Το «Κέντρο Ελληνικών Σπουδών» (εφεξής ΚΕΣ) τού Πανεπιστημίου τού Ηarvard στην Ουάσινγκτον ιδρύθηκε το 1961 από έναν πλούσιο Αμερικανό ευπατρίδη, που είχε σπουδάσει στα Πανεπιστήμια Υale και Cambridge, τον Ρaul Μellon. Στα χρόνια μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οπότε είχε σημειωθεί μια πτώση των ανθρωπιστικών σπουδών στην Αμερική, ο Ρaul Μellon θέλησε να βοηθήσει στην αναζωογόνηση των ελληνικών σπουδών στις ΗΠΑ, πιστεύοντας ότι οι αρχές και οι αξίες των Ελληνικών Γραμμάτων μπορούσαν να βοηθήσουν ουσιαστικά τη μεταπολεμική Αμερική. Οραματίστηκε, λοιπόν, τη λειτουργία ενός «Κέντρου Ελληνικών Σπουδών» τού Ηarvard στην πρωτεύουσα των ΗΠΑ, όπου θα φιλοξενούνταν και θα ζούσαν επί ένα έτος επιστήμονες -ερευνητές τού αρχαίου ελληνικού κόσμου από την Αμερική και την Ευρώπη, ώστε σε μια μοναδικού πλούτου βιβλιοθήκη και σ΄ ένα έξοχο περιβάλλον με ευκαιρίες ιδεώδους επιστημονικής έρευνας και διεπιστημονικών συζητήσεων να δημιουργούνται ικανοί επιστήμονες των ελληνικών σπουδών και πρωτοποριακά επιστημονικά δημοσιεύματα. Το Κέντρο ιδρύθηκε και λειτουργεί έκτοτε και μέχρι σήμερα, σε μια έκταση που συνορεύει με το περίφημο Κέντρο Βυζαντινών Σπουδών, το Dumbarton Οaks, έχει δε φιλοξενήσει μεγάλο αριθμό επιστημόνων των κλασικών γραμμάτων. Διευθυντές τού Κέντρου υπήρξαν παλαιότερα μεν ο διάσημος καθηγητής τού Υale Βernard Κnox και από το 2000 μέχρι σήμερα μια προσωπικότητα των Ελληνικών Γραμμάτων, ο Gregory Νagy, καθηγητής τού Ηarvard. Είχα την εξαιρετική τιμή να με καλέσει το Πανεπιστήμιο τού Ηarvard να είμαι ένα από τα τρία μέλη τής Επιτροπής Αξιολόγησης τού ΚΕΣ (τα άλλα δύο ήταν Αμερικανοί καθηγητές), που θα καθορίσει την εφεξής πορεία του. Ετσι, γνώρισα από κοντά, σε πολύωρες συζητήσεις, ακροάσεις, συσκέψεις και τηλεδιασκέψεις με πλήθος παραγόντων τού ΚΕΣ, τού Ηarvard και ερευνητών άλλων Πανεπιστημίων, τις προσπάθειες, τους προβληματισμούς και τις τάσεις που επικρατούν στην έρευνα, στη σπουδή και στη διδασκαλία των κλασικών γραμμάτων καθώς και τη μεγάλη δραστηριότητα τού Κέντρου για να αντιμετωπίσει τα θέματα.

Η γενικότερη τάση, που αποτελεί κοινό τόπο για τις κλασικές σπουδές στην Αμερική, είναι η ευρεία, σχεδόν καθολική, χρήση των ηλεκτρονικών υπολογιστών, τής Τεχνολογίας των Πληροφοριών, Ιnformation Τechnology όπως λέγεται. Η συλλογή πηγών των κλασικών γραμμάτων για τη σπουδή, τη διδασκαλία και την έρευνα, η σύνταξη τραπεζών δεδομένων, πλούσιων, αξιόπιστων και προσβάσιμων στους ενδιαφερομένους, είναι πλέον το ζητούμενο ως προσφορά εκ μέρους των αρμόδιων φορέων και ως αξιοποίηση από τους ασχολούμενους με τις ανθρωπιστικές σπουδές.

