Κατά τη διάρκεια της κρίσης η συζήτηση έχει επικεντρωθεί στην πιθανότητα της αποπαγκοσμιοποίησης εξαιτίας του χρηματοοικονομικού προστατευτισμού και των εθνικών προγραμμάτων υποστήριξης που στρεβλώνουν τον διεθνή ανταγωνισμό. Η συζήτηση αυτή είναι τόσο βάσιμη όσο και κρίσιμη. Δεν πρέπει όμως να μας αποσπάσει την προσοχή από το γεγονός ότι η κρίση όχι μόνο θα στρεβλώσει ή και θα κλείσει αγορές, αλλά άλλο τόσο θα τις ανοίξει.

Εστιάζουμε την προσοχή μας σε τρεις γεωγραφικές περιοχές, τη Λατινική Αμερική, την Ευρασία και τη Μέση Ανατολή και σε χώρες σε αυτές τις περιοχές που είναι σημαντικοί παραγωγοί ενέργειας.

Η Διοίκηση Μπους συγκρότησε μια εσωτερική συμμαχία που αποτελούνταν, μετά το 9/11, από τη διατήρηση της εσωτερικής ζήτησης στις ΗΠΑ, μέσω της υπέρμετρης πιστωτικής επέκτασης και την εσωτερική ιδεολογική ηγεμονία μέσω μιας άκρως επιθετικής εξωτερικής πολιτικής. Αυτή η εξωτερική πολιτική της διοίκησης Μπους- απόπειρα επέκτασης του ΝΑΤΟ πλησίον των ρωσικών συνόρων, επέμβαση στο Ιράκ και δαιμονοποίηση του Ιράν, αμφίσημη στάση έναντι της πραξικοπηματικής απόπειρας κατά του Τσάβες στη Βενεζουέλα, επιπλέον πίεση στην Κούβα- επέτρεψε στις πολιτικές ηγεσίες χωρών όπως η Ρωσία, το Ιράν, η Βενεζουέλα και η Βολιβία να ενοχοποιήσουν εσωτερικά όχι μόνο τις ΗΠΑ, αλλά και αυτό που οι ΗΠΑ συμβολίζουν: Ανοιχτές αγορές, συμμετοχή τους διεθνούς κεφαλαίου στις τοπικές οικονομίες, εναρμονισμός σε διεθνείς νόρμες και αξίες όπως αυτές προσδιορίζονται από οργανισμούς όπως το ΔΝΤ και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου.

Κοινό στοιχείο όλων αυτών των χωρών είναι ο ιστορικά δικαιωμένος, στη συλλογική τους συνείδηση, ανταγωνισμός με την αμερικανική ηγεμονία: Στη Ρωσία λόγω του Ψυχρού Πολέμου, στη Βολιβία και στη Βενεζουέλα λόγω της παραδοσιακής αμερικανικής επικυριαρχίας στη Λατινική Αμερική, στο Ιράν λόγω της υποστήριξης του σάχη από τις ΗΠΑ. Η αποστασιοποίησή τους από το διεθνές σύστημα, που συμβολίζουν οι ΗΠΑ, κατέστη εφικτή όμως και από τις υψηλές τιμές πετρελαίου και φυσικού αερίου που κατέχουν σε αφθονία. Οι πρόσοδοι αυτών των φυσικών πόρων επέτρεψαν τη συνύπαρξη της αναδιανομής πόρων εσωτερικά σε ικανό, υπό πολιτικούς όρους, ποσοστό των πληθυσμών αυτών των χωρών με ένα κλειστό οικονομικό μοντέλο που υποστήριζε αντί να αποδυναμώσει την πολιτική συγκέντρωση εξουσίας. Ετσι εξηγούνται οι εθνικοποιήσεις αλλοδαπών επενδύσεων στη Βενεζουέλα, στον τομέα της ενέργειας και όχι μόνο, η ουσιαστική περιθωριοποίηση των αλλοδαπών εταιρειών εξόρυξης πετρελαίου από τη Ρωσία και η διατή ρηση του ασφυκτικού ελέγχου της ιρανικής οικονομίας από ισλαμικές παραστρατιωτικές οργανώσεις.

