Αν κάποιος αποφασίσει να ανασυντάξει τις πολιτικές θεωρίες που έκριναν ότι ο φόβος, ο πανικός, ο τρόμος συνιστά το κεντρικό ελατήριο της πολιτικής υπακοής, σίγουρα θα κατέτασσε σε περίοπτη θέση τον Χομπς. Οπως είναι γνωστό, στον Λεβιάθα ν, στο βιβλίο το οποίο αφιερώνει σε αυτό το ζώο-μηχανή που είναι το κράτος, ο φιλόσοφος ορίζει τον φόβο ως «το μοναδικό πράγμα που προκαλεί την υπακοή στον νόμο», τη μη-παραβίασή του και τη διατήρησή του. Ετσι, ο φόβος και ο νόμος βρίσκονται σε αμφίδρομη σχέση μεταξύ τους. Ταυτοχρόνως όμως, όπως το θεωρεί αυτονόητο ο Χομπς, δεν μπορεί να υπάρχει νόμος χωρίς θεσμοθετημένη κυρίαρχη εξουσία: «Οταν η κυρίαρχη εξουσία είναι απούσα, το έγκλημα είναι επίσης απόν, διότι εκεί που μια τέτοια εξουσία δεν υπάρχει, δεν μπορούμε να έχουμε καμία προστασία από τον νόμο και συνεπώς ο καθένας μπορεί να προστατεύσει τον εαυτό του με τη δική του δύναμη». Φόβος, νόμος, εξουσία σχηματίζουν το τρίγωνο του θεού ή του διαβόλου- όπως το πάρει ο καθένας. Αυτό όμως που δεν πρέπει να μας διαφύγει, όταν καταγράφουμε τις αυστηρές προτάσεις του Χομπς που μοιάζουν με γεωμετρικά θεωρήματα, είναι ένα είδος πορίσματος που προκύπτει από τον συνδυασμό τους. Πράγματι, η θεσμοθετημένη κυριαρχία- που είναι «η ζωντανή ψυχή του κράτους», όπως ρητά το επισημαίνει ο Χομπς- αφενός προϋποθέτει τον φόβο ως όρο για την ύπαρξή της ενώ, αφετέρου, τον προκαλεί. Απλούστερα: ο φόβος δημιουργεί τον κυρίαρχο και η κυριαρχία παράγει φόβο. Αν έτσι έχουν τα πράγματα, βρισκόμαστε συνεχώς ασφυκτικά πολιορκημένοι στον κλοιό του φόβου: ιδρύουμε το κράτος για να μας προστατεύσει από τον φόβο, αλλά φοβόμαστε την κρατική τιμωρία, κάθε φορά που παραβαίνουμε ή που επιθυμούμε να παραβούμε τον νόμο. Σε όλες τις περιπτώσεις κυρίαρχος είναι ο φόβος. Ζούμε στην κυριολεξία υπό το κράτος του φόβου, γιατί είμαστε μονίμως υποχρεωμένοι στο κράτος που μας προστατεύει. Και ο μόνος τρόπος που έχουμε για να ξεπληρώσουμε την υποχρέωση είναι η υπακοή στο κράτος. Τότε και μόνον τότε είμαστε εντάξει με τις υποχρεώσεις μας. Ή, όπως το είπε σε μια εξαιρετικά εύστοχη διατύπωση ο Καρλ Σμιτ, «προστατεύω άρα υποχρεώνω, είναι το σκέφτομαι άρα υπάρχω του κράτους». Από τη σκοπιά αυτή το κράτος μπορεί να θεωρηθεί ως ένα είδος δημόσιας ασφαλιστικής εταιρείας, τις υπηρεσίες της οποίας πληρώνουμε όλο και ακριβότερα, χωρίς να είναι καθόλου βέβαιο πια ότι μπορούμε να εμπιστευθούμε την ποιότητά τους. Ισως αυτό να εξηγεί το γεγονός ότι σεβαστός αριθμός από τους πολίτες που το μπορούν, καταφεύγουν όλο και περισσότερο σε ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες με τις οποίες κλείνουν συμβόλαια ζωής ή θανάτου- εξαρτάται από την περίπτωση.

Στο μέτρο που οι προηγούμενες παρατηρήσεις ισχύουν δεν έχει και μεγάλο νόημα να απορεί κανείς για το γεγονός ότι οι σχέσεις των πολιτών με το κράτος γίνονται όλο και πιο χαλαρές. Μικραίνει σε βαθμό ανησυχητικό ο αριθμός εκείνων που πιστεύουν σοβαρά ότι οφείλουν υπακοή σε ένα κράτος που αδυνατεί να τους προστατεύσει από κινδύνους πολλών ειδών: από τη ληστεία σε βάρος της δημόσιας περιουσίας, για παράδειγμα, ή από τη μεθοδική και ατιμώρητη καταστροφή του περιβάλλοντος. Ή ακόμη από τον στόμφο των υψηλών κρατικών λειτουργών, οι οποίοι προφανώς δεν θεωρούν εαυτούς υπεύθυνους για όσα συμβαίνουν, μια και εμφανίζονται ανεύθυνοι για οτιδήποτε. Ισως δεν είναι μακριά η στιγμή που ο καθένας θα θεωρήσει ότι η ασφάλειά του είναι ατομική υπόθεση και θα φροντίσει να πάρει τα μέτρα που απαιτούνται. Κάπως έτσι όμως όριζε ο Χομπς τη φυσική κατάσταση, όπου ο καθένας υπερασπιζόταν τη ζωή του με το σπαθί του.

Υποθέτω ότι οι περισσότεροι από τους καθημερινούς ανθρώπους, αν όχι όλοι, επιθυμούν την παραμονή στην πολιτική κατάσταση. Οι μόνοι που φαίνεται να αδιαφορούν είναι οι άρχοντες που μας κυβερνούν. Μοιάζει να πιστεύουν ότι μπορούν να επικαλύψουν την πραγματικότητα με επάλληλα στρώματα λέξεων, κάτι σαν αμμοβολή που σου φράζει τον λαιμό, τα αυτιά και τα μάτια, με την ελπίδα ότι, ανάπηρος πια, θα πάψεις επιτέλους να αισθάνεσαι. Δεν είναι απολύτως βέβαιο ότι δεν θα τα καταφέρουν. Αν πετύχουν θα έχουν στη διάθεσή τους ανθρώπους της αρεσκείας τους: φοβισμένους, κουρασμένους, υπάκουους, αλλά ταυτοχρόνους ανθρώπους μνησίκακους, φθονερούς, εκδικητικούς. Το εκρηκτικό αυτό μείγμα, κάθε φορά που εμφανίστηκε στην ιστορία οδήγησε στην καταστροφή. Ας ελπίσουμε ότι οι δυνάμεις που θα αντισταθούν υπάρχουν και πως θα βρουν τον τόνο που θα κάνει τη φωνή τους δυνατή.

Ο κ. Γεράσιμος Βώκος είναι καθηγητής Φιλοσοφίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.