1. Ιδιαιτέρως εντυπωσιακή ήταν από το 1975 και μετά η μεταρρύθμιση του Οικογενειακού Δικαίου. Οπως μάλιστα είχε τονίσει ο αείμνηστος καθηγητής Γεώργιος Κουμάντος αναφορικά με τον Νόμο 1329/1983 «οι καινούργιες διατάξεις για το Οικογενειακό Δίκαιο διατυπώθηκαν και ψηφίστηκαν με την ελπίδα ότι ανοίγουν μια νέα περίοδο στη νομική ρύθμιση της οικογένειας στον τόπο μας, μια περίοδο ισότητας και ελευθερίας που θα οδηγήσει σε οικογενειακές σχέσεις πιο αρμονικές, πιο συντροφικές, τελικά πιο ευτυχισμένες. Η ερμηνευτική επεξεργασία και η πρακτική εφαρμογή των καινούργιων αυτών διατάξεων θα πρέπει να μη διαψεύσουν αυτήν την ελπίδα». Η ίδια ελπίδα συνοδεύει και τους μεταγενέστερους νόμους για το οικογενειακό δίκαιο (Ν. 2447/1996 και Ν. 3719/2008 «Μεταρρυθμίσεις για την οικογένεια και το παιδί, την κοινωνία και άλλες διατάξεις», ισχύς από 27.11.2008).

2. Για να επιτευχθεί αυτή η ελπίδα και η ορθή ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων θα πρέπει να υπάρχουν και ειδικευμένα δικαιοδοτικά όργανα, δηλαδή ένα πραγματικό «Οικογενειακό Δικαστήριο».

3. Κατά κυριολεξία οικογενειακά δικαστήρια δεν υπάρχουν στην Ελλάδα. Ο τίτλος «Τμήμα Οικογενειακού Δικαίου» (Πρωτοδικείο Αθηνών) δεν ακριβολογεί (με βάση τα γνωρίσματα ενός «Οικογενειακού Δικαστηρίου», όπως προτείνεται να ιδρυθεί).

4. Ο Ν. 2447/1996 (άρθρο 48) ήταν ένα σοβαρό βήμα. Στα «Ειδικά Τμήματα για την εκδίκαση όλων των υποθέσεων οικογενειακού δικαίου» υπάγεται αποκλειστικά η εκδίκαση αυτών των υποθέσεων. Καθιερώνεται δηλαδή η «ειδική υλική αρμοδιότητα» του τμήματος αυτού για την εκδίκαση των υποθέσεων οικογενειακού δικαίου. Η προσπάθεια όμως έμεινε ημιτελής.

5.  Το «Οικογενειακό Δικαστήριο» είχε συζητηθεί στο 7ο Διεθνές Συνέδριο Δικονομικού Δικαίου (W rzburg Γερμανίας, 1983). «Οικογενειακά Δικαστήρια» (χωρίς ενιαία μορφή ως προς την αρμοδιότητα και συγκρότησή τους) λειτουργούν σε Αυστραλία, Ιαπωνία, Γερμανία, Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, Νότιο Κορέα και Μεξικό.

5.1. Το «Οικογενειακό Δικαστήριο» Αυστραλίας (1975) είναι αρμόδιο για διαζύγια κ.λπ. Πρωτοβάθμια η υπόθεση εκδικάζεται από έναν δικαστή (η απόφαση προσβάλλεται με ένδικο μέσο στο τριμελές τμήμα του «Οικογενειακού Δικαστηρίου»). Για να τοποθετηθεί κάποιος ως δικαστής στο δικαστήριο αυτό, θα πρέπει να είναι επί πενταετία δικηγόρος και κατάλληλος (από πλευράς μορφώσεως, πείρας και προσωπικότητας) για να εκδικάζει υποθέσεις οικογενειακού δικαίου. Τους δικαστές επικουρούν επιστημονικοί συνεργάτες (ψυχολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί).

