Καθώς οι κριτικοί της λογοτεχνίας δεν απολαύουν- στον τόπο μας κυρίως- των τιμών που προσφέρονται στους λογοτέχνες, είναι φυσικό να σπανίζουν οι κριτικές επέτειοι. Ετσι δεν θα είναι περίεργο αν περάσει απαρατήρητο το γεγονός ότι το 2010 συμπληρώνονται εκατό χρόνια από τη γέννηση του Ανδρέα Καραντώνη (1910-1982). Απ΄ όσο γνωρίζω, στον φετινό προγραμματισμό του ΕΚΕΒΙ δεν έχει περιληφθεί κάποια σχετική εκδήλωση, ούτε έχει αναγγελθεί κάποιο αφιέρωμα περιοδικού. Και όμως, θα άξιζε να τιμηθεί αυτός ο κορυφαίος λογοτεχνικός κριτικός, ο σπουδαιότερος της γενιάς του ΄30 και ένας από τους σημαντικότερους στην νεοελληνική κριτική διαχρονία.

Ο χαρακτηρισμός «λογοτεχνικός κριτικός» είναι, βέβαια, ανεπαρκής, αν σκεφτεί κανείς την πολυσχιδή και πληθωρική συγγραφική δραστηριότητα του Καραντώνη. Ο πολυγραφότερος μετά τον Παλαμά λογοτεχνικός κριτικός μας, είναι, με το συνολικό συγγραφικό του έργο, και ένας από τους πολυγραφότερους Ελληνες συγγραφείς, με κείμενα που εκτείνονται σε διάφορα λογοτεχνικά είδη: ποίηση (οκτώ συλλογές), πεζογραφία (ένα μυθοπλασιακό και τέσσερα ταξιδιωτικά βιβλία), θεατρικά έργα (τέσσερα βιβλία), μετάφραση (έντεκα βιβλία), ενώ τα είκοσι δύο κριτικά του βιβλία καλύπτουν όλη την κλίμακα της λογοτεχνικής κριτικής και το έργο ενός πλήθους συγγραφέων, Ελλήνων και ξένων, σε ένα ευρύτατο χρονικό άνυσμα (18ος αιώνας-1980), από την απλή βιβλιοκριτική και σημειωματογραφία ως την εκτεταμένη μελέτη και το δοκίμιο. Πρόκειται για ένα έργο αξιοθαύμαστο, όταν μάλιστα αναλογίζεται κανείς ότι ο Καραντώνης βιοποριζόταν ως υπάλληλος των Ελληνικών Σιδηροδρόμων (1927-1942) και της Ελληνικής Ραδιοφωνίας (1949-1974).

Το γεγονός ότι σήμερα, τριάντα χρόνια μετά τον θάνατό του, ο Καραντώνης αναφέρεται μόνο ως κριτικός, δεν σημαίνει ότι το υπόλοιπο έργο του είναι ασήμαντο. Οι στίχοι του είναι ισχυρότεροι από τους στίχους άλλων ποιητών της εποχής του που ανθολογούνται περισσότερο απ΄ ό,τι αυτός, και τα πεζογραφικά κείμενά του είναι γραμμένα με δεξιοτεχνία. Ηταν κυρίως η υψηλότερη ποιότητα των κριτικών του κειμένων εκείνο που προκάλεσε την υποτίμηση των άλλων του έργων, ήδη από την εποχή της κριτικής του κυριαρχίας. Η οποία άρχισε να υποχωρεί στα χρόνια της χούντας (ο Καραντώνης θα μπορούσε να χαρακτηριστεί οργανικός διανοούμενος της δεξιάς), για να εκλείψει με τον θάνατό του και με την εμφάνιση ενός νέου ζντανοφισμού υπό την αμφίεση (στην υπηρεσία) της πολιτικής ορθότητας.

