Η θέση της γυναίκας στην Καθολική Εκκλησία είναι θέμα το οποίο έντονα ανακινείται τα τελευταία χρόνια και βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη, η οποία μάλλον είναι μακριά από την ολοκλήρωσή του.

Από θεολογική άποψη, όλοι είναι ίσοι μέσα στην Εκκλησία. Ολοι- άνδρες και γυναίκες- καλούνται από τον Θεό στην ίδια αγιότητα, κοινωνούν στο ίδιο Σώμα και Αίμα του Χριστού. Εδώ ισχύει ο λόγος του Αποστόλου Παύλου ότι στην Εκκλησία δεν υπάρχει άρρεν και θήλυ. Εξάλλου στη συνείδηση της Εκκλησίας η Παναγία κατέχει την πρώτη και εξέχουσα θέση μεταξύ όλων των αγίων. Στη συγκεκριμένη λειτουργία της Εκκλησίας, πάντως, ο ρόλος της γυναίκας ήταν αντίστοιχος με εκείνον που αυτή κατείχε στην κοινωνία. Συνεπώς, ο ρόλος της ήταν συχνά υποδεέστερος του ρόλου του ανδρός. Αυτό είναι φανερό. Η Καθολική Εκκλησία είναι σώμα ιεραρχικό, η ιεραρχία είναι το ιερατείο και το ιερατείο είναι μόνο άνδρες. Αυτό από την άποψη του θεσμού και της ιεραρχίας, γιατί, παράλληλα, ο χαρισματικός ρόλος των γυναικών ήταν πολύ σημαντικός, όπως το μαρτυρούν οι άγιες γυναίκες οι οποίες είχαν σημαντική επιρροή σε μικρές ή μεγάλες κοινότητες, σε εθνικό ή διεθνές επίπεδο και σε κρίσιμες στιγμές της Ιστορίας, όπως η Αγία Αικατερίνη της Σιένα τον 14ο αιώνα ή η Αγία Θηρεσία της Αβιλα τον 16ο αιώνα, για να παραθέσουμε δύο μόνο παραδείγματα.

Αξιοπρόσεκτη είναι η περίπτωση των γυναικείων μοναχικών ταγμάτων. Αυτά διοικούνται από τοπικές και γενικές ηγουμένες με το συμβούλιό τους. Οι γενικές αυτές ηγουμένες κυβερνούν και καθοδηγούν αδελφότητες με εκατοντάδες ή χιλιάδες μέλη, με ένα δίκτυο μονών αλλά και εκπαιδευτικών ή φιλανθρωπικών ιδρυμάτων στις πιο προηγμένες και στις πιο φτωχές χώρες του κόσμου. Αυτό όχι μόνο σήμερα, αλλά εδώ και αιώνες. Στη λειτουργία των γυναικείων μοναχικών ταγμάτων βλέπουμε άλλοτε αρμονική συνεργασία και άλλοτε έντονες αντιπαραθέσεις με τους τοπικούς επισκόπους.

Η ριζική αλλαγή της θέσης της γυναίκας στη σημερινή κοινωνία, όπως ήταν αναμενόμενο, επέφερε πίεση αλλαγών και εντός της Εκκλησίας. Ιδιαίτερα στο θέμα της ιερατικής χειροτονίας. Το ζήτημα προκάλεσε δια φωνίες και συγκρούσεις εντός της Καθολικής Εκκλησίας, ιδιαίτερα στην Αμερική. Θέλοντας να δώσει τέλος σε αυτή την αναταραχή, ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β΄ συνόψισε τη θέση της Εκκλησίας σε ένα έγγραφο για την ιερατική χειροτονία (Οrdinatio Sacerdotalis, 1994). Σε αυτό τονίζει την πάγια θέση, ότι δηλαδή για θεολογικούς λόγους και, σύμφωνα με την παράδοση, η Εκκλησία χειροτονεί άνδρες ιερείς και όχι γυναίκες. Πράγματι ο ιερέας λειτουργεί και ενεργεί «εις θέσιν Χριστού» και ο Χριστός ήταν άνδρας, ένα βασικό στοιχείο της ανθρώπινης φύσης του. Από νομική άποψη, η Καθολική Εκκλησία θεωρεί άκυρη τη χειροτονία γυναικός και επιβάλλει ποινή αφορισμού στον καθολικό επίσκοπο που θα τελέσει τέτοια χειροτονία.

Ωστόσο, πέρα από το παραπάνω θέμα το οποίο περισσότερο τραβά την προσοχή, δεν πρέπει να παραβλέψουμε όλες τις μικρές ή μεγάλες αλλαγές οι οποίες συντελούνται αργά ή αθόρυβα και αλλάζουν τη θέση της γυναίκας στην Εκκλησία. Σήμερα, με την άδεια του επισκόπου και ελλείψει ιερέως, μια γυναίκα μπορεί να μεταδώσει τη θεία κοινωνία στους αρρώστους ή σε άλλους πιστούς, μπορεί να κηρύξει ή να διευθύνει την προσευχή μιας ομάδας ή μιας ενορίας, όχι όμως να τελέσει τα μυστήρια. Οι γυναίκες συμμετέχουν σε όλο και περισσότερους θεσμούς: Σε ενοριακά και επισκοπικά συμβούλια, διδάσκουν σε θεολογικές και ιερατικές σχολές, συμμετέχουν σε θεολογικές, κατηχητικές, λειτουργικές ή ποιμαντικές επιτροπές. Ολα αυτά, τα οποία είναι εξελίξεις των τελευταίων 50 ετών, δεν γίνονται χωρίς προβλήματα, και ασφαλώς μένει πολλά να γίνουν ακόμη. Το βασικό ερώτημα δεν είναι αν οι γυναίκες γίνουν ιερείς αλλά αν οι γυναίκες μπορούν να συμβάλουν στην οικοδομή του σώματος της Εκκλησίας σύμφωνα με τις ικανότητές τους, χωρίς να παραγκωνίζονται και χωρίς να υποτιμώνται.

Ο κ. Θεόδωρος Κοντίδης είναι ιερέας της Καθολικής Εκκλησίας της Ελλάδος.