Oι επόμενοι μήνες αποτελούν την κρίσιμη καμπή για μια σειρά εθνικών και διεθνών θεμάτων ζωτικής σημασίας: από την άμεση αντιμετώπιση του ελλείμματος και του ευρύτερου δημοσιονομικού προβλήματος ως την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας, την κρίσιμη συνδιάσκεψη της Κοπεγχάγης για την κλιματική αλλαγή και την επιλογή του προέδρου της ΕΕ. Η περίοδος αυτή θα χαρακτηριστεί από εντατικές διαπραγματεύσεις, σκληρές πιέσεις αλλά και ευκαιρίες για την ενίσχυση της διεθνούς θέσης και εικόνας της χώρας. Η σαφής λαϊκή εντολή, οι προτεραιότητες του Πρωθυπουργού και η δυναμική της νέας κυβέρνησης δημιουργούν ελπίδες για ενεργό συμμετοχή στη διεθνή κοινότητα.

Οι εκπρόσωποι της χώρας στα διεθνή φόρα και κέντρα αποφάσεων θα κληθούν να εξαντλήσουν το προσωπικό και διαπραγματευτικό τους κεφάλαιο με τρόπο ευρηματικό και συντονισμένο. Προσωπικές γνωριμίες, ανεπίσημες επαφές και συμμαχίες θα πρέπει να αξιοποιηθούν στο πλαίσιο μιας ρεαλιστικής στρατηγικής. Ο τόνος και η ποιότητα της εσωτερικής πολιτικής συζήτησης θα είναι εξίσου σημαντικοί παράγοντες στο να ενισχυθούν τα εθνικά επιχειρήματα. Είναι αλήθεια ότι η προεκλογική περίοδος που μόλις τελείωσε χαρακτηρίστηκε από σχετικά χαμηλούς τόνους και ουσιαστικό διάλογο- ειδικά σε σύγκριση με παλαιότερες περιπτώσεις.

Ωστόσο τον τελευταίο καιρό κάνουν και πάλι την εμφάνισή τους θεωρίες συνωμοσίας και φοβικές αντιδράσεις που βασίζονται στην παρωχημένη αντίληψη ότι η Ελλάδα είναι ένα αδύναμο θύμα-πιόνι σε μια σκακιέρα μεγάλων δυνάμεων, μυστικών υπηρεσιών και προαποφασισμένων παραχωρήσεων. Η αντίληψη αυτή δεν έχει κανένα κόστος για αυτούς που την προωθούν- αντιθέτως, συχνά τους φέρνει εύκολες ψήφους-, δυστυχώς όμως έχει τεράστιο εθνικό κόστος γιατί εμποδίζει την ωρίμανση της πολιτικής κουλτούρας και την επικέντρωση της συζήτησης σε πραγματικά ζητήματα και υπαρκτές λύσεις. Αφού υιοθετήσουν το ερμηνευτικό πλαίσιο των θεωριών συνωμοσίας για να εξηγήσουν τη δική τους πολιτική αδυναμία, οι φωνές αυτές προβάλλουν το ίδιο πλαίσιο και στο εθνικό επίπεδο.

Βασικό κληροδότημα μεγάλων εθνικών επιτυχιών, όπως η ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ και της Κύπρου στην ΕΕ, αλλά και της «διπλωματίας των αγωγών», είναι ακριβώς η απόρριψη αυτής της παθητικής νοοτροπίας που βλέπει τους άλλους ως εχθρούς. Η διπλωματία, όπως άλλωστε και η δημοκρατική πολιτική, προϋποθέτει τη στρατηγική εξυπηρέτηση των στόχων μέσα από τη συνύπαρξη, την ευελιξία, τη διαπραγμάτευση, τη σύμπτωση συμφερόντων και τις συμμαχίες- έννοιες που δεν ανήκουν στο λεξιλόγιο αυτών που προτάσσουν την απομόνωση βλάπτοντας εν τέλει το εθνικό συμφέρον. Η επιστροφή στην πορεία του εκσυγχρονισμού και του εξευρωπαϊσμού, η στροφή προς τα έξω, έπειτα από μια μακρά περίοδο ομφαλοσκόπησης στον επαρχιώτικο μικρόκοσμο της εσωτερικής σκηνής, είναι μονόδρομος.

Ο κ. Ρ. Γεροδήμος είναι επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Βournemouth και πρόεδρος του Τομέα Ελληνικής Πολιτικής Επιστήμης (Greek Ρolitics Specialist Group) της Βρετανικής Εταιρείας Πολιτικών Σπουδών.