5.2. Το «Οικογενειακό Δικαστήριο» Ιαπωνίας (1949) δεν έχει αρμοδιότητα για όλες τις υποθέσεις του οικογενειακού δικαίου, αλλά μόνο για μια κατηγορία αυτών (εκείνες που σύμφωνα με το ελληνικό δίκαιο υπάγονται στην εκούσια δικαιοδοσία, π.χ. θέση σε δικαστική συμπαράσταση, υιοθεσία κ.λπ.). Είναι αρμόδιο για να επιλύσει συμβιβαστικά κάθε υπόθεση οικογενειακού δικαίου ή όταν δεν υπάρχει αντιδικία μεταξύ των διαδίκων. Τους δικαστές επικουρεί επιτελείο ειδικών συνεργατών (ιατροί, ψυχολόγοι, κοινωνιολόγοι και οικονομολόγοι που μετεκπαιδεύονται σε μια ειδική σχολή). Οι δικαστές δεν έχουν κάποια προηγούμενη επιστημονική ειδίκευση στο οικογενειακό δίκαιο.

5.3. Στη Γερμανία δημιουργήθηκε (1976) «Οικογενειακό Δικαστήριο» ως τμήμα των Ειρηνοδικείων. Ο γερμανός νομοθέτης επέλεξε το λεγόμενο «μικρό οικογενειακό δικαστήριο» (μικρό από πλευράς ευρύτητας της αρμοδιότητάς του) και έτσι δεν υπήγαγε στο δικαστήριο αυτό όλες τις υποθέσεις οικογενειακού δικαίου. Εχει συζητηθεί όμως η μελλοντική ίδρυση του «μεγάλου Οικογενειακού Δικαστηρίου». Οι δικαστές δεν απαιτείται να έχουν επιστημονική ειδίκευση στο οικογενειακό δίκαιο. Γίνονται όμως ειδικά σεμινάρια για τη συχνή μετεκπαίδευσή τους.

5.4. Η πρωτοπορία για το «Οικογενειακό Δικαστήριο» ανήκει στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Πρόδρομος του «Οικογενειακού Δικαστηρίου» ήταν το δικαστήριο ανηλίκων στο Chicago (1899) που οδήγησε στα «Οικογενειακά Δικαστήρια» («Family Courts») των ΗΠΑ. Τη μεγαλύτερη φήμη απέκτησε το «Οικογενειακό Δικαστήριο» της πόλεως Τoledo, της περιοχής Lucas County, της Πολιτείας Οhio, στο οποίο υπηρετούσε ο δικαστής Ρ. W. Αlexander, που θεωρείται πρωτοπόρος των «Οικογενειακών Δικαστηρίων». Για την επικουρία των δικαστών λειτουργεί επιτελείο από πεπειραμένους κοινωνιολόγους, παιδαγωγούς, συμβούλους γάμου, ψυχολόγους και ψυχιάτρους. Οι ίδιοι οι δικαστές δεν απαιτείται όμως να έχουν δίπλωμα (μεταπτυχιακό ή ακόμη και διδακτορικό), που να πιστοποιεί κάποια επιστημονική τους ειδίκευση στο οικογενειακό δίκαιο.

6. Την κοινωνική αφορμή της δημιουργίας ενός «Οικογενειακού Δικαστηρίου» αποτέλεσαν οι μεγάλες αλλαγές που σημειώθηκαν στη δομή της οικογένειας και στις σχέσεις των μελών αυτής μεταξύ τους από τον 20ό αιώνα.

7.  Η ίδρυση ειδικών «Οικογενειακών Δικαστηρίων» ή «Τμημάτων Οικογενειακού Δικαίου» στο πλαίσιο των πολιτικών δικαστηρίων επιβάλλεται για λόγους ορθολογικούς, δικαιοπολιτικούς και συνταγματικούς.

Η προστασία και η μέριμνα πρέπει να περιλαμβάνει και το στάδιο εκείνο, όπου ο γάμος και τα προβλήματα του γάμου, τα προβλήματα της μητρότητας και των παιδιών απασχολούν τα δικαστήρια, γιατί από την ποιότητα, αποτελεσματικότητα και κατεύθυνση της δικαστικής προστασίας εξαρτάται αν θα προστατευθούν ή δεν θα προστατευθούν η οικογένεια, ο γάμος, η μητρότητα και η παιδική ηλικία.