Ετσι, προ της κρίσης, ο συνδυασμός των υψηλών τιμών πετρελαίου και φυσικού αερίου και της εξωτερικής πολιτικής της Διοίκησης Μπους συντήρησε σε χώρες όπως η Ρωσία, η Βενεζουέλα, η Βολιβία και το Ιράν πολιτικές συμμαχίες που βασίζονταν: (α) στην εχθρική σχέση προς τις ΗΠΑ και το διεθνές σύστημα εν γένει και (β) στην εσωτερική αναδιανομή των προσόδων των εξαγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου. Και οι δύο αυτοί όροι έχουν σήμερα απολέσει την πρότερη ισχύ τους.

Ο προσανατολισμός της Διοίκησης Ομπάμα στις εσωτερικές μεταρρυθμίσεις επιβάλλει ένα διεθνές περιβάλλον που δεν θα διασπάσει την προσοχή από αυτή την προσπάθεια της εσωτερικής ανασυγκρότησης των ΗΠΑ. Ταυτόχρονα για να εξυπηρετηθούν τα αμερικανικά εθνικά συμφέροντα καθίσταται αναγκαία η διεθνής επανα-νομιμοποίηση των ΗΠΑ. Προς αυτή την κατεύθυνση η Διοίκηση Ομπάμα μόλις στους πρώτους έξι μήνες της θητείας της: (1) Συμφώνησε στην υπό όρους ένταξη της Κούβας στον Οργανισμό Αμερικανικών Κρατών, (2) επανενεργοποίησε τις διαπραγματεύσεις για τον αφοπλισμό των πυρηνικών όπλων με τη Ρωσία και (3) διακήρυξε την έλλειψη ανοχής της για την επέκταση των ισραηλινών εποικισμών στη Δυτική Οχθη της Παλαιστίνης. Ταυτόχρονα η διεθνή κρίση και η παρεπόμενη πτώση των τιμών πετρελαίου και φυσικού αερίου- παρ΄ όλη τη μερική τους ανάκαμψη- αποδυναμώνει τις αναδιανεμητικές δυνατότητες των χωρών όπως η Ρωσία, η Βενεζουέλα, η Βολιβία και το Ιράν και εκθέτει την παρασιτική συμπεριφορά των πολιτικοοικονομικών ελίτ στις κοινωνίες αυτών των χωρών.

Ουσιαστικά το δίλημμα το οποίο αντιμετωπίζουν σήμερα οι κυβερνήσεις των χωρών που αναφέραμε είναι το εξής: (1) Είτε να ανοίξουν τις αγορές τους στο αλλοδαπό κεφάλαιο ούτως ώστε να ανακάμψουν οι οικονομίες τους, κάτι που απαιτεί μια γενικότερη αναστροφή όσον αφορά τις σχέσεις τους με τις ΗΠΑ αλλά και με το διεθνές σύστημα (2) είτε να ασκήσουν αυξημένη εσωτερική καταστολή υπό συνθήκες διευρυμένης λαϊκής δυσαρέσκειας και μειούμενης νομιμοποίησής τους, λόγω της μείωσης της αναδιανεμητικής τους δραστηριότητας και λόγω της επανόρθωσης της διεθνούς εικόνας των ΗΠΑ.

Η επίλυση αυτού του επιτακτικού διλήμματος στην κατεύθυνση της επανόρθωσης της σχέσης με το διεθνές σύστημα θα δημιουργούσε τις εξής κατά τόπους δυναμικές τα επόμενα ένα με τρία χρόνια: Στη Ρωσία, επανείσοδο του διεθνούς επενδυτικού κεφαλαίου στην εξόρυξη πρώτων υλών αλλά και σε άλλους τομείς μέσω της αποεπένδυσης των ρώσων ολιγαρχών από μια σειρά από δραστηριότητες στις οποίες ενεπλάκησαν με την ενθάρρυνση του Κρεμλίνου. Στο Ιράν, επικράτηση ευρύτερα των μεταρρυθμιστών, αν όχι του ίδιου του Μουσαβί, επί του Αχμεντινετζάντ, ηπιότερες σχέσεις με τα σουνιτικά καθεστώτα του Αραβικού Κόλπου και αυξημένες επενδύσεις από τον διεθνή παράγοντα. Στη Λατινική Αμερική, αναστολή των κρατικοποιήσεων και επανόρθωση των σχέσεων της Βενεζουέλας και της Βολιβίας και με το διεθνές αλλά και το περιφερειακό κεφάλαιο, όπως αυτό της Βραζιλίας.

Ο κ. Αντώνης Καμάρας είναι πολιτικός αναλυτής στη Levant Ρartners Greece ΑΕ.