Η διεθνής οικονομική κρίση ξεκίνησε στις ΗΠΑ και συνάντησε με καθυστέρηση ενός έτους την κρίση η οποία προϋπήρχε στην Ελλάδα. Ετσι έπληξε και χειροτέρευσε την κρίση στον πραγματικό τομέα της ελληνικής οικονομίας, με χρονική υστέρηση ενός έτους. Ενώ λοιπόν οι οικονομίες της ΟΝΕ δείχνουν σημάδια ανάκαμψης, στην Ελλάδα η κρίση το 2010 και ίσως και μέρος του 2011 θα γίνεται εντονότερη. Η διαφαινόμενη εκτόνωση της κρίσης σε διεθνές επίπεδο δεν εγγυάται το τέλος της και σε εθνικό επίπεδο. Η νέα κυβέρνηση συνεχίζει και αυτή την αδιέξοδη οικονομική πολιτική της ΝΔ με μέτρα φοροεισπρακτικού χαρακτήρα τα οποία εντείνουν την ύφεση και αυτοαναιρούν τον στόχο αύξησης των εσόδων του Δημοσίου. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο το 2010 θα είναι έτος πολύ κρίσιμο για την ελληνική οικονομία και αγορά, με περαιτέρω μείωση της ιδιωτικής κατανάλωσης και λόγω της κρίσης αλλά και λόγω της αναγγελθείσης φορολογικής επιδρομής, η οποία δυστυχώς δεν συνοδεύεται από αντισταθμιστικά αναπτυξιακά μέτρα. Προβλέπεται έτσι σημαντική αύξηση της ανεργίας, ιδίως αν σταματήσουν όλες οι προσλήψεις στο Δημόσιο όπως και πρέπει να γίνει, και σημαντική αύξηση του αριθμού των πτωχεύσεων μικρών, μεσαίων και μεγάλων επιχειρήσεων. Η αύξηση των εσόδων απαιτεί τη λήψη άμεσων μέτρων αύξησης των δημοσίων και ιδιωτικών επενδύσεων με μηδενικό ή χαμηλό δημοσιονομικό κόστος. Αυτό μπορεί να γίνει και με χρησιμοποίηση των κεφαλαίων του ΕΣΠΑ (χωρίς κρατική συμμετοχή στο πρώτο στάδιο) και με την ενίσχυση των αυτοχρηματοδοτουμένων έργων αλλά και μέσω έργων ΣΔΙΤ με χαμηλή κρατική συμμέτοχη στο κεφάλαιο. Η «αναθέρμανση» της οικονομίας την οποία υποσχέθηκε προεκλογικά το ΠαΣοΚ πρέπει άμεσα να γίνει έργο, μέσω ενός πλέγματος δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων, έτσι ώστε η αύξηση της αγοραστικής δύναμης από τις νέες επενδύσεις να τονώσει την ιδιωτική κατανάλωση.

Η Ελλάδα καλώς η κακώς έχει ένα ισχυρό, «υπερτιμημένο» θα έλεγα νόμισμα. Τα οφέλη του κοινού νομίσματος σε όρους αξιοπιστίας έχουν εξανεμιστεί αφού οι όροι δανεισμού για τη χρηματοδότηση του δημόσιου χρέους έχουν απογειωθεί. Τα μειονεκτήματα όμως παραμένουν αφού η υπερτίμηση του νομίσματος, που αποφασίζεται στις Βρυξέλλες, καταδικάζει τον τουρισμό και την αγροτική μας παραγωγή και εν μέρει την κατασκευή αφού κάνει ακριβή υπόθεση την αγορά τουριστικής κατοικίας από ξένους στην Ελλάδα.

Η απώλεια εσόδων από τους παραδοσιακούς αυτούς κλάδους σε συνδυασμό με τη μείωση της δραστηριότητας στη Ναυτιλία και τη μείωση εισροής ναυτιλιακού συναλλάγματος, θα καταστήσει την πορεία της αγοράς το 2010 και ίσως και το 2011 δύσκολη. Είναι πιθανότατο να δούμε μείωση του ΑΕΠ κοντά στο 4% αντί 0,5% λόγω δραματικής μείωσης της ιδιωτικής κατανάλωσης. Σε αυτή την περίπτωση τα δημόσια έσοδα θα μειωθούν και θα ξεκινήσει ένας νέος φαύλος κύκλος φοροεπιδρομών, μείωσης εσόδων και νέων φόρων.

Τελικά μόνον αν πραγματοποιηθούν νέες επενδύσεις σε συνδυασμό με την ανάκαμψη των ξένων οικονομιών και την πιθανή διόρθωση της ισοτιμίας του ευρώ σε χαμηλότερα επίπεδα, θα οδηγηθούμε στην αύξηση της δραστηριότητας στους παραδοσιακούς κλάδους της οικονομίας τους οποίους ανέφερα, στην αύξηση της αγοραστικής δύναμης και της ιδιωτικής κατανάλωσης και στην ομαλοποίηση της αγοράς.

Ο κ. Θ. Βάρδας είναι πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Λιανικής Πώλησης Ελλάδος.