Ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας Γκόρντον Μπάιναϊ μαζί με τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Ενωσης Χέρμαν βαν Ρομπάι (δεξιά)

Ο μελλοντικός πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ) πρέπει να έχει το είδος των ικανοτήτων που απαιτούνται για να πείσει τα κράτη-μέλη – κυρίως τον γαλλογερμανικό άξονα- να λάβουν μια σειρά αποφάσεις που θα κάνουν την Ενωση πολιτικά πιο ενοποιημένη στο εσωτερικό της και πιο ισχυρή στον παγκόσμιο χώρο.

Η εξωτερική διάσταση
Το πιο σοβαρό λάθος της ΕΕ την τελευταία δεκαετία ήταν η ένταξη των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης προτού επιτευχθεί η πολιτική εμβάθυνσή της. Αυτό οδήγησε σε μια κατάσταση όπου η ΕΕ έγινε μεν η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου αλλά δεν απέκτησε τους κατάλληλους μηχανισμούς για τη ρύθμιση των αγορών κατά τρόπο οικονομικά αποτελεσματικό, κοινωνικά δίκαιο και οικολογικά ισορροπημένο. Το λάθος αυτό εντάθηκε όταν η πρόχειρα, επιπόλαια σχεδιασμένη προσπάθεια δημιουργίας ενός ευρωπαϊκού συντάγματος ναυάγησε.

Οι δύο αυτές απανωτές αποτυχίες δημιούργησαν μια άκρως «πλαδαρή» Ευρώπη, μια μεγάλη αγορά ανίκανη να αυτορρυθμιστεί και να έχει βαρύνοντα λόγο στην παγκόσμια γεωπολιτική αρένα. Η Συνθήκη της Λισαβόνας, με τη δημιουργία των θέσεων του προέδρου και του υπουργού Εξωτερικών της Ενωσης, είναι μια διορθωτική κίνηση προς τη σωστή κατεύθυνση. Ανταποκρίνεται, έστω και σε μικρό βαθμό, στην ανάγκη η ΕΕ να έχει όχι μόνο κοινωνικοοικονομικό αλλά και γεωπολιτικό λόγο παγκοσμίως.

Η θέση του προέδρου απαιτεί μια προσωπικότητα αντίθετη με αυτήν του Μπαρόζο. Μια προσωπικότητα που δεν θα προσπαθεί κατά δημοσιοϋπαλληλικό τρόπο να γίνεται αρεστός σε αυτούς που τον διόρισαν. Μια προσωπικότητα που θα αντιπροσωπεύει με δυναμισμό και φαντασία την ΕΕ στα παγκόσμια φόρα. Μια προσωπικότητα που δεν θα αφήσει τις ΗΠΑ και την Κίνα να καθορίζουν μεταξύ τους τις τύχες του κόσμου. Μια προσωπικότητα που θα κάνει κάθε προσπάθεια για να μετατρέψει το αναδυόμενο G2 σε G3 σχήμα. Μια προσωπικότητα, τέλος, που θα απαιτήσει οι αξίες της δημοκρατίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης να είναι στη βάση της δημιουργίας νέων παγκόσμιων θεσμών. Βέβαια οι ευρωσκεπτικιστές, υπό την καθοδήγηση της Μ. Βρετανίας, θέλουν ένα πρόεδρο που, όπως η βρετανική μοναρχία, θα έχει έναν τελετουργικό, διακοσμητικό ρόλο. Κατ΄ αυτούς η πολιτική ενοποίηση δεν είναι αναγκαία αφού η φιλία των ΗΠΑ με τα ευρωπαϊκά κράτη εξασφαλίζει πλήρως τα συμφέροντα των τελευταίων. Αυτή η θέση είναι λανθασμένη. Αν όχι για άλλον λόγο, γιατί ούτε τα οικονομικά ούτε τα γεωπολιτικά συμφέροντα της ηγεμονικής δύναμης συμπίπτουν με αυτά των Ευρωπαίων. Αρα η επιλογή ενός ευρωατλαντιστή προέδρου θα είναι το τρίτο στρατηγικό λάθος που θα θάψει μια για πάντα το όραμα μιας πολιτικά ισχυρής Ευρώπης, ικανής να επηρεάσει το παγκόσμιο γίγνεσθαι.

