Πριν από 30 χρόνια ο Ρόναλντ Ρίγκαν και η Μάργκαρετ Θάτσερ επέφεραν μια επανάσταση στη σκέψη και στην πολιτική τόσο στην οικονομία όσο και στις διεθνείς σχέσεις. Οι οικονομίες των Ηνωμένων Πολιτειών και της Βρετανίας σήμερα είναι ριζικά διαφορετικές εξαιτίας των όσων έκαναν εκείνοι. Η κατάρρευση του κομμουνισμού στην Ανατολική Ευρώπη και στην πρώην Σοβιετική Ενωση είναι επίσης αποτέλεσμα των πολιτικών τους. Φυσικά ο Ρίγκαν και η Θάτσερ έχουν πολλούς επικριτές, μερικοί εκ των οποίων πιστεύουν τώρα ότι η παγκόσμια οικονομία θα επιστρέψει στις «προ Ρίγκαν» και «προ Θάτσερ» πολιτικές. Αλλά οποιοσδήποτε γνωρίζει πώς ήταν η αμερικανική και η βρετανική οικονομία πριν από εκείνους και τις αλλαγές που εφάρμοσαν αναγνωρίζει ότι ο κόσμος δεν μπορεί να γυρίσει πίσω. Είχα τη τύχη να εργαστώ με τον πρόεδρο Ρίγκαν ως οικονομικός του σύμβουλος. Εξαιτίας της στενής σχέσης του με τη βρετανίδα πρωθυπουργό Μάργκαρετ Θάτσερ, συναντήθηκα αρκετές φορές μαζί της. Η σκέψη τους ήταν επαναστατική καθώς και η ικανότητά τους να εμπνέουν τους άλλους να δέχονται τις ριζικές αλλαγές.

Η πολιτική του Ρίγκαν

Ο Ρόναλντ Ρίγκαν και η Μάργκαρετ Θάτσερ σε φωτογραφία του 1991

Ο Ρίγκαν είχε τέσσερις βασικούς οικονομικούς στόχους όταν ανέλαβε καθήκοντα το 1981: να μειώσει τον πληθωρισμό, την υψηλή φορολογία, το μέγεθος της κυβέρνησης και τη ρύθμιση του ιδιωτικού τομέα. Ο πληθωρισμός μειώθηκε από 10% το 1981 σε λιγότερο από 4% το 1983 επειδή ο Ρίγκαν υποστήριξε τις σκληρές νομισματικές πολιτικές του προέδρου της Ομοσπονδιακής Τράπεζας Πολ Βόλκερ. Σήμερα ένας δείκτης πληθωρισμού κοντά στο μηδέν αποτελεί τον αποδεκτό στόχο της αμερικανικής οικονομικής πολιτικής. Η φορολογική πολιτική του Ρίγκαν μείωσε τον ανώτατο συντελεστή φόρου εισοδήματος από 70% το 1980 σε 28% το 1986. Αν και ο συντελεστής σκαρφάλωσε στο 40%, κανείς δεν προτείνει επιστροφή στα «προ Ρίγκαν» επίπεδα.

Παράλληλα οι μη αμυντικές προαιρετικές δαπάνες μειώθηκαν κατά ένα τρίτο- από 4,7% επί του ΑΕΠ το 1980 σε 3,1% το 1988. Το 2008 παρέμειναν στο 3,4%. Τέλος, βελτιώθηκε το ρυθμιστικό πλαίσιο για ένα ευρύ φάσμα βιομηχανιών, συμπεριλαμβανομένων των αερομεταφορών και του χρηματοοικονομικού τομέα. Αν και η οικονομική κρίση οδήγησε σε εφαρμογή ορισμένων περιορισμών στις τράπεζες, δεν πρόκειται να επιστρέψουμε στους αυστηρούς ρυθμιστικούς περιορισμούς στις δραστηριότητες των τραπεζών.