8. Συνιστάται η στελέχωση των δικαστηρίων αυτών με δικαστές ειδικευμένους σε θέματα οικογενειακού δικαίου. Μελλοντικά η ειδίκευση θα πρέπει να αποδεικνύεται με τίτλο τουλάχιστον μεταπτυχιακών σπουδών. Κρίνεται απαραίτητο να οργανώνονται σεμινάρια (στα οποία θα διδάσκουν νομικοί καθηγητές πανεπιστημίων, ανώτεροι και ανώτατοι δικαστές, ψυχολόγοι, παιδαγωγοί, σύμβουλοι γάμου, κοινωνικοί λειτουργοί, κοινωνιολόγοι) για την αντίστοιχη μετεκπαίδευση των δικαστών.

Σκόπιμο είναι να υπάρχει συνεργασία της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών με τα Μεταπτυχιακά Προγράμματα Σπουδών στα γνωστικά αντικείμενα του Οικογενειακού Δικαίου και της Πολιτικής Δικονομίας των Νομικών Σχολών Αθηνών, Θεσσαλονίκης και Θράκης.

9. Τα «Οικογενειακά Δικαστήρια» ή τα «Τμήματα Οικογενειακού Δικαίου» θα πρέπει να στελεχωθούν και με επιτελείο (από ψυχολόγους, συμβούλους γάμου, ιατρούς, παιδαγωγούς και κοινωνιολόγους), που θα επικουρεί τους δικαστές και θα είναι ενταγμένο στο δικαστήριο, ώστε να εξασφαλίζεται η αντικειμενικότητά του και η συνεχής διαλεκτική του σχέση με τους δικαστικούς λειτουργούς, στους οποίους βέβαια θα υπόκειται.

10. Ο ρόλος του «Οικογενειακού Δικαστηρίου» θα πρέπει να μην περιορίζεται στην έκδοση των αποφάσεων, αλλά να επεκτείνεται και στην παρακολούθηση και εποπτεία της εκτελέσεως αυτών.

11. Η ίδρυση του «Οικογενειακού Δικαστηρίου» είναι σοβαρότατο ζήτημα νομοθετικής και κοινωνικής πολιτικής. Η συζήτηση για την ίδρυση και στην Ελλάδα ενός πραγματικού «Οικογενειακού Δικαστηρίου» τροφοδοτήθηκε ιδιαιτέρως και εκ του λόγου ότι το Οικογενειακό Δίκαιο υπέστη ρηξικέλευθες μεταρρυθμίσεις, πρόσφατα μάλιστα, με το «σύμφωνο συμβιώσεως».

12. Ενα πραγματικό «Οικογενειακό Δικαστήριο» συνιστά ρηξικέλευθη μεταρρύθμιση, που ασφαλώς δεν πραγματώνεται από τη μία μέρα στην άλλη και προϋποθέτει σοβαρή μελέτη. Η ίδρυση ενός πραγματικού «Οικογενειακού Δικαστηρίου» αποτελεί ανάγκη- και υποχρέωση της πολιτείας- και όχι πολυτέλεια. Αλλωστε υπάρχει ήδη η ρύθμιση του άρθρου 48 Ν. 2447/1996 (και οι σχετικές εμπειρίες), ενώ έχουν ήδη ιδρυθεί τέτοιου είδους ειδικά δικαστικά τμήματα για «ναυτικές διαφορές» και για «υποθέσεις πνευματικής ιδιοκτησίας».

Βέβαια «δει δη χρημάτων», αλλά και σοβαρής προετοιμασίας, ώστε δεν είναι δυνατή η διαμιάς ίδρυση ενός πραγματικού «Οικογενειακού Δικαστηρίου». Μπορούν όμως να αρχίσουν να γίνονται από τώρα ορισμένα αποφασιστικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση, και με αυτή την προοπτική και ελπίδα γράφτηκαν οι παραπάνω σκέψεις, παρατηρήσεις, θέσεις και προτάσεις.

Ο κ. Ν. Κ. Κλαμαρής είναι καθηγητής της Πολιτικής Δικονομίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, νομικός σύμβουλος του Πρωθυπουργού.