Στις γενικές αρχές είμαστε όλοι σύμφωνοι: ποιος θα υπερασπιζόταν το κακό, το λάθος, το άδικο; Προσέχοντας τους πολιτικούς, όταν βγάζουν λόγους, έχουμε όλο και περισσότερο την εντύπωση ότι βρισκόμαστε μπροστά σε αποστόλους, που το μοναδικό τους μέλημα είναι να αφανίσουν την πλάνη. Ισως μάλιστα αυτός να είναι ο λόγος που κάνει τους πρωθυπουργούς να ευαγγελίζονται ευέλικτα κυβερνητικά σχήματα, δωδεκαμελή κατά προτίμηση, στα οποία η θέση τους βρίσκεται ήδη κατοχυρωμένη από τον βαρύ συμβολικό χαρακτήρα της. Αν η κυβέρνηση πασχίζει για το σωστό, η αντιπολίτευση αγωνίζεται για το πραγματικά σωστό, το οποίο θα εφαρμόσει μόλις βρεθεί στα πράγματα. Αυτός μοιάζει να είναι ο κανόνας: η περιοχή του σωστού ανήκει στην κυβέρνηση, αλλά το χωράφι του πραγματικά σωστού καλλιεργείται μόνο από την αντιπολίτευση.

Απέναντι από τους αιρετούς άρχοντες βρίσκονται, άσπιλοι και αυτοί, οι λειτουργοί της Δικαιοσύνης. Απαλλαγμένοι από το άγχος λαϊκής ετυμηγορίας, το δικό τους μοναδικό μέλημα είναι να λύσουν τις διαφορές και τις συγκρούσεις μεταξύ των ανθρώπων, αλλά και μεταξύ του κράτους και των πολιτών, εφαρμόζοντας τις αρχές του δικαίου. Υψηλή αποστολή στην οποία ανταποκρίνονται με όλο και μεγαλύτερη αυταπάρνηση, αν τολμήσει κανείς να εκτιμήσει την απονομή της δικαιοσύνης στη χώρα μας- κυρίως τα τελευταία χρόνια. Παρ΄ όλο που προφανώς ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού- πράγμα που ανάγκασε την κυβέρνηση να προχωρήσει σε εξαιρετικά γενναίες ενισχύσεις των απολαβών τους- οι ίδιοι, σχεδόν ακλόνητοι μέσα στους κλυδωνισμούς που ταράζουν τον κόσμο, εκδίδουν αποφάσεις που με το αδιαμφισβήτητο κύρος τους είναι σεβαστές απ΄ όλους. Ή σχεδόν απ΄ όλους, μια και πρέπει να εξαιρέσουμε μερικές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου εις βάρος της χώρας μας. Αλλά αυτοί είναι ξένοι: δεν υπάρχει αποχρών λόγος να ασχοληθεί κανείς μαζί τους.