Ο Ρίγκαν χαρακτήρισε τη Σοβιετική Ενωση «αυτοκρατορία του Κακού» και αύξησε τις αμυντικές δαπάνες προκειμένου να προκαλέσει τη σοβιετική επιθετικότητα και να οδηγήσει στα όρια τις δυνατότητες της κομμουνιστικής χώρας. Η κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης και του κομμουνισμού ήταν εν μέρει αποτέλεσμα της «δραματικής» απάντησης στις αμερικανικές πολιτικές και της αδυναμίας της σοβιετικής οικονομίας να ακολουθήσει τη Δύση.

Οταν η Μάργκαρετ Θάτσερ έγινε πρωθυπουργός το 1979, ήρθε αντιμέτωπη με μια οικονομία με περισσότερα δομικά προβλήματα από εκείνα της αμερικανικής. Η Βρετανία ήταν μια περισσότερο κοινωνικοποιημένη οικονομία, με εκτεταμένη κρατική ιδιοκτησία και ισχυρά εργατικά συνδικάτα. Η Θάτσερ ιδιωτικοποίησε τις μεγάλες κρατικές βιομηχανίες. Κανείς δεν προτείνει σήμερα την επανεθνικοποίηση των βιομηχανιών, ενώ τα συνδικάτα έχασαν τη δύναμή τους έπειτα από παρατεταμένες και επώδυνες εθνικές απεργίες. Ο ανώτατος συντελεστής φόρου εισοδήματος μειώθηκε στο μισό, από 80% στην αρχή της θητείας της σε 40%. Σήμερα ο ίδιος συντελεστής κυμαίνεται στο 50% αλλά κανείς δεν προτείνει επιστροφή στην «προ Θάτσερ» φορολογία.

Εχοντας να αντιμετωπίσει έναν υψηλό πληθωρισμό, η Θάτσερ ακολούθησε μια μονεταριστική προσέγγιση υψηλών επιτοκίων, κάτι που οδήγησε σε άμεση μείωση του πληθωρισμού. Σήμερα ο πληθωριστικός στόχος της Βρετανίας κυμαίνεται στο 2%. Η Θάτσερ υποστήριξε την είσοδο της Βρετανίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση για να επωφεληθεί η χώρα από το ελεύθερο εμπόριο, ωστόσο αρνήθηκε να υιοθετήσει το ενιαίο νόμισμα. Η Εργατική κυβέρνηση ακολούθησε την ίδια πολιτική και έμεινε εκτός της ευρωζώνης, κάτι που θα κάνουν και οι Συντηρητικοί, οι οποίοι, όπως όλα δείχνουν, θα επιστρέψουν στην εξουσία την άνοιξη του 2010 με τον Ντέιβιντ Κάμερον.

Δεν υπάρχει οδός «αντεπανάστασης»
Η οικονομική απορρύθμιση κατέστησε το Λονδίνο ένα παγκόσμιο οικονομικό κέντρο. Κάποιες από τις ρυθμιστικές αλλαγές μπορεί να αναστραφούν, η Βρετανία όμως δεν πρόκειται να θέσει σε κίνδυνο ένα σημαντικό συστατικό της οικονομίας της επιστρέφοντας στους οικονομικούς κανόνες που ίσχυαν πριν από τη Θάτσερ. Πράγματι δεν υπάρχουν προοπτικές για μια «αντεπανάσταση» στη Βρετανία. Τόσο ο Τόνι Μπλερ όσο και ο Γκόρντον Μπράουν ακολούθησαν πολιτικές υπέρ της οικονομίας της αγοράς των Νέων Εργατικών. Οι πολιτικές εξελίσσονται καθώς αλλάζουν οι συνθήκες και μαθαίνουμε από τις εμπειρίες μας. Αλλά οι δραματικές αλλαγές στις Ηνωμένες Πολιτείες και στη Βρετανία υπό τον Ρόναλντ Ρίγκαν και τη Μάργκαρετ Θάτσερ οδήγησαν σε τόσο σημαντικές βελτιώσεις που δεν υπάρχει δρόμος γυρισμού.

Ο κ. Μάρτιν Φέλντστιν είναι καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ και έχει διατελέσει πρόεδρος της Επιτροπής Οικονομικών Συμβούλων του Ρόναλντ Ρίγκαν και πρόεδρος της Εθνικής Υπηρεσίας Οικονομικών Ερευνών.