Ενα από τα σημαντικότερα ζητήματα που αναδεικνύονται μέσα από την παγκόσμια οικονομική κρίση είναι και το δημοκρατικό έλλειμμα που χαρακτηρίζει τις υπάρχουσες δομές λήψης αποφάσεων στο διεθνές πεδίο. Η παρούσα κρίση μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε φόβο, αντίδραση, απομόνωση και αποκλεισμό, οδηγώντας στην επανάληψη τραγικών λαθών του παρελθόντος. Ηδη παρατηρούμε την άνοδο της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη και την αμφισβήτηση παραδοσιακών θεσμών λήψης αποφάσεων.

Μεμονωμένες κυβερνήσεις συχνά δεν έχουν ούτε τα μέσα ούτε την τεχνογνωσία, ούτε και το πολιτικό κεφάλαιο για να αντιμετωπίσουν μια σειρά από παγκόσμια ζωτικά προβλήματα που αγγίζουν την καθημερινότητά μας σε τοπικό επίπεδο. Ωστόσο, είναι βέβαιο ότι οι πολιτικές ηγεσίες θα μπορούσαν να εξηγήσουν στον πολίτη το πώς οι ατομικές του πράξεις αλληλεξαρτώνται από το παγκόσμιο γίγνεσθαι και, αντιστρόφως, το πώς διεθνείς συμφωνίες και υπερεθνικές αποφάσεις επιδρούν στον βιόκοσμο του ατόμου. Θα μπορούσαν επίσης να εξασφαλίσουν την ευρύτερη και αποτελεσματικότερη δυνατή αντιπροσώπευση των πολιτών σε αυτά τα κέντρα λήψης αποφάσεων.

Ευθύνη της κυβέρνησης δεν είναι να αντιδρά στην επικαιρότητα αποσπασματικά και κυκλοθυμικά. Ευθύνη της κυβέρνησης είναι να έχει ένα όραμα, ένα στρατηγικό σχέδιο, το οποίο θα το προσαρμόζει σε τακτικό και επιχειρησιακό επίπεδο με βάση τις εξελίξεις. Ευθύνη, επίσης, της κυβέρνησης είναι να αντιλαμβάνεται τις επερχόμενες προκλήσεις προτού αυτές μετατραπούν σε κρίσεις και να αρθρώνει έναν «παιδευτικό» πολιτικό λόγο.

Η ατζέντα του 21ου αιώνα περιλαμβάνει μια σειρά από προβλήματα που θα γίνονται ολοένα και πιο πιεστικά: κλιματική αλλαγή, ενέργεια, υδάτινοι πόροι, φτώχεια, επιδημίες, μετανάστευση, ανθρώπινα δικαιώματα, διεθνής τρομοκρατία, εξάπλωση όπλων μαζικής καταστροφής, βιοηθική, νανοτεχνολογία, κ.ά. Τα ζητήματα αυτά μπορεί να φαντάζουν απόμακρα από την ελληνική πραγματικότητα, τη στιγμή που δεν έχουμε ακόμη λύσει στοιχειώδη προβλήματα όπως οι σχέσεις Κράτους – Εκκλησίας. Οπως όμως έγινε σαφές (και) εξαιτίας της παρούσας οικονομικής κρίσης, η απόσταση ανάμεσα στο παγκόσμιο και το τοπικό είναι πλέον μηδαμινή. Ζητήματα όπως το περιβάλλον, οι επιδημίες και η διεθνής ασφάλεια έχουν άμεσες επιπτώσεις στην καθημερινότητα όλων μας. Η ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουρισμού, οι συνθήκες διαβίωσης των προσφύγων στην Πάτρα, οι εξελίξεις στην ιατρική έρευνα για τον καρκίνο, η εξάπλωση του αντάρτικου πόλης και της τρομοκρατίας στην Αθήνα είναι όλα απτά παραδείγματα της αλληλεξάρτησης του παγκόσμιου με το ατομικό.

Οι επερχόμενες ευρωεκλογές αποτελούν την κατ΄ εξοχήν κατάλληλη ευκαιρία για μια ουσιαστική συζήτηση σχετικά με την ατζέντα αυτή, τόσο σε επίπεδο κατάρτισης ψηφοδελτίων όσο και σε αυτό της άρθρωσης πολιτικού προγράμματος, αν και είναι αλήθεια ότι η ποιότητα του πολιτικού λόγου σε ανάλογες αναμετρήσεις του παρελθόντος δεν επιτρέπει ιδιαίτερα υψηλές προσδοκίες.

Αποφάσεις θα ληφθούν και λύσεις θα βρεθούν με ή χωρίς τη συμμετοχή μας, τουλάχιστον στο επίπεδο της ευρωπαϊκής και διεθνούς κοινότητας. Οι έλληνες πολίτες, τόσο ως ψηφοφόροι όσο και ως καταναλωτές, έχουν και ρόλο και λόγο, δικαιώματα και ευθύνες. Η ενεργός συμμετοχή τους στις παγκόσμιες συζητήσεις είναι προς το συμφέρον της χώρας. Τα πολιτικά κόμματα που τους τελευταίους μήνες αναλώθηκαν σε δημοσκοπικούς καιροσκοπισμούς έχουν καθήκον να επαναφέρουν αυτά τα θέματα στη δημόσια σφαίρα και να ενημερώσουν τους πολίτες, ειδάλλως κινδυνεύουν να απονομιμοποιηθούν οριστικά. Η Ελλάδα δεν έχει πλέον την πολυτέλεια της απομόνωσης στη δική της (γραφική και αναπαυτική, αλλά ταυτόχρονα παρωχημένη και αφελή) γωνιά του πλανήτη.

Ο κ. Ρ. Γεροδήμος είναι επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Βournemouth και πρόεδρος του Τομέα Ελληνικής Πολιτικής Επιστήμης (Greek Ρolitics Specialist Group) της Βρετανικής Εταιρείας Πολιτικών Σπουδών (Ρolitical Studies Αssociation).