς νόμους.

Βρίσκεται έξω από την πραγματικότητα αυτός που αναζητεί την ελληνικότητα σε κάτι ξεχωριστό· ξεχωριστό όχι απλώς με την έννοια της υπαρκτής διαφορετικότητας, αλλά σαν κάτι το υπέρτερο. Η ελληνικότητά τους είναι ελληνοκεντρισμός. Διακατέχονται από την έμμονη ιδέα της ελληνικής υπεροχής, της αποστολής μας ως περιούσιου λαού, που δεν την έχουν άλλοι λαοί κτλ. Πρόκειται για μια στρεβλή αγάπη προς την πατρίδα, η οποία επιπλέον μας εκθέτει και διεθνώς και τελικά ζημιώνει τα εθνικά μας συμφέροντα.

Ο κ. Μιχάλης Σταθόπουλος είναι ομότιμος καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.