Ηταν μια ευκαιρία για τον Μπαράκ Ομπάμα. Ο αμερικανός πρόεδρος είχε τη δυνατότητα να αποδεσμευθεί με μία μόνο κίνηση από το φορτίο που βαραίνει τη διακυβέρνησή του, τις υπέρμετρες προσδοκίες, τα ουτοπικά όνειρα και τη μεσσιανική υποδοχή. Ηταν η κατάλληλη αφορμή για να διαχωρίσει τον εαυτό του από τους ανά τον κόσμο «ομπαμικούς» που τον υποστηρίζουν με υπερβάλλοντα ζήλο και γέμισαν το καλάθι της προεκλογικής εκστρατείας του με τους μετα-χριστιανικούς και μετα-μαρξιστικούς πόθους τους.

Ηταν η ευκαιρία να αποκαταστήσει την εικόνα του ως αμερικανού προέδρου αποδεικνύοντας ότι έχει πολύ μεγάλη αυτοπεποίθηση για να δεχθεί μια αδικαιολόγητη βράβευση και ότι παραμένει πολύ βαθιά δημοκρατικός για να συναινέσει σε μια ευρωπαϊκή απάτη. Αντ΄ αυτού, αποδέχθηκε το Νομπέλ Ειρήνης και έτσι έχασε την ευκαιρία. Μεγάλο σφάλμα.

Πολλοί θα πουν ότι δεν είναι δυνατόν να αρνηθείς ένα βραβείο Νομπέλ. Αλίμονο. Ασφαλώς και μπορείς. Ο Ομπάμα είναι ένας χαρισματικός ρήτορας και έχει δίπλα του παγκοσμίου φήμης λογογράφους. Το μόνο που θα χρειαζόταν θα ήταν μια απλή ευχαριστήρια ανακοίνωση που θα υπογράμμιζε ότι του είναι αδύνατον να αποδεχθεί τέτοια τιμή στο πρώτο έτος της θητείας του, την ώρα που οι αμερικανικές δυνάμεις συνεχίζουν να βρίσκονται σε δύο ανοικτά πολεμικά μέτωπα.

Θα προκαλούσε ενόχληση αυτή η αντίδραση; Ας ξεκαθαρίσουμε κατ΄ αρχάς ότι το βραβείο δεν απονέμεται από κάποια εικονική και αόριστη «παγκόσμια κοινότητα». Δίδεται έπειτα από την ψηφοφορία μιας σκιώδους επιτροπής πέντε Νορβηγών. Αν λοιπόν δεν το είχε αποδεχθεί, θα ήταν όντως ένα χαστούκι στα πρόσωπα των μελών της επιτροπής. Δεν θα ήταν όμως χαστούκι στα πρόσωπα των Ευρωπαίων, των Αφρικανών, των Ρώσων ή των Κινέζων ή κάποιου άλλου λαού που πραγματικά ενόχλησε ο αμερικανός πρόεδρος αποδεχόμενος το βραβείο.

Σε κάθε περίπτωση θα δυσαρεστηθούν περισσότερο όταν θα δουν τον Μπαράκ Ομπάμα να παραλαμβάνει το βραβείο αντί του ηρωικού ηγέτη της αντιπολίτευσης στη Ζιμπάμπουε Μόργκαν Τσβανγκιράι ή του βουδιστή μοναχού και επικριτή του αυταρχικού καθεστώτος του Βιετνάμ Θιτς Κουάνγκ Ντο ή της Ρεμπίγια Καντίρ που εξορίστηκε από την Κίνα λόγω του αγώνα της για τη υπεράσπιση της μειονότητας των Ουιγούρων. Ή τέλος έναντι οποιουδήποτε εξ αυτών που καταδικάστηκαν αυτή τη χρονιά σε θάνατο υπερασπιζόμενοι τη δημοκρατία στο Ιράν. Είναι αλήθεια ότι ο Ομπάμα δεν ζήτησε αυτό το βραβείο. Ηταν πρόδηλο από το ύφος και την έκφραση του προσώπου του την περασμένη Παρασκευή ότι θα προτιμούσε να μην είχε επιλεγεί ο ίδιος από την επιτροπή. Δεν είχε όμως το θάρρος να πει το «όχι».

