«Η εικόνα είναι τα πάντα» – αυτή η φράση μπορεί να συνοψίζει μια ικανοποιητική ιδεολογία αν είσαι ο οίκος μόδας Gucci ή ένα μοντέλο πασαρέλας. Σίγουρα όμως δεν είναι κατάλληλη για μια εθνική στρατηγική. Ωστόσο ο «πουτινισμός», η κυρίαρχη ιδεολογία της Ρωσίας που διαμόρφωσε ο Βλαντίμιρ Πούτιν κατά τη διάρκεια των δέκα χρόνων της εξουσίας του, έχει να κάνει μόνο με την εικόνα: την εικόνα μιας ανασυγκροτημένης μεγάλης δύναμης που επανήλθε στο διεθνές προσκήνιο.

Το πρόβλημα είναι ότι, σε αντίθεση με το μοντέλο που λιμοκτονεί προκειμένου να μείνει αδύνατο, η εικόνα της Ρωσίας που προσπαθεί να προβάλει ο Πούτιν είναι εντελώς πλασματική. Η ρωσική οικονομία παραπαίει ενώ ο πανίσχυρος ρωσικός στρατός έπρεπε να αναπτυχθεί στο μέγιστο για να κατατροπώσει τη συγκριτικά μικροσκοπική Γεωργία το 2008. Φυσικά οι ηγέτες της Ρωσίας συνήθως προτιμούν τον μύθο από την πραγματικότητα. Στο κάτω κάτω, στην εποχή της Μεγάλης Αικατερίνης επινοήθηκε το «χωριό Ποτέμκιν», όταν η εξαθλίωση της ζωής των δουλοπαροίκων της Αικατερίνης κρυβόταν πίσω από εύθυμα βαμμένες προσόψεις σπιτιών όταν η αυτοκράτειρα περιόδευε στη χώρα. Ο κυρίαρχος μύθος της Ρωσίας

Ο ρώσος πρωθυπουργός Βλαντίμιρ Πούτιν σε μία από τις φωτογραφίες που ο μηχανισμός του κατά καιρούς διοχετεύει στα μέσα ενημέρωσης με σκοπό να ενισχύσει την εικόνα του ισχυρού ηγέτη

Στη σημερινή Ρωσία ο κυρίαρχος μύθος είναι ότι ο Πούτιν προήδρευσε μιας χώρας που εκσυγχρονίστηκε με γοργούς ρυθμούς. Εδώ η εύθυμη πρόσοψη είναι ο πρόεδρος-μινιατούρα της Ρωσίας, ο Ντμίτρι Μεντβέντεφ, του οποίου η δουλειά- ανάλογη με εκείνης της πρώτης κυρίας των Ηνωμένων Πολιτειών- συνίσταται στο να τηρεί τα προσχήματα. Η εικόνα που χρειάζεται τη μεγαλύτερη συντήρηση είναι εκείνη της σύγχρονης και πολιτισμένης Ρωσίας.

Οταν ανέλαβε προεδρικά καθήκοντα το 2008 ο Μεντβέντεφ διακήρυξε: «Πρέπει να επιτύχουμε πραγματικό σεβασμό στους νόμους και να ξεπεράσουμε τον νομικό νιχιλισμό που εμποδίζει τη σύγχρονη ανάπτυξη». Και σε ένα πολυσυζητημένο άρθρο του σε εφημερίδα έγραψε: «Θα πρέπει να σύρουμε στο μέλλον την πρωτόγονη, εξαρτώμενη από τις πρώτες ύλες οικονομία μας, την ενδημική διαφθορά και τη βαθιά ριζωμένη συνήθειά μας να βασιζόμαστε στο κράτος για να λύνει τα προβλήματά μας. Σήμερα για πρώτη φορά στην ιστορία μας μάς δίνεται η ευκαιρία να αποδείξουμε στους εαυτούς μας και στον κόσμο ότι η Ρωσία μπορεί να εξελιχθεί δημοκρατικά. Το πολιτικό μας σύστημα θα είναι εξαιρετικά ανοικτό, ευέλικτο» .

Και τον περασμένο Οκτώβριο έγραψε στο μπλογκ του για τα θύματα του Στάλιν: «Ακούμε φωνές να μας λένε ότι εκείνοι οι πολυάριθμοι θάνατοι δικαιολογούνται από κάποιους υπέρτατους στόχους του κράτους. Είμαι βέβαιος ότι η εξέλιξη μιας χώρας, η επιτυχία ή οι φιλοδοξίες δεν μπορούν να επι τευχθούν μέσω του ανθρώπινου πόνου και της απώλειας. Τίποτε δεν έχει μεγαλύτερη αξία από την ανθρώπινη ζωή και δεν υπάρχει δικαιολογία για την καταπίεση». Βέβαια, αν ο κ. Μεντβέντεφ εννοούσε αυτά που λέει, θα ήταν ηγέτης της αντιπολίτευσης στο ρωσικό κράτος που δημιούργησε ο Πούτιν. Αλλά από τη στιγμή που ο Πούτιν τοποθέτησε τον Μεντβέντεφ στο προεδρικό αξίωμα και μπορεί να τον απομακρύνει όποτε το θελήσει, ο πρόεδρος δεν εναντιώνεται στο καθεστώς Πούτιν. Αρα τι ακριβώς συμβαίνει εδώ;

Η πολιτική μεγαλοφυΐα του Πούτιν φαίνεται από το γεγονός ότι καταλαβαίνει πως για τους Ρώσους το να θεωρείσαι ισχυρός είναι πιο σημαντικό από το να είσαι πράγματι ισχυρός. Δεν χρειάζεται να εκσυγχρονίσει τη Ρωσία ώστε να είναι ισότιμη με τις μεγαλύτερες δυνάμεις του κόσμου- χρειάζεται μόνο να καυχάται αρκετά ώστε ο κόσμος να πιστέψει ότι η Ρωσία βρίσκεται και πάλι μεταξύ των πλέον ισχυρών κρατών. Οι προσπάθειες του Πούτιν να αποκαταστήσει τον εθνικό αυτοσεβασμό επικεντρώνονται στον εκφοβισμό της Ευρώπης να δεχθεί πειθήνια τη σφαίρα επιρροής της Ρωσίας στα πρώην σοβιετικά κράτη. Με τo να αυξάνει την τιμή του πετρελαίου και του φυσικού αερίου ή να διακόπτει την παροχή τους, να «δείχνει τα δόντια» του στη Γεωργία ή να στέλνει πολεμικά πλοία στην Κούβα και στη Βενεζουέλα για να κάνει επίδειξη της ρωσικής ισχύος στον κόσμο ο Πούτιν κατάφερε να πείσει πολύ κόσμο ότι η Ρωσία επέστρεψε. Επιπλέον το σχέδιο του Πούτιν να διαφυλάξει το «μεγάλο ρωσικό κράτος» από την αποσύνθεση της σοβιετικής εποχής σήμαινε τη φυλάκιση των «ανέντιμων» ολιγαρχών, τη δίωξη ενός «ανεύθυνου» Τύπου και την καθιέρωση και επικράτηση της προσωπικής του δικτατορίας επί του κράτους δικαίου.

Καθώς ο κόσμος έχει συνδέσει αυτά τα γνωρίσματα με τη σοβιετική εποχή, πολλοί πιστεύουν ότι επειδή επανεμφανίζονται στη σημερινή Ρωσία η ισχύς της πλησιάζει εκείνη της Σοβιετικής Ενωσης. Αυτό όμως είναι εντελώς λάθος. Οπως και επί σοβιετικής εποχής, η μάσκα του αυταρχισμού κρύβει την οικονομική και πολιτική ευθραυστότητα του συστήματος. Αντί να επενδύσει στη βιομηχανία της ενέργειας- τη βάση της οικονομίας- προκειμένου να αναστρέψει τη μείωση της παραγωγής, το Κρεμλίνο σπαταλά την ενέργειά του σε μια προεδρική επιτροπή που θα «εξουδετερώσει τις προσπάθειες παραποίησης της Ιστορίας σε βάρος των συμφερόντων της Ρωσίας» .

Η πρόσοψη και η πραγματικότητα
Αυτό σημαίνει ότι το κράτος θα αποφασίσει ποια ερμηνεία της Ιστορίας πρέπει να θεωρείται «ορθή» δημιουργώντας αναρίθμητες ευκαιρίες χειραγώγησης για να εξυπηρετηθούν τα σχέδια όσων βρίσκονται στην εξουσία. Επιπλέον, αντί να προσελκύσει το είδος των ξένων επενδυτών που μπορούν να εκσυγχρονίσουν την οικονομία, το καθεστώς συνεχίζει να εξαπολύει τον δικαστικό του πόλεμο κατά του Μιχαήλ Χοντορκόφσκι και του Πλάτον Λεμπέντεφ της Υukos Οil. Οι δυο τους καταδικάστηκαν για οικονομικά εγκλήματα το 2004 αλλά τον Αύγουστο ήρθαν αντιμέτωποι με έναν νέο γύρο κατηγοριών, όπως η φοροδιαφυγή και η υπεξαίρεση χρημάτων.

Δημοσιογράφοι, ακτιβιστές και δικηγόροι δολοφονούνται και κανείς στο Κρεμλίνο δεν δείχνει να ενδιαφέρεται επειδή δεν αποτελούν στοιχείο της νέας Ρωσίας που χτίζει ο Πούτιν. Ο αντιπρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Τζο Μπάιντεν συνόψισε την κατάσταση της Ρωσίας στις εξής φράσεις: «Η πραγματικότητα έχει ως εξής: οι Ρώσοι βρίσκονται εκεί που βρίσκονται, με μια πληθυσμιακή βάση που συρρικνώνεται, μια άστατη οικονομία και μια τραπεζική δομή που είναι απίθανο να αντέξει τα επόμενα 15 χρόνια. Ο κόσμος αλλάζει μπροστά τους και αυτοί παραμένουν σε κάτι στο παρελθόν που δεν γίνεται να διατηρηθεί». Οσο η «πρόσοψη» αντέχει, οι Ρώσοι θα συνεχίζουν να «γαντζώνονται» στην ψευδαίσθηση δύναμης του Πούτιν.

Η κυρία Νίνα Χρούστσεβα, συγγραφέας του βιβλίου «Ιmagining Νabokov: Russia Βetween Αrt and Ρolitics» (Ας φανταστούμε τον Ναμπόκοφ: Η Ρωσία ανάμεσα στην τέχνη και στην πολιτική), διδάσκει Διεθνείς Σχέσεις στο Πανεπιστήμιο Νew School και συνεργάζεται με το Ινστιτούτο Παγκόσμιας Πολιτικής στη Νέα Υόρκη.