Πόσες αναγνώσεις μπορεί να έχει η δημόσια παρουσία ενός ανθρώπου;Πολλές, αν παρουσίασε μια πλούσια δράση και διέπρεψε σε πολλούς τομείς.Πολλές και αντιφατικές συνάμα,αν επηρέασε με διαφορετικό
τρόπο,διαφορετικούς ανθρώπους,αλλάζοντας στην πορεία και ο ίδιος.Ο Γρηγόρης Φαράκος ήταν μια τέτοια πολυσύνθετη προσωπικότητα.Η ζωή του ταυτίστηκε με τα χαρακτηριστικά του 20oύ αιώνα:τις ελπίδες αλλά και τις απογοητεύσεις,την έφοδο στον ουρανό αλλά και την κάθοδο στην κόλαση.

Γόνος αστικής οικογένειας και χριστιανός στην πρώτη νιότη του Ο Γρηγόρης Φαράκος, πέρασε με φυσικό τρόπο στον κομμουνισμό όπως συνέβη με αρκετούς ευρωπαίους διανοούμενους. Ο Φαράκος δεν γεννήθηκε σαν άλλους μέσα στο κόμμα, πέρασε όμως τα περισσότερα χρόνια της ζωής μέσα σε αυτό. Στέλεχος της ΟΚΝΕ και της ΕΠΟΝ, μαχητής του ΕΛΑΣ στη μάχη της Αθήνας (ως καπετάνιος του περίφημου λόχου των φοιτητών «Λόρδος Μπάιρον») και αργότερα του ΔΣΕ στον Γράμμο, τραυματισμένος δύο φορές, έζησε κυριολεκτικά στο πετσί του ολόκληρο τον Εμφύλιο. Πολιτικός πρόσφυγας στην Ανατολική Ευρώπη, παράνομος κομμουνιστής στην Ελλάδα της χούντας (η οποία και τον φυλάκισε), ανέβηκε ολόκληρη την κομματική ιεραρχία ως τον ανώτατο βαθμό του Γενικού Γραμματέα.

Μέσα σε αυτόν τον κόσμο διατήρησε μια ιδιότυπη εσωτερική απομόνωση, πιθανόν λόγω της παιδείας και της ψυχοσύνθεσής του. «Είμαι μόνος» έγραφε στο δικό του ημερολόγιο των ετών 1956-1959. Μια μοναξιά που πολλά στελέχη του κόμματος βίωσαν σε διαφορετικές στιγμές από διαφορετικές θέσεις.

Τα ενδιαφέροντά του επεκτάθηκαν πολύ μακρύτερα από τους στενούς ορίζοντες της πολιτικής και τους ακόμη στενότερους του κόμματος. Ηταν άνθρωπος των θετικών επιστημών με αγάπη για τα μαθηματικά (πολλοί τον θυμούνται να λύνει με το μολύβι του εξισώσεις) και με «τεχνοκρατικά» ενδιαφέροντα για την οικονομική και ενεργειακή ανάπτυξη της χώρας. Ανθρωπος, επίσης, της ενδοσκόπησης, τον απασχόλησε ιδιαίτερα η ιστορία του ελληνικού κομμουνισμού, πιθανόν για να καταλάβει καλύτερα τι ήταν αυτό το φαινόμενο που μέσα του βυθίστηκε συνειδητά για περισσότερα από 50 χρόνια. Περισσότερο από όλα τα στελέχη του κομμουνιστικού κόμματος, τον Φαράκο απασχόλησε η κατανόηση των βασικών παραμέτρων που διαμόρφωσαν το κομμουνιστικό σύμπαν.

Είναι λοιπόν λογικό, ένα συνέδριο που επιθυμεί να τιμήσει τη μνήμη ενός τέτοιου ανθρώπου να θέτει ως πρωταρχικό του στόχο τον νηφάλιο διάλογο και την ανταλλαγή απόψεων και επιχειρημάτων σε μια προσπάθεια πρώτα απ΄ όλα να κατανοηθεί η λειτουργία σύνθετων φαινομένων όπως είναι τα κομμουνιστικά κόμματα και ο κόσμος της Αριστεράς.

Στην ασφυκτικά γεμάτη αίθουσα του Βουλευτικού στο Ναύπλιο, όπου πραγματοποιήθηκε στις 13-15 Μαρτίου το συνέδριο προς τιμήν του Γρηγόρη Φαράκου, παρουσιάστηκαν 27 ανακοινώσεις που μπορούν να διακριθούν σε τρεις κατηγορίες: αυτές που λειτούργησαν περισσότερο ως μαρτυρίες για τη ζωή του ως κομμουνιστή ηγέτη, κυρίως από ανθρώπους που μαθήτευσαν δίπλα του στην ΚΝΕ και τον «Ριζοσπάστη»· εκείνες που προσπάθησαν να αναλύσουν διαφορετικές πτυχές του ελληνικού και ευρωπαϊκού κομμουνιστικού φαινομένου· και, τέλος, οι ανακοινώσεις που έθεσαν στο επίκεντρό τους το συγγραφικό έργο του Φαράκου δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στις ιστορικές μελέτες των τελευταίων χρόνων. Οι μαρτυρίες σε γενικές γραμμές παρουσίασαν τη δράση ενός πιστού και συχνά «σκληρού» κομμουνιστή που πάντως επιχείρησε να συνδυάσει την κομμουνιστική απολυτότητα με την κριτική ματιά. Ο Φαράκος ήταν πάνω απ΄ όλα κομμουνιστής, όπως είπε ένας σύνεδρος, όμως δεν ήταν οποιοσδήποτε κομμουνιστής. Ηταν ένας πιστός, αναμφίβολα, που στήριξε όμως την πίστη του στην αμφιβολία για αυτήν. Το ότι στο τέλος κυριάρχησε η αμφιβολία, ίσως να είναι ένα αισιόδοξο μήνυμα: ανάμεσα στην πίστη και τη γνώση, ο Φαράκος προτίμησε αναμφίβολα τη δεύτερη, χωρίς όμως να αδικήσει την πρώτη.

Σε σχέση με το ευρύτερο κομμουνιστικό κίνημα οι ανακοινώσεις κάλυψαν διαφορετικές πτυχές του σύνθετου αυτού φαινομένου. Κάποιες ομιλίες επικεντρώθηκαν στον διεθνή χαρακτήρα του κομμουνισμού, στις σχέσεις του ΚΚΕ με άλλα κομμουνιστικά κόμματα και στην εξωτερική πολιτική του κόμματος. Αλλες ομιλίες παρουσίασαν τον τρόπο με τον οποίο κατανόησαν οι αντίπαλες παρατάξεις το ΚΚΕ και τις πολιτικές στρατηγικές του.

Τέλος, οι ομιλίες που έδωσαν έμφαση στο ιστορικό έργο του Φαράκου έδειξαν πόσο καταλυτική ήταν η συμβολή του στην αποδόμηση ορισμένων βασικών μύθων για τη δεκαετία του ΄40. Οι ομιλητές έδειξαν πως ο Φαράκος, μέσω των τεκμηρίων που έφερε στο φως αλλά και της ανάλυσης που επιχείρησε, ξεκαθάρισε πλήρως το τοπίο για την επιδιώξεις του ΚΚΕ στην περίοδο της Κατοχής και αργότερα στην Απελευθέρωση. Ανέλυσε τον Εμφύλιο σαν μια σύγκρουση που ξεκίνησε ήδη από το 1943 για να πάρει νέες διαστάσεις το 1944 και το 1947. Τεκμηρίωσε πλήρως την πρόθεση του ΚΚΕ να καταλάβει την εξουσία από την πρώτη κιόλας στιγμή του αντιστασιακού αγώνα και να την ασκήσει μονοπωλιακά. Κατανόησε την τραγωδία των Δεκεμβριανών όχι ως «λάθος», «τρελό καράβι» ή «παρεξήγηση», αλλά ως αποτέλεσμα μιας ορθολογικής επιλογής κατάληψης της εξουσίας κατά τα πρότυπα των άλλων κομμουνιστικών κομμάτων, που απλά στην περίπτωση του ΚΚΕ δεν είχε αίσιο τέλος καθώς απέτυχε να λάβει υπόψη του ορισμένους παράγοντες, που ενδεχομένως δεν ήταν σε θέση να λάβει, όπως τη συμφωνία Στάλιν- Τσόρτσιλ και τις προθέσεις των Βρετανών. Πέρα από την ανάλυσή του, ο Φαράκος καλλιέργησε ένα επιστημονικό ύφος που βασίστηκε στην κυριολεκτικά ανηλεή επιδίωξη της ερευνητικής αποστασιοποίησης ακόμη και όταν αυτή ήταν πρακτικά αδύνατη. Δεν πρέπει να εκπλήσσει, επομένως, το γεγονός πως η ιστορική έρευνα του Φαράκου εξακολουθεί να ενοχλεί κάποιους που πιστεύουν πως αγνοώντας την θα καταφέρουν να την κάνουν να ξεχαστεί.

Περισσότερο απ΄ όλα, όμως, το συνέδριο έφερε σε επαφή ανθρώπους από διαφορετικές γενιές και με εντελώς διαφορετικές διαδρομές και ευαισθησίες, που στάθηκαν τρεις ημέρες ο ένας δίπλα στον άλλον ανταλλάσσοντας απόψεις και επιχειρήματα με νηφαλιότητα, καλή πίστη και διάθεση να ακούσουν και να μάθουν. Σε μια εποχή όπου ο δημόσιος επιστημονικός λόγος για την πρόσφατη ιστορία της χώρας μας δείχνει να έχει υποχωρήσει αισθητά ως προς τις παραπάνω αξίες, ενώ η χυδαιότητα και ο αυτισμός τείνουν να υποκαταστήσουν το επιστημονικό πνεύμα και την ερευνητική τεκμηρίωση, η παρουσία του Γρηγόρη Φαράκου στη συνείδηση όλων μας βοηθάει αναμφίβολα προς αυτή την κατεύθυνση και αποτελεί ίσως το σπουδαιότερο κληροδότημά του.

Ο κ. Στάθης Καλύβας είναι καθηγητής της Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Γέιλ. Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι επίκουρος καθηγητής του Τμήματος Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας.