Η διαδικασία πώλησης- διάθεσης του πακέτου μετοχών του ΟΤΕ προς την Deutsche Τelekom (DΤ) χαρακτηρίστηκε από αδιαφάνεια και διακριτική μεταχείριση σε βάρος όλων των μετόχων του ΟΤΕ, με το επιχείρημα της αποκρατικοποίησης που προβλέπει ελαστικότερους κανόνες. Ωστόσο δεν θα έπρεπε να ισχύουν ελαστικότεροι όροι κατά την αποκρατικοποίηση, καθώς η διάθεση κρατικής περιουσίας επιβάλλει μεγαλύτερη και όχι μικρότερη διαφάνεια.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, παρά το γεγονός ότι το άθροισμα των ψήφων DΤ και Δημοσίου ξεπερνά το 50% έναντι του προβλεπομένου από τον νόμο 33%, αγνοήθηκαν εντελώς τα δικαιώματα των 112.000

υπόλοιπων μετόχων του ΟΤΕ, αφού δεν ακολουθήθηκε η προβλεπόμενη από τον νόμο διαδικασία που ορίζει υποχρεωτική δημόσια πρόταση στην τιμή που αγόρασε το μερίδιό της η DΤ (27,5 ευρώ έναντι των 11,84 ευρώ που ήταν χθες η μετοχή του ΟΤΕ).

Η τιμή στην οποία άλλωστε πούλησε η ΜΙG το μερίδιό της στην DΤ (26 ευρώ ανά μετοχή) ήταν αρκετά υψηλότερη από την τιμή που επικρατούσε στην αγορά την ίδια εποχή (19,14 ευρώ) και αντικατοπτρίζει την πραγματική αξία του ΟΤΕ.

Η αρμόδια για την τήρηση των διατάξεων αυτών της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, αντί να επιμείνει στην υποβολή δημόσιας πρότασης στην ίδια τιμή σε όλους τους μετόχους του ΟΤΕ, αγνόησε τα δικαιώματά τους με τη μη πειστική δικαιολογία ότι οι προστατευτικές αυτές διατάξεις δεν ισχύουν επί αποκρατικοποιήσεων.

Ωστόσο, πέραν των άλλων, ότι δηλαδή η πώληση από το Δημόσιο 3% στην DΤ δεν είναι αποκρατικοποίηση κτλ., είναι γνωστό ότι ήδη από το 2003 ο υπουργός Οικονομίας είχε αποδεχθεί σε επίσημη επιστολή του στη Βουλή πως ο ΟΤΕ δεν είναι κρατική επιχείρηση ώστε να υπόκειται σε αποκρατικοποίηση.

Απεδείχθη ακόμη μία φορά ότι υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων μεταξύ των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, που ενετάθη με τον τελευταίο νόμο αφού καλείται να ασκεί έλεγχο σε όλες τις εισηγμένες, και του υπουργείου, που διορίζει τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Επιτροπής, όταν η ανεξάρτητη υποτίθεται αρχή καλείται να ελέγξει τις εισηγμένες ΔΕΚΟ, κύριος μέτοχος των οποίων είναι το ελληνικό Δημόσιο.

Επιπλέον θα πρέπει να ληφθεί υπ΄ όψιν μια πολύ έγκυρη γνώμη νομικού γραφείου των Βρυξελλών, το οποίο υποστηρίζει σε γραπτό του υπόμνημα ότι στην πραγματικότητα στην πρώτη φάση της συμφωνίας έγινε επανακρατικοποίηση του ΟΤΕ. Η επιχειρηματολογία του νομικού αυτού γραφείου είναι ότι το Δημόσιο είχε πουλήσει, δεν μπορούσε να διορίζει μέλη διοικητικού συμβουλίου, αλλά σε συνεργασία με την DΤ από κοινού επανέκτησε αυτή τη δυνατότητα. Ολα θα κριθούν στα ευρωπαϊκά όργανα.

Ο κ. Αλ. Μωραϊτάκης είναι πρόεδρος του ΣΜΕΧΑ.