Υπάρχει ασφάλεια στη χώρα μας; Η απάντηση είναι «όχι». Και αλλού; Εξίσου σίγουρα, «όχι». Αλλά εμείς δεν ζούμε αλλού, ζούμε εδώ. Με τον Παλαιοκώστα, με τις ληστείες, με τη νέα τρομοκρατία, με τους «μπαχαλάκηδες» που μας αφαιρούν ελευθερίες, με τη διάχυτη αίσθηση ότι έτσι και σου συμβεί κάτι στο δρόμο κανένας δεν θα σε βοηθήσει, με τη γενικευμένη διαπίστωση ότι τα πάντα ανήκουν στους επώνυμους και ανώνυμους παραβατικούς: Το Αγιον Όρος, τα υπουργεία, οι δήμοι, τα έργα, ο Ελαιώνας, το κάθε καχεκτικό δέντρο της Αθήνας, το κάθε πάρκο και παρκάκι που «αξιοποιείται», το κάθε πεζοδρόμιο, η κάθε πλατεία, ο κάθε πεζόδρομος. Και ακόμα, η κάθε «κατά παρέκκλιση» πολεοδομική άδεια, το κάθε θαλασσοδάνειο, η κάθε «προμήθεια», το κάθε χειρουργείο, η κάθε συναλλαγή με το Δημόσιο. Ακόμα κι αν υπολογίσουμε τις υπερβολές που χαρακτηρίζουν παραδοσιακά τα όσα λέμε, πάλι ο όρος «ανασφάλεια» προβάλλεται μπροστά μας.

Γιατί όλα αυτά και πολλά άλλα δεν είναι πράγματα ξεχωριστά αλλά μέρη ενός αποκρουστικού συνόλου ανασφάλειας. Γιατί ασφάλεια σημαίνει ότι έχουμε κοινούς κανόνες συμπεριφοράς, ιδιωτικής και δημόσιας, σεβασμό ο καθένας για την ελευθερία και το νόμιμο βιός του άλλου. Οτι, με άλλα λόγια, ισχύει ένα σωστό, δημοκρατικό και γενικά αποδεκτό κοινωνικό συμβόλαιο. Και ότι ταυτόχρονα διαθέτουμε ένα κράτος που φροντίζει τα στοιχειώδη. Που ξέρει θαυμάσια ότι μερικοί κυκλοφορούν με Φεράρι ή έστω Πόρσε και άλλοι δεν μπορούν καν να αγοράσουν ένα παλιό μηχανάκι που θα τους επέτρεπε να βρουν μια μικροδουλειά ντελίβερι, επικίνδυνη είναι αλήθεια. Και συνεπώς, σαν κράτος, αντιδρά.

Ενας πραγματικά απελπισμένος- ας το προσέξουμε αυτό γιατί μας περιμένει ίσως μια κρίση πολύ πιο μεγάλη από όσο πιστεύουμε- έχει συχνά δύο συγκλίνουσες δυνατότητες όταν φτάνει ως το περιθώριο και το αρνηθεί: να αναζητήσει διέξοδο στην παραβατικότητα· ή να επαναστατήσει. Και το ένα και το άλλο συντελούν στην ανάπτυξη της ανασφάλειας. Και η ανασφάλεια αυτή, τόσο η χειροπιαστή όσο και η άλλη, πιο έντονη, αυτή που θάλλει μέσα στο θυμικό των πιο ευάλωτων πολιτών, οδηγεί στα χειρότερα. Τα δικά μας και τα ξένα ιστορικά προηγούμενα είναι πολλά και εύγλωττα. Οταν φτάνουμε στο επιτακτικό αίτημα της ασφάλειας και η υπεύθυνη εξουσία φαίνεται ανίκανη, η αναζήτηση κάποιου «λοχία» (που δεν χρειάζεται να είναι στρατιωτικός) έρχεται από μόνη της.