Oπως τόνισαν όλοι οι σχολιαστές, το κύριο χαρακτηριστικό των πρόσφατων εκλογών ήταν η πρωτοφανής αποχή από την εκλογική διαδικασία. Αυτή η αποχή σωστά εξηγήθηκε με το ότι οι πολίτες (κυρίως οι νέες και νέοι) είναι απογοητευμένοι από τον τρόπο λειτουργίας του πολιτικού συστήματος της χώρας. Και δεν έχουν άδικο να είναι απογοητευμένοι. Δημοκρατικά ελλείμματα
Τριάντα έξι χρόνια μετά την πτώση της χούντας τα πολιτικά κόμματα δεν κατόρθωσαν να υπερβούν μερικά από τα βασικά δημοκρατικά ελλείμματα που τα χαρακτήριζαν στην προδικτατορική περίοδο. Αντίθετα, τα ελλείμματα αυτά εντάθηκαν. Πιο συγκεκριμένα, στη μεταπολίτευση τα κόμματα μαζικοποιήθηκαν χωρίς να εκδημοκρατιστούν, δηλαδή χωρίς να αποβάλουν τα πελατειακά και λαϊκιστικά χαρακτηριστικά τους. Αυτό οδήγησε στη μαζικοποίηση της ρουσφετολογίας, στον πολλαπλασιασμό των παράνομων κυκλωμάτων και στην εκτεταμένη αδιαφάνεια και ασυδοσία της κρατικής μηχανής. Με άλλα λόγια σε ό,τι αφορά τη λειτουργία των κομμάτων τα πράγματα, αντί να καλυτερεύσουν, χειροτερεύουν. Από αυτή την άποψη, για τα σκάνδαλα δεν ευθύνονται μόνο συγκεκριμένα πρόσωπα. Τα σκάνδαλα δεν αποτελούν περιστασιακά φαινόμενα. Αποτελούν δομικά, συστατικά στοιχεία του κομματικοκρατικού συστήματος. Είναι ακριβώς γι΄ αυτόν τον λόγο που ούτε τα ευχολόγια, ούτε οι ηθικολογίες περί «μηδενικής ανοχής», ούτε οι κοκορομαχίες για το ποιο κόμμα φταίει περισσότερο για τα σκάνδαλα, μπορούν να οδηγήσουν στην κάθαρση.

Το μήνυμα των εκλογών
Οι πολιτικοί και των δύο μεγάλων κομμάτων μάς διαβεβαίωσαν πως «πήραν το μήνυμα» των 2 εκατομμυρίων πολιτών που δεν πήγαν στις κάλπες. Τι ακριβώς όμως μήνυμα πήραν, ή μάλλον πώς ερμήνευσαν τη γενικευμένη δυσαρέσκεια του κόσμου; Και, δεύτερο ερώτημα, με τι συγκεκριμένα μέτρα σκοπεύουν να ανταποκριθούν στο μήνυμα; Στα δύο αυτά ερωτήματα οι κομματικές ηγεσίες είτε προτείνουν επιφανειακά μέτρα (π.χ. την απομάκρυνση προσώπων των οποίων το όνομα συνδέθηκε με τα σκάνδαλα), είτε σιωπούν. Ούτε η κυβέρνηση, ούτε η αντιπολίτευση δεν μας είπαν πριν ή μετά τις εκλογές με ποιον τρόπο σκοπεύουν να καταπολεμήσουν την προφανή απαξίωση του πολιτικού συστήματος. Ούτε η κυβέρνηση ούτε η αντιπολίτευση δεν έχουν κάτι σοβαρό να προτείνουν σε σχέση με τα δομικά χαρακτηριστικά της διαφθοράς και της αδιαφάνειας που όλο και περισσότερο υπονομεύουν τους δημοκρατικούς θεσμούς. Σε αυτό το θέμα υπάρχει μια απαράβατη διακομματική συμφωνία σιωπής.

