Κάτω από το βάρος της μεγαλύτερης οικονομικής κρίσης μεταπολεμικά, συνειδητοποιούμε καθημερινά ολοένα περισσότερο τη σημασία και τις επιπτώσεις της χρόνιας δημοσιονομικής μας κακοδιαχείρισης με κύρια συμπτώματα το υψηλό έλλειμμα και χρέος. Σήμερα φαίνονται καθαρά περισσότερο από ποτέ οι αλήθειες αυτών που για πολλά χρόνια αρκετές φωνές προειδοποίησης στο εσωτερικό και πολλές συστάσεις από το εξωτερικό αντιμετώπιζαν την περιφρόνηση και ακόμη και τον χλευασμό από τον διάχυτο ανεύθυνο λαϊκισμό. Τώρα βλέπουμε ότι, εκτός από τις όποιες συνέπειες της παράβασης των θεσμικών μας υποχρεώσεων στην ευρωζώνη, το υψηλό έλλειμμα και χρέος επιφέρει την τιμωρία των αγορών με τα υψηλά κόστη δανεισμού όχι μόνο για το Δημόσιο αλλά και για τον ιδιωτικό τομέα, επειδή αυτά εμμέσως μεταφέρονται και διαχέονται σε αυτόν. Η υψηλότερη στην Ευρώπη ως ποσοστό του ΑΕΠ δαπάνη για τόκους, σε μια χώρα που υποχρεούται επίσης στις υψηλότερες αμυντικές δαπάνες, εκτοπίζει και περιορίζει κάθε δυνατότητα αύξησης των δαπανών για Παιδεία, Υγεία, αναπτυξιακές δαπάνες και επεκτατική πολιτική σε περιόδους ύφεσης.

Το πολιτικό μας σύστημα αδυνατεί ν΄ απαλλαγεί από τις βαθιά ριζωμένες νοοτροπίες του. Επιμένει, όπως πάντα, στην αναβολή και αποφυγή των απαραίτητων αποφάσεων και πολιτικών που θα αντιμετωπίσουν το πρόβλημα και θα δημιουργήσουν το στέρεο έδαφος της διατηρήσιμης δημοσιονομικής προσαρμογής που χρειάζεται η χώρα. Γιατί στο χρόνιο και διαρθρωτικό αυτό πρόβλημα της χώρας απαιτούνται ρήξεις με κατεστημένα συντεχνιακά συμφέροντα, των οποίων η προσοδοθηρία και τα προνόμια στηρίζονται ακριβώς στη δημόσια σπατάλη και κακοδιαχείριση. Στο σκέλος της περιστολής των δαπανών, δεν είναι ούτε οι υπερωρίες, ούτε τα «εκτός έδρας» των υπαλλήλων, ούτε άλλα λειτουργικά των δημοσίων υπηρεσιών που δημιούργησαν το δημοσιονομικό μας πρόβλημα, δηλαδή τα αμελητέα ποσά των συνολικών δαπανών. Δεδομένου ότι οι δαπάνες έχουν όνομα και κωδικό, θα πρέπει συγκεκριμένα να ονοματίσουμε αυτές που αποτελούν τις εστίες της δημόσιας σπατάλης και του χρέους. Ενδεικτικά μπορούμε ν΄ αναφέρουμε:

1. Οι προμήθειες των νοσοκομείων, μια κραυγαλέα πηγή δημόσιας σπατάλης. Ενώ αντιμετωπίστηκαν ικανοποιητικά με τη μεταρρύθμιση του 2000-2004, οι μετέπειτα επικοινωνιακοί διαχειριστές του ΕΣΥ επανέφεραν το προηγούμενο καθεστώς.

2. Σε ποια χώρα της Ευρώπης μόνο το κόστος μισθοδοσίας στους σιδηροδρόμους είναι τριπλάσιο των εσόδων;

3. Ενα πλήθος δημόσιων επιχειρήσεων και οργανισμών μάλλον αγνώστου αριθμού, βιλαέτια και κομματικά λάφυρα του πελατειακού συστήματος, χωρίς να αξιολογηθεί ποτέ το παραγόμενο έργο σε σχέση με το κόστος τους, αποτελούν χρόνια πηγή σπατάλης και χρέους.

4. Δεν αποτελεί προφανή σπατάλη η συνταξιοδότηση στρατιών υπαλλήλων του Δημοσίου με το πλέον προνομιακό καθεστώς και παραγωγική ηλικία, σε ένα προβληματικό ασφαλιστικό σύστημα, που μαζί με τις δαπάνες Υγείας συνθέτουν το επίσης υψηλό κρυφό χρέος;

5. Ως πότε η εισοδηματική πολιτική θα αποφασίζεται εν μέρει από την κυβέρνηση και εν μέρει από το δικαστικό σώμα και τις συντεχνιακές ομάδες εκβιασμού, πάνω σ΄ ένα μωσαϊκό επιδομάτων και μισθολογικών ανισοτήτων του δημόσιου τομέα;

Ο κατάλογος είναι μακρύς. Σε σπατάλες σαν αυτές πάει κάθε χρόνο για δεκαετίες τώρα η αύξηση του δημόσιου χρέους, εκεί οφείλεται η υποχρηματοδότηση τομέων που η χώρα μας έχει ανάγκη. Αυτές ευθύνονται για το «πάγωμα» των μισθών και συντάξεων δικαίων και αδίκων για να μειωθεί το έλλειμμα κάτω του 3%.

Στη χρόνια ανικανότητα αντιμετώπισης τέτοιων εστιών σπατάλης με διαρθρωτικού χαρακτήρα παρεμβάσεις οφείλεται η έλλειψη αξιοπιστίας και θετικών μηνυμάτων στις αγορές που μας ανεβάζουν το κόστος δανεισμού. Αν αποδίδονται ευθύνες για τη σημερινή κρίση και επιβάλλονται περικοπές στα golden boys των τραπεζών, μήπως θα έπρεπε η περιστολή των δημοσίων δαπανών να ξεκινήσει από αυτούς που με την πολιτική τους κουλτούρα και πρακτικές ευθύνονται για τη δημόσια σπατάλη και το υπέρογκο χρέος, δηλαδή τα golden boys and girls του πολιτικού μας συστήματος;

Ο κ. Σωτ. Θεοδωρόπουλος είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς.