Υποθέτουμε ότι μας ρωτούν αρμόδιοι μιας άλλης χώρας: Αν χρηματοδοτήσουμε σειρά μεταπτυχιακών προγραμμάτων, ποια είναι τα προσδοκώμενα «αποτελέσματα»;

Τα πραγματικά «παραδοτέα» ή εκείνα που μένουν είναι τα εξής:

1) η μετατροπή χρηματικού αποταμιευτικού κε-φα-λαίου σε πάγιο πραγματικό κεφάλαιο(εξοπλισμός, εγκαταστάσεις), με συγκεκριμένο βέβαια ορίζοντα αξιοποίησης και απόσυρσης· 2) η ίδια μετατροπή χρηματικού κεφαλαίου σε εξειδικευμένο μορφωτικό κεφάλαιο, κατά περίπτωση και ανάλογα με τον βαθμό ετοιμότητας των αποδεκτών αυτής της διαδικασίας· 3) η ίδια μετατροπή χρηματικού κεφαλαίου σε θέσεις εργασίας διοικητικού προσωπικούπου βαθμιαία απέκτησαν την ιδιότητα του εργαζομένου σε καθεστώς αορίστου χρόνου πλέον (και όχι του απλώς «συμβασιούχου»), με κυμαινόμενες συνθήκες επιλογής και ανανέωσης των συμβάσεών τους· 4) η επαύξηση του εισοδήματος και της περιουσίας μελών ΔΕΠ, προφανώς του «επιστημονικού υπευθύνου» ενός «προγράμματος» και της ηγετικής του ομάδας «υλοποίησης»- ό,τι δηλαδή ανήκει στον περίκλειστο περίβολο των «προσωπικών δεδομένων». Αναμφίβολα οι τέσσερις αυτοί «δείκτες» ανάλωσης δεν διατηρούν, ανά πρόγραμμα, την ίδια σειρά προτεραιοτήτων, μια και η τράπουλα ανακατεύεται με πολλούς τρόπους. Εκείνο όμως που απαιτεί ιδιαίτερη υπόμνηση είναι ότι το υπό ανάλωση χρηματικό αποταμιευτικό κεφάλαιο, για να μείνω στο ΕΠΕΑΕΚ, έχει δύο σημαίες: την ελληνική (μια και της αναλογεί το 25%) και την ευρωπαϊκή (με τη μερίδα του λέοντος, το 75%). «Εργοδότης», μικρός και μεγάλος, σε αναμονή «εργολάβων» ή «εξωτερικών αναδόχων» σειράς «προγραμμάτων» της Επιτροπής Ερευνών και των «ευέλικτων» Κέντρων, όσων δηλαδή δεν «υλοποιούνται» με «ίδια μέσα»…

Θα προσθέσω ότι δύσκολα πλέον θε-σπί-ζο-νται κα-νό-νες οργάνωσης και διαφανούς διαχείρισης τόσο των «αναπτυξιακών» (μα-κρινό πα-ρελ-θόν φαίνεται η εθελοντική προσφορά των υπευθύνων) όσο, ιδίως, των «επι-μορφω-τι-κών» προγραμμάτων που συχνά δεν απέκρυπταν την πελατειακή σχέση ερ-γοδότη και αναδόχου. Η επιτέλεση χορού δισεκατομμυρίων με ανάθεση, χωρίς δη-λα-δή προ-κή-ρυξη και κρίση, διεκπεραιώθηκε συχνά με την εκμετάλλευση ανέργων πτυ-χιούχων, υποψηφίων διδακτόρων ή αποσπασμένων εκπαιδευτικών. Σ΄ αυτή τη δι-εργασία «ιδι-ω-τικοποίησης» του ΔΕΠ διαφάνηκε η βαθμιαία περιστολή του οι-κο-νο-μι-κού βάθρου των ανθρωπιστικών- κοινωνικών επιστημών, ενώ, ως προς την πανεπι-στη-μιακή γε-ωγρα-φία, τα Τμήματα του κέντρου επωφελήθηκαν στο έπακρο και αντί-στοιχα οι συ-νά-δελ-φοί τους στην περιφέρεια αρκέσθηκαν κάποτε σε ρόλους ιπτά-με-νων ή εποχού-με-νων με δύο (το πολύ) διανυκτερεύσεις μακράν των Αθηνών.

Αν μείνουμε στον περίβολο του Πανεπιστημίου, μπορούμε άνετα να συμφωνή-σου-με με την παροιμία ότι «το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι», δείχνοντας όμως στον «ψα-ρά» και τους «πελάτες» του μια κάποια διαφορετική προοπτική διεξόδου. Οχι όμως «Συνόδους των πρυτάνεων» με ορισμένους να αναλώνουν πολλές ώρες (ακόμη και λίγο πριν κλείσει η Βουλή) στο θέμα της επανεκλογής τους και συναφώς στην επιστροφή στο παλαιό νομικό καθεστώς των «επαγγελματιών» πρυτάνεων. Δηλαδή, να θυμίσω τη γενεαλογία πρυτάνεων και αντιπρυτάνεων και τούμπαλιν με δύο δείγματα που συναπαρτίζουν ενιαία «υπόθεση εργασίας». Αντι-πρύ-τανης- αρχικώςεκλέγεται και επανεκλέγεται πρύτανης με δις αντιπρύτανη τον πρώην πρύτανή του, σύνολο ετών εννέα και έχει ο «λαός». Επιπλέον, αντιπρύτανης δύο φορές του «απερχόμενου» πρύτανη μετείχε σε εναλλαγή ρόλων, δηλαδή έπιασε κι αυτός τα εννέα ή τα δώδεκα χρόνια.

Και επειδή δεν είναι δυνατόν το «τυχαίο» ούτε τα όρια ηλικίας για συνταξιοδότη-ση, όταν και όποτε δεν τροποποιούνται, να ρυθμίζουν το καθεστώς της εναλλαγής του ίδιου πλαισίου αυτοσυντήρησης των πρυτανικών αρχών, η μόνη ίσως προοπτική δι-εξόδου είχε προέλθει από την υπάρχουσα νομοθετική ρύθμιση. Θυμίζω ότι η προϊσχύουσα νομοθε-σία του «νό-μου πλαισίου» ήταν σε ορισμένα σημεία περισσότερο «σοφή»: οι πρυτα-νι-κές εκλογές διενεργούνται κατά το «πρώτον δεκαήμερον του Μαΐου» (και όχι κατά το δο-κούν) και οι υποψήφιοι προέρχονται «εκ περιτροπής εξ εκάστης Σχολής»…

Πάντως χρήσιμο θα είναι για τον μελετητή των πανεπιστημιακών θεσμών να εστιάσει το ενδιαφέρον του στον «νεποτισμό», δηλαδή στην «εύνοια δημόσιων λειτουργών προς τους συγγενείς τους» («nepos»). Κι αν οι αγιογράφοι έχουν ως υπόβαθρο στην ιστοριογράφηση του γενεαλογικού δέντρου τη «ρίζα του Ιεσσαί», οι στατιστικοί μας θα μπορούσαν να λάβουν ως μήτρα ταξινόμησης, αν βέβαια υπάρξουν ομόλογα ευρήματα, την πρυτανική θητεία και επιμέρους κριτήρια τη βιολογική (εξ αίματος και αγχιστείας) και την ιδεολογική/ κομματική συγγένεια. Σε ένα τέτοιο έργο θα μπορούσε κανείς να ζητήσει τη συνδρομή των υπευθύνων του «Τμήματος Μελετών Στατιστικής» των πανεπιστημίων, αν υπάρχουν και λειτουργούν…

Ο κ. Παναγιώτης Νούτσος είναι καθηγητής της Κοινωνικής και Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.