Η σιωπή των κομμάτων
Πώς εξηγείται αυτή η «εκκωφαντική σιωπή»; Θα αναφερθώ σε τρεις βασικούς λόγους. Πρώτον, τα κόμματα έχουν αδιαφανή οικονομικά, και αν μεν το ΚΚΕ αρνείται τον οικονομικό έλεγχο, τα κόμματα εξουσίας κάνουν το ίδιο χωρίς να το λένε δημόσια. Και το κάνουν αυτό γιατί λειτουργούν με κρυφά κονδύλια- αφού ξοδεύουν πολύ περισσότερα από αυτά που δηλώνουν. Αν έτσι έχουν τα πράγματα, είναι πολύ πιθανό, αν όχι σίγουρο, πως δοσοληψίες τύπου Siemens δεν αφορούν μεμονωμένα άτομα αλλά και κόμματα στα ταμεία των οποίων καταλήγει ένα μέρος τουλάχιστον του μαύρου χρήματος.

Δεύτερον, όπως έχω επανειλημμένα τονίσει από αυτές τις στήλες, στην Ελλάδα οι πελατειακές σχέσεις δεν περιορίζονται στον πολιτικό χώρο. Μέσω της κομματικοποίησης όλων των θεσμών (πανεπιστήμιο, σχολείο, αθλητισμός, επαγγέλματα κτλ.) επεκτείνονται και διαβρώνουν όλον τον κοινωνικό ιστό. Αυτή η επέκταση της κομματικής επιρροής αποδυναμώνει την κοινωνία των πολιτών και υποσκάπτει τους σχηματισμούς/οργανώσεις που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν σαν αντίβαρα στην κομματική διοίκηση και στον κρατικό αυταρχισμό. Από αυτή την άποψη, ένας ουσιαστικός εκδημοκρατισμός του πολιτικού συστήματος προϋποθέτει μια μετάθεση ελεγκτικών κυρίως λειτουργιών από τα κόμματα και την κυβέρνηση σε ισχυρές ανεξάρτητες αρχές, αρχές ικανές να εντοπίζουν και να δημοσιοποιούν τις επιμεριστικές/αντιδημοκρατικές πρακτικές του κομματικοκρατικού συστήματος. Αυτό σημαίνει έναν σοβαρό περιορισμό της κομματικής ισχύος, πράγμα το οποίο τα κόμματα δεν δέχονται. Επιπλέον, αν στη χώρα μας οι πολιτικοί δέχονται την «πολιτική ευθύνη» χωρίς να παραιτούνται, το ίδιο συμβαίνει με τον εκδημοκρατισμό του κομματικού συστήματος. Παραδέχονται τις δυσλειτουργίες του αλλά δεν κάνουν τίποτα για να τις απαλείψουν.

Τρίτον, οι πολιτικές ηγεσίες εξακολουθούν να πιστεύουν πως το πρόβλημα της διαφθοράς και των πελατειακών σχέσεων μπορεί να λυθεί «βολονταριστικά». Δηλαδή με την πολιτική βούληση του εκάστοτε αρχηγού. Εξετάζοντας όμως όλες τις μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις διαπιστώνουμε ότι οι καλές και ειλικρινείς προθέσεις μερικών πεφωτισμένων πολιτικών δεν στάθηκαν ικανές να εξυγιάνουν το πολιτικό σύστημα. Γιατί αυτό που απαιτείται είναι η αυτονόμηση του δικαστικού συστήματος από την εκάστοτε κυβέρνηση, καθώς και η δημιουργία ισχυρών ελεγκτικών μηχανισμών που δεν θα ελέγχονται από τις κομματικές ηγεσίες. Δυστυχώς ούτε η κυβέρνηση ούτε η αντιπολίτευση ασχολούνται σοβαρά με τα παραπάνω προβλήματα.

Συμπέρασμα: Πήραν το μήνυμα οι πολιτικοί από αυτούς που απείχαν των εκλογών; Μάλλον όχι. Γιατί; Γιατί δεν έχουν να προτείνουν κανέναν μηχανισμό ικανό να αμβλύνει τα δομικά, επιμεριστικά/πελατειακά χαρακτηριστικά του πολιτικού συστήματος- χαρακτηριστικά που το απαξιώνουν και που οδηγούν τους πολίτες στην πολιτική απάθεια και στον κυνισμό.

Ο κ. Νίκος Μουζέλης είναι ομότιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας στη London School of Εconomics.