«Αμαρτίαι γονέων…»- με… καλή ή κακή έννοια. Οι εκλογές της Κυριακής για την προεδρία της Νέας Δημοκρατίας πιστοποίησαν, από μία πλευρά, το βάρος της οικογένειας στην ελληνική πολιτική ζωή. Και αν στις περιπτώσεις των Γιώργου Παπανδρέου και Κώστα Καραμανλή το όνομα είχε αποτελέσει αποφασιστική παράμετρο ανάδειξης (στην περίπτωση του κ. Παπανδρέου και επιβεβαίωσής του στην αρχηγία το 2007), στην περίπτωση της Ντόρας Μπακογιάννη είναι διάχυτη η αίσθηση ότι το πατρικό επώνυμο, «το γένος», επέδρασε αρνητικά στους νεοδημοκράτες- τόσο ώστε, παρά την πολυετή διακριτή πολιτική της παρουσία και στάση, να μην της δοθεί πλήρως το προνόμιο της «αυτοτελούς» αποτίμησης αυτού που είναι η ίδια, αποκομμένου από τα πεπραγμένα του πατέρα της.

Δεν θέλω καθόλου να πω ότι ο Αντώνης Σαμαράς δεν εξελέγη κατ΄ αξίαν και με συνειδητή ψήφο της βάσης. Οπως άλλωστε υπενθυμίστηκε, στο κάπως απώτερο (αλλά όχι τόσο μακρινό) παρελθόν εκείνος ήταν η προφανής επιλογή για την αρχηγία και, αν βρισκόταν «εκεί» το 1997, δεν θα είχε ίσως μεσολαβήσει η ηγεσία Καραμανλή. Ακούσαμε, ωστόσο, τόσους φίλους της ΝΔ να αιτιολογούν την ψήφο τους με «αντιμητσοτακική» επιχειρηματολογία, ώστε δεν αποφεύγεται εύκολα η σκέψη ότι η οικογενειακή προέλευση λειτούργησε εν προκειμένω ως ανασταλτική δύναμη.

Από υποστηρικτή της Ντόρας ελέχθη ότι «είναι περισσότερο Μπακογιάννη παρά Μητσοτάκη» και το σχόλιο ήταν πιθανώς βάσιμο- ίσως μάλιστα να επιβεβαιωθεί στο μέλλον. Την κρίσιμη ώρα, όμως, δεν «πέρασε».

O κ. Κ. Μητσοτάκης υπήρξε πολιτικός αυτόφωτος και εξαιρετικά πείσμων στην προάσπιση των επιλογών του για να κλονίζεται αναδρομικά από τέτοιες αρνητικές εξελίξεις.

Η λαϊκή ψήφος, όμως, δείχνει ότι η πολιτεία του άφησε έντονη αρνητική αύρα τόσο σε εθνικό όσο και σε κομματικό επίπεδο.

Η πρωθυπουργική του θητεία είχε επαναφέρει το 1993 τον Ανδρέα Παπανδρέου, ασθενή και καταπονημένο, σχεδόν στα ποσοστά του 1981- σε 46,88% και 3,23 εκατ. ψήφους (220.000 παραπάνω απ΄ όσες έλαβε ο Γιώργος τον Οκτώβριο). Και, για να είμαστε ειλικρινείς, είναι ελάχιστα πειστική η υπόθεση ότι, αν οι εκλογές εκείνες είχαν γίνει με την κανονική λήξη της κοινοβουλευτικής θητείας την άνοιξη του 1994, το αποτέλεσμα θα ήταν δήθεν διαφορετικό.

Η αρνητική αποτίμηση εκδηλώθηκε τώρα και στο ενδοκομματικό πεδίο. Ο χρόνος, βέβαια, απαλύνει τα πάθη και μεταβάλλει τα διλήμματα, η νεοδημοκρατική ψήφος της Κυριακής δεν παύει όμως να είναι και μια έμπρακτη εκδήλωση κατανόησης των λόγων που εξώθησαν τον Αντώνη Σαμαρά σε αποχώρηση πριν από 16 χρόνια.

Οσο για την Ντόρα, μένει η αίσθηση ότι μπορεί τα πράγματα να είχαν πάει καλύτερα αν ήταν ακριβώς η ίδια, αλλά μόνο Μπακογιάννη. Ισως και αν είχε φοιτήσει στο… Κολλέγιο Αθηνών- αλλά εκείνα τα χρόνια θα έπρεπε να ήταν αγόρι: δυο μέτρα γυναίκα είναι ασφαλώς προτιμότερο.