Πόσα ερευνητικά ιδρύματα έχουμε; Πόσοι ερευνητές και πόσοι υπάλληλοι απασχολούνται σε αυτά; Τι κοστίζουν στους έλληνες φορολογουμένους; Τι παράγουν; Αυτά που παράγουν έχουν κάποια χρησιμότητα, έμμεση ή άμεση, βραχυχρόνια ή μακροχρόνια;

Αυτά και άλλα συναφή ερωτήματα προκύπτουν εκ νέου και γίνονται επίκαιρα μετά τις πρόσφατες διαμαρτυρίες και κινητοποιήσεις των ερευνητών του Ελληνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ) και του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών (ΕΙΕ). Οι μεν διαμαρτύρονται διότι η κυβέρνηση σχεδιάζει, κατά τις ανακοινώσεις τους, το κλείσιμο του Κέντρου, οι δε διότι η κυβέρνηση προετοιμάζει αλλαγές οι οποίες δεν είναι αρεστές σε αυτούς. Πιθανότατα δεν είναι μόνο αυτά τα ιδρύματα περί των οποίων η κυβέρνηση κάνει σχεδιασμούς. Ισως έπονται ο Δημόκριτος, το ΕΘΙΑΓΕ, το Γεωλογικό Ινστιτούτο, το ΚΕΠΕ, τα πολλά και διάφορα ινστιτούτα, πλήρως ή εν μέρει χρηματοδοτούμενα από τον κρατικό προϋπολογισμό, ίσως ακόμη και η Ακαδημία Αθηνών.

Είναι περιττό δε να τονισθεί ότι οποιαδήποτε απόφαση κατάργησης, συρρίκνωσης ή αλλοίωσης του έργου των ερευνητικών ιδρυμάτων, βασισμένη σε αυθαίρετες κρίσεις ή σε επιχειρήματα εξοικονόμησης χρηματικών ποσών, θα είναι εσφαλμένη. Η Ελλάδα είναι μια αρκετά πλούσια χώρα ώστε να μπορεί να χρηματοδοτήσει σοβαρή έρευνα και επιπλέον χρειάζεται την επιστημονική έρευνα.

Βέβαια τίποτα δεν δικαιολογεί την απραξία των ερευνητικών ιδρυμάτων, όπου αυτή παρατηρείται, ούτε την οκνηρία των ερευνητών, όπου αυτή υπάρχει (για το τελευταίο μπορώ να σας βεβαιώσω ότι υπάρχει και μάλιστα σε ανησυχητική έκταση).

Κάθε αντικειμενικός κριτής θα δεχόταν την πρόταση ότι προτού καταργηθεί ή συρρικνωθεί ένα ερευνητικό ίδρυμα και προτού αποφασισθεί η επιβίωσή του ή η επέκτασή του πρέπει να τεθούν ερωτήματα και να δοθούν απαντήσεις. Ας πάρουμε ως παράδειγμα το ΕΚΚΕ. Θα πρέπει να γνωρίζουμε: Τι κοστίζει; Τι παράγει; Πόσο χρήσιμα είναι αυτά που παράγει κτλ. Επί τη βάσει των σχετικών απαντήσεων θα πρέπει να ληφθεί και η απόφαση της κυβέρνησης. Φυσικά δεν πρόκειται μόνο για το ΕΚΚΕ. Το ίδιο πρέπει να γίνει για όλα τα ερευνητικά κρατικά ιδρύματα και για όσα λαμβάνουν κρατική ενίσχυση. Το ίδιο και για την Ακαδημία Αθηνών, για την οποία ακούγεται ότι κοστίζει πολλά και παράγει έργο που προσεγγίζει το μηδέν.

Με αφορμή την αξιολόγηση των πανεπιστημίων ορισμένοι υποστηρίζουν ότι το επιστημονικό έργο δεν αξιολογείται. Αυτό βέβαια είναι μια κακόβουλη ανοησία. Μπορεί οι αξιολογήσεις αυτές να μην είναι τέλειες και οριστικές αλλά είναι αρκετά καλές ώστε να αποτελούν αξιόπιστο οδηγό για την άσκηση πολιτικής.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η χώρα χρειάζεται τα ερευνητικά ιδρύματα. Η έρευνα δεν είναι πολυτέλεια, είναι ανάγκη. Αυτό όμως δεν αποτελεί επιχείρημα για τη δημόσια χρηματοδότηση ιδρυμάτων που δεν κάνουν αυτό για το οποίο ιδρύθηκαν. Το ίδιο ισχύει και για τους ερευνητές. Δεν υπάρχει λόγος να αμείβονται όταν δεν κάνουν αυτό για το οποίο προβλέπεται η αμοιβή. Η αξιολόγηση του έργου τους είναι αναγκαία.

Ο κ. Θεόδωρος Π. Λιανός είναι καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.