Η εσωτερική διάσταση
Σε ό,τι αφορά τα εσωτερικά ζητήματα της ΕΕ η σημερινή οικονομική κρίση δείχνει ότι η απόλυτη έμφαση στη δημοσιονομική σταθερότητα αποτελεί εμπόδιο στην προσπάθεια υπέρβασης της κρίσης (και γι΄ αυτό χώρες σαν τη Γαλλία την αγνόησαν). Οταν η οικονομία παγώνει, χρειάζεται αναθέρμανση και όχι παραπέρα πάγωμα. Αν αυτό ισχύει, η ΕΕ χρειάζεται έναν πρόεδρο που θα βοηθήσει στη διαμόρφωση πιο ευέλικτων θεσμών σε θέματα οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής. Θεσμών που θα δίνουν λιγότερη δύναμη στους τραπεζίτες και περισσότερη στους δημοκρατικά εκλεγμένους αντιπροσώπους των ευρωπαίων πολιτών.

Η Συνθήκη του Μάαστριχτ που έβαλε τα θεμέλια της κυριαρχίας της δημοσιονομικής πειθαρχίας βασίστηκε στην ιδέα ότι οι σοβαρές οικονομικές κρίσεις, όπως αυτή που ζούμε σήμερα, είναι πρόβλημα του παρελθόντος. Πρόβλημα που έχει ξεπεραστεί μια για πάντα. Σήμερα βλέπουμε ότι αυτή η αισιόδοξη ιδέα είναι λανθασμένη. Η δημοσιονομική πειθαρχία δεν είναι το μαγικό ραβδί που λύνει όλα τα οικονομικά προβλήματα- ανεξαρτήτως χρόνου και τόπου. Αρα ένας από τους βασικούς στόχους του νέου προέδρου θα πρέπει να είναι η εξεύρεση τρόπων που θα δίνουν μεγαλύτερη ευελιξία ερμηνείας της Συνθήκης του Μάαστριχτ- για να μη γίνονται οι διατάξεις της εμπόδιο στην αποτελεσματική αντιμετώπιση οικονομικών κρίσεων.

Σε ένα πιο φαντασιακό επίπεδο τώρα ο πρόεδρος πρέπει να είναι χαρισματικός. Γιατί μια «γκρίζα» προσωπικότητα θα τον καταστούσε ακόμη έναν γραφειοκράτη των Βρυξελλών- άγνωστο στην πλειονότητα των ευρωπαίων πολιτών. Με άλλα λόγια, ο ευρωπαίος πρόεδρος πρέπει να γίνει ένα σύμβολο ενότητας και ισχύος, τηρουμένων των αναλογιών ένας Ευρωπαίος Ομπάμα, πανευρωπαϊκά αναγνωρίσιμος και δημοφιλής.

Περνώντας, τέλος, από το επιθυμητό στο εφικτό, το ερώτημα που τίθεται είναι αν μια τέτοια προσωπικότητα μπορεί να βρεθεί. Η απάντηση είναι αρνητική. Οι μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις δεν επιθυμούν αυτή τη στιγμή έναν ισχυρό, σχετικά αυτόνομο πρόεδρο. Επιθυμούν μια προσωπικότητα τύπου Μπαρόζο. Δυστυχώς τέτοιον πρόεδρο θα έχουμε. Παρ΄ όλα αυτά, το όραμα για κάτι διαφορετικό είναι χρήσιμο να υπάρχει στη φαντασία μας.

Ο κ. Νίκος Μουζέλης είναι ομότιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας της LSΕ.