Ετσι π.χ. το ΚΕΣ τού Ηarvard στην Ουάσινγκτον με μια ομάδα κλασικών φιλολόγων πανεπιστημιακών καθηγητών (Gregory Νagy, Κenneth Μorrell, Leonard Μuellner) προγραμματίζει μια Τράπεζα Κειμένων που θα παρέχει τα αρχαία ελληνικά κείμενα από των χρόνων τής ελληνικής «αλφαβητικής γραφής» (8ος αι. π.Χ.) μέχρι τον 3ο αι. μ.Χ. υπό τον τίτλο «Τα πρώτα χίλια χρόνια τής Ελληνικής» («First Τhousand Υears of Greek»), όπου πιο έγκυρα και πιο συστηματικά, με περισσότερες δυνατότητες αναζήτησης και σύνδεσης από άλλες συλλογές (όπως αυτή λ.χ. τού Θησαυρού τής Ελληνικής Γλώσσας / Τhesaurus Linguae Graecae/ ΤLG), θα μπορεί κανείς να βρει και να εργασθεί με τις πιο αξιόπιστες εκδόσεις ελληνικών κειμένων. Το επόμενο βήμα είναι να συνδεθούν τα κείμενα με πληροφορίες προσώπων και πραγμάτων (realia), με επιλεγμένες μελέτες που συνδέονται με αυτά ακόμη και με δυνατότητα παρέμβασης τού μελετητή, για να εκφράσει τη δική του επιστημονική συμβολή (παρατηρήσεις, κριτική, συμπληρώσεις), σαν ένα είδος ιστολογίου [We]blog! Καταλαβαίνουμε όλοι πόσο μεγάλη και ουσιαστική μπορεί να είναι αυτή η προσφορά σε μια επιστήμη, όπου η ενασχόληση με κείμενα, συναφείς πηγές και αχανή βιβλιογραφία (είναι ασύλληπτο το τι έχει γραφεί για τον Ομηρο διεθνώς, σε ποικιλία γλωσσών, σε αριθμούς ερευνητών και σε τεράστια έκταση χρόνου!) είναι εξαιρετικά δύσκολη για υπεύθυνους ερευνητές. Βεβαίως η ύπαρξη ηλεκτρονικών Τραπεζών Δεδομένων, όπως ο ΤLG ή ο Ρerseus ή η ηλεκτρονική μορφή τού Λεξικού τής Αρχαίας των Liddell- Scott- Jones (9η έκδ. τού 1940, επανέκδοση τού 1996 με προσθήκες- παρατηρήσεις- διορθώσεις) κ.ά. έχουν ήδη διευκολύνει την έρευνα και τη διδασκαλία των κλασικών γραμμάτων.

Κοντά σ΄ αυτή την προσφορά με πλήρη αξιοποίηση τής Τεχνολογίας των Πληροφοριών, το ΚΕΣ τού Ηarvard (το οποίο, ας σημειωθεί, διαθέτει την πλουσιότερη βιβλιοθήκη για τη μελέτη των Κλασικών Γραμμάτων, πάνω από 60.000 τόμους) έχει αναπτύξει μια ενδιαφέρουσα και ιδιαιτέρως σημαντική δραστηριότητα ανανέωσης των Διδακτικών Προγραμμάτων (Curricula) των Κολεγίων και των Πανεπιστημίων τής Αμερικής, με προτάσεις και σεμινάρια εισαγωγής στα Προγράμματά τους ελληνικών μαθημάτων σύγχρονου ενδιαφέροντος και με εκτεταμένη χρήση τής τεχνολογίας των πληροφοριών. Η επανεισαγωγή των ελληνικών γραμμάτων σε κολεγιακά και πανεπιστημιακά προγράμματα με σύγχρονες διαδραστικές και διεπιστημονικές μεθόδους μπορεί να αποτελέσει ένα καλό παράδειγμα και για εμάς προς τα πού θα πρέπει πια να κινηθούμε για να ανανεώσουμε το ενδιαφέρον για τα «παλαιότερα Ελληνικά μας».

Ο κ. Γεώργιος Μπαμπινιώτης είναι καθηγητής της Γλωσσολογίας, πρόεδρος του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού, τ. πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών.