Η Τουρκία φαίνεται ότι ταχύτατα φθάνει σε ορισμένα κεντρικά διλήμματα σε σχέση με τον διεθνή/περιφερειακό/ευρωπαϊκό ρόλο της που θα πρέπει να απαντήσει. Τελευταία έχουν σημειωθεί μια σειρά από σημαντικές εξελίξεις που πιστοποιούν την ανάδειξη των διλημμάτων αυτών. Στις εξελίξεις αυτές περιλαμβάνονται η επίσκεψη του τούρκου πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην έδρα της Ευρωπαϊκής Ενωσης στις Βρυξέλλες, ο ενεργός ρόλος της Τουρκίας στη διαδικασία διαχείρισης/επίλυσης περιφερειακών κρίσεων όπως στη Μέση Ανατολή και στον Καύκασο, η προβολή της θέσης και του ρόλου της Τουρκίας ως «χώρας διαμετακόμισης» (transit country) στο ενεργειακό τομέα, κ.ά. Οι εξελίξεις αυτές αναδεικνύουν ειδικότερα δύο ισχυρές τάσεις στο πλαίσιο του πολιτικού συστήματος της Τουρκίας σχετικά με τον γεωπολιτικό ρόλο και τη θέση της χώρας.

Η πρώτη τάση φαίνεται να τονίζει τη σημασία της πλήρους ενσωμάτωσης της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) ως θεσμικού μέλους. Ορισμένοι θεωρούν ότι η πρόσφατη επίσκεψη Ερντογάν στις Βρυξέλλες είχε στόχο να υπογραμμίσει ακριβώς τη σημασία της ευρωπαϊκής πορείας της Τουρκίας. Στην ίδια λογική εγγράφονται η τοποθέτηση υπουργού με αποκλειστική αρμοδιότητα τις ευρωπαϊκές υποθέσεις καθώς και η υιοθέτηση «εθνικού προγράμματος μεταρρυθμίσεων». Στο πλαίσιο αυτό στόχος είναι η επιτάχυνση της ενταξιακής διαπραγματευτικής διαδικασίας. Τούτο ωστόσο δεν φαίνεται εφικτό καθώς του λάχιστον 13 διαπραγματευτικά κεφάλαια είναι «παγωμένα» (8 κεφάλαια λόγω της άρνησης της Τουρκίας να εφαρμόσει το Πρόσθετο Πρωτόκολλο στη Συμφωνία Σύνδεσης με τη συμπερίληψη σε αυτού και της Κύπρου και 5 από τη Γαλλία καθώς αυτά τα κεφάλαια συνεπάγονται πλήρη θεσμική ένταξη, κάτι που βεβαίως δεν επιθυμεί η Γαλλία του Νικολά Σαρκοζί). Ετσι, εκτός από τα 10 διαπραγματευτικά κεφάλαια που έχουν σήμερα ανοίξει από το 2005, δεν υπάρχουν κεφάλαια ώριμα που θα μπορούσαν να ανοίξουν ώστε να επιταχυνθεί η σχετική διαδικασία. Πέρα όμως από αυτή την τεχνοκρατικής διάστασης αδυναμία, τα πολιτικά προβλήματα στην προοπτική ένταξης της Τουρκίας παραμένουν καθώς μια ισχυρή ομάδα κρατών δεν φαίνεται διατεθειμένη να δεσμευθεί για πλήρη ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ με τον καθορισμό π.χ. ενός σαφούς οδικού χάρτη (road map) και συγκεκριμένης ημερομηνίας στόχου για την ένταξη. Ως εκ τούτου η Τουρκία δικαιολογημένα υποστηρίζει ότι η Ευρώπη ακολουθεί μια «ανέντιμη» (unfair) προσέγγιση απέναντί της, η οποία αποβλέπει στο να οδηγήσει τη διαπραγματευτική διαδικασία στην περιβόητη «προνομιακή σχέση» (privileged partnership).

Η δεύτερη τάση τονίζει τον ηγετικό ρόλο που η Τουρκία μπορεί να αναλάβει στο περιφερειακό σύστημα της Μέσης Ανατολής και του Καυκάσου, ένα σύστημα που χαρακτηρίζεται από την έντονη συγκρουσιακή αστάθεια. Ηδη η Τουρκία έχει αναπτύξει πρόσφατα τον ρόλο αυτόν ενώ έχει βελτιώσει σημαντικά τις σχέσεις της με τη Συρία, το Ιράν και δεν αποκλείεται σχετικά σύντομα να εξομαλύνει πλήρως τις σχέσεις της και με την Αρμενία. Πολλοί πιστεύουν ότι η πρόσφατη έκρηξη του πρωθυπουργού Ερντογάν στο Νταβός της Ελβετίας δεν ήταν το αποτέλεσμα έλλειψης ψυχραιμίας αλλά μια καλά σκηνοθετημένη πράξη που φέρνει την Τουρκία πολύ κοντά στον μουσουλμανικό και τον αραβικό κόσμο. Ορισμένοι βεβαίως διατείνονται ότι ο ηγετικός, περιφερειακός ρόλος δεν έρχεται κατ΄ ανάγκην σε αντίθεση με την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας. Κάποιοι άλλοι όμως θεωρούν ότι ο περιφερειακός ρόλος συμβιβάζεται περισσότερο με την ταυτότητα, τις πολιτικές δομές και τη δυναμική της Τουρκίας. Και τούτο γιατί ενώ η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ενωση απαιτεί περαιτέρω βαθύτατες μεταρρυθμίσεις που απειλούν να ανατρέψουν λεπτές ισορροπίες μέσα στο πολιτικό σύστημα της χώρας, ο περιφερειακός ρόλος δεν απαιτεί ούτε προϋποθέτει τέτοιου είδους μεταρρυθμίσεις.

Για την Ελλάδα, όπως έχουμε επισημάνει αρκετές φορές, είναι σαφές ότι η πλήρης ενσωμάτωση της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση, με την προϋπόθεση της εκπλήρωσης των σχετικών κριτηρίων ένταξης που ισχύουν για όλες τις χώρες, αποτελεί την πρώτη και καλύτερη δυνατή επιλογή και ορθώς η χώρα υποστηρίζει την προοπτική αυτή παρά τις οποιεσδήποτε εντάσεις σε διμερές επίπεδο. Ωστόσο, δεν πρέπει και δεν μπορούν να αγνοηθούν οι δυναμικές και οι τάσεις που αναπτύσσονται και που μπορούν να καταλήξουν σε ένα εντελώς διαφορετικό καθεστώς όπως π.χ. της «προνομιακής σχέσης». Νομίζω ότι ήρθε η ώρα για ένα καλά επεξεργασμένο σχέδιο από ελληνικής πλευράς που θα περιλαμβάνει όλα τα ενδεχόμενα σενάρια σχετικά με την Τουρκία.

Ο κ. Π. Κ. Ιωακειμίδης είναι καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και μέλος του ΔΣ του ΕΛΙΑΜΕΠ.