Ο Ομπάμα δεν πρόκειται να κερδίσει τίποτε με το Νομπέλ. Καμία αμερικανική επιτροπή και κανένα ακροατήριο δεν θα είναι πιο φιλικά διακείμενο προς εκείνον επειδή πέντε Νορβηγοί θεωρούν ότι έχει ήδη αλλάξει τον κόσμο.

Δεν υπάρχει κανένας στον κόσμο, από το Παρίσι ως την Πεσαβάρ, που να ξύπνησε την επόμενη ημέρα με πιο πολλή όρεξη να συνεργαστεί με τις ΗΠΑ λόγω της απόφασης της επιτροπής απονομής των βραβείων. Σίγουρα όμως κάποιοι ηγέτες θα γέλασαν με τη βράβευση. Ο Βλαντίμιρ Πούτιν μάλλον δεν θα μειδίασε με αυτήν ενθυμούμενος τον Τζον Μακ Κέιν ο οποίος προσπάθησε πέρυσι κατά τη διάρκεια του πολέμου στη Γεωργία να πείσει τους Αμερικανούς ότι «είμαστε όλοι Γεωργιανοί».

Εν τω μεταξύ η βράβευση επιβαρύνει ακόμη περισσότερο την ατζέντα με τα ζητήματα που καλείται να αντιμετωπίσει ο αμερικανός πρόεδρος. Εφεξής ένας κάτοχος του Νομπέλ θα πρέπει να επιλέξει μεταξύ της κλιμάκωσης του πολέμου στο Αφγανιστάν και της οπισθοχώρησης μπροστά στη μαφία της θεοκρατίας. Θα είναι ακόμη ο κάτοχος του Νομπέλ Ειρήνης που είτε θα επιτρέψει τις αεροπορικές επιδρομές κατά του Ιράν είτε θα αναπτύξει ένα αποτελεσματικό ψυχροπολεμικό σύστημα αναχαίτισης στη Μέση Ανατολή. Τέλος, θα είναι πιθανότατα ένας αμερικανός πρόεδρος ο οποίος δεν θα καταφέρει, όπως και οι προκάτοχοί του, να οδηγήσει Ισραηλινούς και Παλαιστινίους σε έναν αποδεκτό συμβιβασμό. Θα έχει όμως τιμηθεί με το Νομπέλ Ειρήνης. Την ίδια στιγμή θα κινδυνεύει να γελοιοποιηθεί. Η βράβευση θα επιβεβαιώνει προϊούσης της διακυβέρνησής του το χάσμα μεταξύ των ανεδαφικών προσδοκιών των υποστηρικτών του και της αναπόφευκτα απογοητευτικής πραγματικότητας. Τα μεγάλα επιτεύγματα ίσως να ακολουθήσουν στην πορεία της θητείας του βραβευθέντος προέδρου. Αν τα καταφέρει, τότε θα θυμόμαστε μάλλον αυτή την παρωδία ως μια λεπτομέρεια της διακυβέρνησής του και λιγότερο ως γεγονός αποφασιστικής σημασίας. Με την αποδοχή του βραβείου όμως η ενδεχόμενη αποτυχία, αν και όποτε έρθει, θα προκαλέσει ακόμη μεγαλύτερη δυσαρέσκεια και περισσότερες δυσκολίες.

Επιπλέον συνέβαλε με τον τρόπο του στην υστεροφημία και στο προσωνύμιο που θα συνοδεύει την προεδρία του. Μετά τον «αδύναμο Τζίμι Κάρτερ» στο μέλλον θα μιλάμε για τον «Μπαράκ Ομπάμα, τον κάτοχο του Νομπέλ Ειρήνης».