Ο θαυμασμός για το κριτικό έργο του Καραντώνη γίνεται μεγαλύτερος από το γεγονός ότι τα πρώτα κριτικά του κείμενα, που γράφονται σε ασυνήθιστα νεαρή για λογοτεχνικό κριτικό ηλικία (18-22 ετών), όχι μόνο παρουσιάζουν απίστευτη γνώση και ωριμότητα αλλά και ανοίγουν νέους δρόμους για την κριτική μας. Αναφέρομαι στα βιβλία του Ο ποιητής Γιώργος Σεφέρης (1931) και Γύρω στον Παλαμά (1932· κείμενα των ετών 1929-1932), που υποβάλλουν τον χαρακτηρισμό παιδί-θαύμα της νεοελληνικής κριτικής (τα μόνα ανάλογης ωριμότητας νεανικά κριτικά κείμενα είναι του Νεοκλέους Καζάζη). Με το δεύτερο από αυτά τα βιβλία, που εμφανίστηκε σε μια στιγμή αμφισβήτησης της ποιητικής αξίας του Παλαμά, ο Καραντώνης έδινε την πρώτη του κατάθεση για μια «μελλοντική αποκατάσταση του Παλαμικού έργου», κατάθεση που θα αναπτυσσόταν, με τον καιρό, σε τρεις τόμους. Παρόμοια θα είναι η πορεία τού βιβλίου για τον Σεφέρη, το οποίο θα αυξάνεται σταδιακά με την εμφάνιση νέων συλλογών του ποιητή.

Παρότι τα κείμενα τα αναφερόμενα στη λεγόμενη παραδοσιακή λογοτεχνία αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος του κριτικού του έργου και η συμβολή του στον εκσυγχρονισμό της πεζογραφίας μας υπήρξε σημαντική, το κύρος του Καραντώνη απορρέει περισσότερο από το γεγονός ότι ήταν ο πρώτος κριτικός που πρόβαλε τις μοντερνιστικές κατευθύνσεις στην ποίησή μας και αγωνίστηκε για την επιβολή τους. Από τη θέση του διευθυντή του σπουδαίου περιοδικού Τα νέα γράμματα (1935-1940, 1944-1945) και με το βιβλίο του για τον Σεφέρη και τη μελέτη του «Η ποίηση του Οδυσσέα Ελύτη» (1940· την οποία περιέλαβε, μαζί με επόμενα κείμενά του για τον ποιητή, στο βιβλίο του Για τον Οδυσσέα Ελύτη, 1980), βοήθησε- τόσο, όσο με την ποίησή τους ο Σεφέρης και ο Ελύτης- ποιητές που εμφανίστηκαν στη δεκαετία του 1930 (ανάμεσα στους οποίους και τον Ρίτσο) να εξοικειωθούν με τους νέους εκφραστικούς τρόπους. Και ήταν κυρίως αυτός που με το βιβλίο του Εισαγωγή στη νεώτερη ποίηση (1958· αξεπέραστο μέχρι σήμερα, παρά τις ελλείψεις του: λείπουν από αυτό ο Παπατσώνης και ο Ρίτσος, τους οποίους ο Καραντώνης, ατυχώς, υποτίμησε), διαμόρφωσε τον κανόνα της μετά το 1930 ποίησής μας και ενθάρρυνε- όσο ίσως και οι ποιητές της γενιάς του ΄30- τους μετά τον Πόλεμο ποιητές να ακολουθήσουν τη νεοτερική τεχνοτροπία.

Ο Καραντώνης, όπως άλλωστε και κάθε συγγραφέας, έχει το δικαίωμα να κριθεί από τα καλύτερα έργα του. Λογοτέχνης με μεγάλη και εγρήγορη ευαισθησία, με έμφυτο κριτικό ρήμα και οξυδερκές χιούμορ, ανέπτυξε «μια κριτική συλλογιστική που δεν παύει να είναι συνυφασμένη με την ποιητική έμπνευση» (Αλέξης Ζήρας), έναν λεπτό και συγχρόνως στιβαρό κριτικό λόγο, προσωπικό αλλά όχι υποκειμενικό, που συνομιλεί ουσιαστικά, και εν πολλοίς γοητευτικά, με τα κρινόμενα έργα.

Ο κ. Νάσος Βαγενάς είναι καθηγητής της Θεωρίας και Κριτικής της Λογοτεχνίας στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.