GΕΤΤΥ ΙΜΑGΕS/ΙDΕΑL

Υπάρχουν περιστάσεις στις οποίες οι άρχοντες της πολιτικής και οι άρχοντες της Δικαιοσύνης διασταυρώνουν τα ξίφη τους ανταλλάσσοντας ρητορικές αβρότητες, όπως ταιριάζει σε πολιτισμένους ανθρώπους. Σε μια τέτοια, πολύ πρόσφατη συνάντηση, το κλίμα δεν ήταν ακριβώς το συνηθισμένο. Οι τόνοι ανέβηκαν κάπως και ακούσαμε πολιτικούς να ελέγχουν εμμέσως τους δικαστικούς και δικαστικούς να διαμαρτύρονται εναντίον των πολιτικών. Οι πρώτοι χρέωσαν στους δεύτερους ένα είδος προθυμίας να λάβουν υπόψη τους τις επιθυμίες της πολιτικής εξουσίας, ενώ οι δεύτεροι επέστρεψαν τη φιλοφρόνηση καταλογίζοντας στους πολιτικούς ότι παίρνουν συνεχώς μέτρα ώστε να τους κρατούν τα χέρια δεμένα. Θα περίμενε κανείς ότι η αναμέτρηση αυτή, που έμοιαζε πολύ με αντιπαράθεση, θα οδηγούσε σε μια σοβαρή συζήτηση, με την κατάθεση του αποδεικτικού υλικού προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση, με ανταλλαγή επιχειρημάτων και με τη δηλωμένη απόφαση να χαραχθούν επιτέλους, έστω δοκιμαστικά, οι γραμμές που διακρίνουν την ακομμάτιστη Δικαιοσύνη από την κομματική πολιτική. Οχι βεβαίως στο υψηλό επίπεδο των αρχών- πράγμα που δεν στοιχίζει τίποτε σε κανέναν- αλλά στο χαμηλό πεδίο των πρακτικών εφαρμογών. Τίποτε τέτοιο δεν συνέβη. Η αναμέτρηση πήρε τη μορφή καβγά σε λαϊκή συνοικία, όταν ο διπλανός ακούει δυνατά την τηλεόραση και ενοχλεί τον διπλανό του που θέλει να κοιμηθεί ή όταν η «αποπάνω» απλώνει την μπουγάδα της χωρίς να σκεφτεί το μπαλκόνι τής «αποκάτω», που μόλις το έχει σφουγγαρίσει. Και οι διαφορές αυτές δεν είναι σπάνιο να οδηγηθούν στα δικαστήρια, όπου ο δικαστής θα δώσει τη λύση. Για τις άλλες όμως, ποιο είναι το δικαστήριο που θα αποφασίσει; Τέτοιο δικαστήριο, θεσμοθετημένο τουλάχιστον, δεν φαίνεται ευτυχώς να υπάρχει. Η ζωή μας θα συνεχίσει να κυλάει στους ακανόνιστους ρυθμούς της Ιστορίας και στους αστάθμητους παράγοντες της πολιτικής. Αλλά η περιδίνηση αυτή δεν αποκλείει την ύπαρξη κάποιων σταθερών σημείων, κάτι σαν σιωπηλές αρχές, που είναι στοιχεία ανακούφισης. Σύμφωνα με την πρώτη αρχή, όπως δεν υπάρχει βουνό χωρίς κοιλάδα, έτσι δεν υπάρχει πολιτικός χωρίς πελατεία, από την οποία δεν είναι απολύτως βέβαιον ότι εξαιρούνται οι δικαστικοί. Η δεύτερη αρχή θεμελιώνει τη σχέση της αμοιβαιότητας: η εξυπηρέτηση καλεί την εξυπηρέτηση. Και στο σημείο αυτό, δεν βλέπει κανείς γιατί οι δικαστικοί πρέπει να αποτελέσουν εξαίρεση σε αυτή τη σχέση ισορροπίας. Η τρίτη αρχή, τέλος, είναι η σημαντικότερη απ΄ όλες. Πρόκειται για την αρχή η οποία καταλύει στη θεωρία την ισχύ που έχουν οι δύο προηγούμενες στην πράξη. Θα αποτελούσε εξαίρεση ο πολιτικός που δεν θα στρεφόταν με βιαιότητα εναντίον των πελατειακών σχέσεων, οι οποίες εμποδίζουν την εύρυθμη λειτουργία ενός κράτους δικαίου κτλ. κτλ. Οπως εξαίρεση θα αποτελούσε ο δικαστής που δεν θα υπερασπιζόταν με πάθος την αρχή της ανεξάρτητης Δικαιοσύνης, θεμέλιο λίθο σε ένα κράτος δικαίου κτλ. κτλ. Μένει πάντα ζωντανή η ελπίδα ότι θα βρεθούν πολιτικοί και δικαστικοί που θα πάψουν να λιάζονται στην εύφορη πεδιάδα των γενικών αρχών και θα αποφασίσουν να βαδίσουν τις κακοτράχαλες ατραπούς της πράξης.

Ο κ. Γεράσιμος Βώκος είναι καθηγητής Φιλοσοφίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.