Μετά και τις πρόσφατες «προσπάθειες» εφαρμογής από το Ελληνικό Κοινοβούλιο του άρθρου 86 του Συντάγματος (για την ποινική ευθύνη των υπουργών), μου ζητήθηκε να συμμετάσχω σε (νέα) επιστημονική έκθεση απόψεων για το νομικό περιεχόμενο, τη σκοπιμότητα της θέσπισης του άρθρου αυτού και την ως τώρα «πορεία» του στην πολιτική πρακτική.

Εχοντας διατυπώσει την επιστημονική μου άποψη για το θέμα αυτό (σχετικά πρόσφατα) και στο «Βήμα» (Κυριακή 19.10.2008) και στο νομικό περιοδικό «Ποινική Δικαιοσύνη» (τ. 2008,

σ. 1.138), αρνούμαι να συνεχίσω τη συζήτηση. Και τούτο γιατί θεωρώ ότι ο οποιοσδήποτε δημόσιος επιστημονικός διάλογος (και η συμμετοχή σε αυτόν) δίνει την εντύπωση ότι υπάρχει δήθεν νομικό πρόβλημα σχετικά με το άρθρο 86 Συντ., ενώ το πρόβλημα βρίσκεται αλλού: στον ευτελισμό χωρίς όρια και αιδώ των θεσμών της δημοκρατίας από τους ασκούντες πολιτική εξουσία. Η επιστημονική συζήτηση για νομικά πλαίσια έμμεσα «νομιμοποιεί» αυτόν τον ευτελισμό παρέχοντας «δεκανίκι» στην εξουσία για να δικαιολογηθούν τα αδικαιολόγητα.

Το Σύνταγμα και οι νόμοι καταπατούνται από τους ίδιους τους θεσμικούς φορείς υποστήριξής τους. Οταν αποκαλύπτεται η οποιαδήποτε χονδροειδής παρανομία, οι αρμόδιοι πολιτικοί άρχοντες σπεύδουν να τη φορτώσουν στην ελλιπή (δήθεν) νομοθεσία και να υποσχεθούν τη θέσπιση νέων, καλύτερων νόμων! Και τότε αρχίζει η επιστημονική συζήτηση για την ερμηνεία και τις προοπτικές επιτυχίας τους. Ωσπου να καταπατηθούν και αυτοί και να αρχίσει νέος κύκλος συζητήσεων…

Φτάνει πια η «νομιμοποίηση» από τους νομικούς αυτού του εμπαιγμού των ελλήνων πολιτών. Ως εδώ.

Η θεσμική λειτουργία στη σύγχρονηΕλλάδα έχει φθάσει στο έσχατο σημείο ηθικής κατάπτωσης. Υπάρχει μια ανεξέλεγκτη εξουσία- η κομματικήπου χωρίς φραγμούς προχωρεί στην άπληστη επιβολή της στον δημόσιο βίο της χώρας. Αυτή καταλύει στην πράξη την ανεξαρτησία των βουλευτών, αυτή πολιορκεί ασφυκτικά και προσπαθεί ανεπίτρεπτα να ποδηγετήσει τη Δικαιοσύνη στις υποθέσεις με πολιτική σημασία. Η ανεξαρτησία του Κοινοβουλίου και της Δικαιοσύνης αποτελεί ωστόσο προϋπόθεση της δημοκρατίας, όπως τουλάχιστον τη διαμόρφωσε ο δυτικός νομικός πολιτισμός.

Ας αναλογιστούν όποιοι μπορούν ακόμη να σκέφτονται πέρα από το προσωπικό τους (υλικό) συμφέρον τι κάνουν και σε ποια καταστροφική πολιτική πρακτική συμμετέχουν. Και ας υποστηρίξουν, όχι πια στα λόγια αλλά με πράξη, τη θεσμική ανεξαρτησία τους. Πριν να είναι πολύ αργά.

Ο κ. Ιωάννης Μανωλεδάκης είναι ομότιμος καθηγητής του ΑΠΘ.