ΜΕ ΔΥΟ διακυβεύματα ταυτίστηκε κατά τη Μεταπολίτευση οΚ. Καραμανλής, την εδραίωση της Δημοκρατίας ως εκφραστής κοινωνικού ρεύματος και την ευρωπαϊκή προοπτική ως ηγέτης που συνομιλεί με τον κόσμο που έρχεται.

Η δεκαετία του ΄80 προσδιορίστηκε κυρίως από τον ιδεολογικό πατριωτισμό, ο οποίος αρχικά έβαλε στην πολιτική δυνάμεις που ήταν στο περιθώριο και αυτό προσμετράται στα θετικά του Α. Παπανδρέου. Στη συνέχεια, όμως, εκφυλίστηκε σε κομματικό φανατισμό, διαιρώντας βαθιά όχι μόνο τις πολιτικές αλλά και τις άλλες υγιείς δυνάμεις της χώρας.

Μπορεί οι επιτήδειοι από διαφορετικούς πολιτικούς χώρους να συνεργάζονταν με ιδιοτέλεια. Οι υγιείς, όμως, ιδεολόγοι επέμεναν στις διαχωριστικές γραμμές για να μην «προδώσουν» την ιδεολογική σημαία που υπηρετούσαν με αφοσίωση.

Τη δεκαετία του ΄90 ο πολιτικός κόσμος ένιωσε την ανάγκη να επανατοποθετηθεί. Η πτώση του Τείχους του Βερολίνου δημιούργησε νέες διεθνείς δυναμικές. Η απόφαση των πολιτικών πρωταγωνιστών να προχωρήσουν σε αποκρατικοποιήσεις συνδυάστηκε με την επίκληση νέων διλημμάτων. Αυτή τη φορά η κόντρα δεν οριοθετήθηκε οριζόντια, δηλαδή Κεντροδεξιά – Κεντροαριστερά, αλλά κάθετα, δηλαδή μεταξύ πολιτικής και αγοράς. Η πολιτική μίλησε για κακή διαπλοκή που εξαγοράζει πολιτικές συνειδήσεις. Η αγορά απάντησε μιλώντας για διεφθαρμένο και απαξιωμένο πολιτικό κόσμο.

Ακόμα μία κόντρα χωρίς όραμα. Ακόμα ένας συγκρουσιακός διχασμός, που αποδυναμώνει την εθνική προσπάθεια, διότι ενοχοποιεί ισοπεδωτικά κάθε επιχειρηματία και απαξιώνει ηθικά κάθε πολιτικό.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πάντα υπήρχαν πολιτικοί με ελαστικές συνειδήσεις ή επιχειρηματίες που καταχρώνταν τη σχέση τους με την εξουσία. Αυτή, όμως, η καταπάτηση των κανόνων που πρέπει να διέπουν τη σχέση πολιτικής και αγοράς δεν επιτρέπεται ούτε να γενικεύεται ούτε να μετεξελίσσεται σε απαγορευτική προκατάληψη. Ενας πολιτικός που ξεπουλά τη συνείδησή του δεν προσδιορίζει όλον τον πολιτικό κόσμο. Ούτε βέβαια ένας διεφθαρμένος επιχειρηματίας προσδιορίζει όλη την αγορά. Οταν υπάρχουν μέτρα και κανόνες που ισχύουν και εφαρμόζονται, διασφαλίζουν μια αρμονική ισορροπία η οποία επιτρέπει το ατομικό συμφέρον να ικανοποιείται μόνο όταν περνά μέσα από το συλλογικό, κοινωνικό και εθνικό συμφέρον. Αυτό είναι το σύγχρονο υγιές δίλημμα.

Κάποτε ο Ε. Βενιζέλος χαρακτηρίστηκε αναμορφωτής διότι παραχώρησε τα «τσιφλίκια» δημιουργώντας πολλούς ιδιοκτήτες-αγρότες. Ο Κ. Καραμανλής νίκησε τη φτώχεια και έκτισε μια ισχυρή κοινωνική συμμαχία, καθιστώντας μέσα από την «αντιπαροχή» τους φτωχούς ιδιοκτήτες γης, μικρομεσαίους επαγγελματίες. Δίδοντας στέγη και δουλειά σε εκατομμύρια Ελληνες, κυρίως πρόσφυγες.

Στην εποχή μας είναι εφικτό να επινοηθεί ένα τέτοιο εγχείρημα. Η κοινωνική κινητικότητα και οι ίσες ευκαιρίες μπορούν να διασφαλισθούν μόνο μέσα από την πραγματική παιδεία, τη σύγχρονη γνώση, τη φρέσκια πληροφόρηση. Οι νέες τεχνολογίες διαφοροποιούν τα δεδομένα. Απλώνουν τις δυνατότητες σε όλη την Ελλάδα και σε όλους τους Ελληνες. Αναδιανέμουν τον πλούτο που πηγάζει πια από τη γνώση. Η κορυφή της πυραμίδας δεν θεωρείται πλέον εκ των προτέρων ρεζερβέ για κάποιους.

Το κράτος οφείλει να μετεξελιχθεί σε ρυθμιστή, δηλαδή σε παραγωγό και εγγυητή των νέων κανόνων. Η αγορά θα γεννήσει τον πλούτο και θα δημιουργήσει τις νέες θέσεις εργασίας. Η νέα πολιτική μπορεί να εμπνεύσει και να εγγυηθεί την ισορροπία ανάμεσα στο εγώ και στο εμείς. Ετσι μόνο θα συνομιλήσουμε με τον κόσμο που έρχεται.

Ο κ. Ευριπίδης Στ. Στυλιανίδης είναι υπουργός Μεταφορών και Επικοινωνιών, βουλευτής Ροδόπης της ΝΔ.