Στο προηγούμενο άρθρο μου προσπάθησα να συνδέσω τον φονταμενταλισμό με την έννοια της νεωτερικότητας. Υποστήριξα πως ο φονταμενταλισμός είναι μια αυταρχική μορφή νεωτερικής θρησκευτικότητας. Πρόκειται για έναν αυταρχισμό που, στο επίπεδο του κοινωνικού συστήματος, προσπαθεί να υποσκάψει τις ιδιαίτερες λογικές και αξίες των μη θρησκευτικών, διαφοροποιημένων θεσμικών χώρων που χαρακτηρίζουν τις νεωτερικές κοινωνίες. Στο σημερινό άρθρο θα περάσω από το κοινωνικό στο κοινωνικο-ψυχολογικό επίπεδο εξετάζοντας μερικά από τα χαρακτηριστικά της φονταμενταλιστικής προσωπικότητας.

Στη νεωτερική εποχή η κοινωνική διαφοροποίηση οδηγεί στην εξατομίκευση ή ατομικοποίηση (individuation). Η ύπαρξη διαφοροποιημένων θεσμικών χώρων σημαίνει πως το υποκείμενο παίζει διαφορετικούς ρόλους, φέρει μια σειρά από διαφορετικές ταυτότητες. Ο πλουραλισμός των ταυτοτήτων εγείρει το πρόβλημα του συντονισμού τους. Ενας εξισορροπητικός συντονισμός, που ενώνει χωρίς να καταργεί την ιδιαιτερότητα των πολλαπλών ταυτοτήτων που ένα συγκεκριμένο άτομο φέρει, είναι δύσκολος σε μετανεωτερικά πλαίσια όπου οι παραδοσιακοί κανόνες και οι συλλογικές βεβαιότητες υποχωρούν και όπου οι επιλογές σε κάθε θεσμικό χώρο πολλαπλασιάζονται. Σε μια τέτοια κατάσταση το υποκείμενο, χωρίς την καθοδήγηση παραδοσιακών κωδίκων, καλείται, όπως τονίζει ο Giddens, να κατασκευάσει «τη δική του βιογραφία»: δηλαδή να πάρει αποφάσεις σε σχέση με τον γάμο, την οικογένεια, το επάγγελμα, τα πολιτικά και θρησκευτικά πιστεύω, το στυλ ζωής κτλ. Αυτή η δύσκολη κατάσταση δημιουργεί υπαρξιακό άγχος. Ενας τρόπος φυγής από αυτό είναι αντί για την εξισορρόπηση των ταυτοτήτων να επιλέξουμε την ισοπεδωτική κυριαρχία της μιας ταυτότητας πάνω στις άλλες. Είναι ακριβώς αυτό που επιχειρεί το φονταμενταλιστικά προσανατολισμένο θρησκευτικό άτομο. Οπως στο κοινωνικό επίπεδο η φονταμενταλιστική θρησκευτική λογική υποσκάπτει κάθε άλλη λογική, έτσι και στο επίπεδο του υποκειμένου η θρησκευτική ταυτότητα αναιρεί την ιδιαιτερότητα των άλλων ταυτοτήτων που το υποκείμενο φέρει. Πρόκειται για μια λύση η οποία μειώνει το άγχος που ο πολλαπλασιασμός των επιλογών δημιουργεί. Το τίμημα όμως είναι η εξαφάνιση της δημιουργικότητας που η νεωτερική και η μετανεωτερική κατάσταση κάνει δυνατή. Θα μπορούσε βέβαια να ισχυριστεί κανείς πως τον μονοσήμαντο προσανατολισμό και φανατισμό, που χαρακτηρίζει τη φονταμενταλιστική προσωπικότητα, δεν τον βλέπουμε μόνο στις νεωτερικές κοινωνίες. Οι προνεωτερικές παραδοσιακές κοινωνίες βρίθουν παραδειγμάτων φανατισμού και ζηλωτισμού. Ο προνεωτερικός τύπος φανατισμού όμως διαφέρει σημαντικά από τον νεωτερικό φονταμενταλιστικό φανατισμό. Ο τελευταίος αποτελεί έναν ειδικό τύπο φανατισμού/ δογματισμού που συνδέεται με την προσπάθεια του ατόμου να απλοποιήσει την πολυπλοκότητα και τον πολλαπλασιασμό των επιλογών που η νεωτερικότητα δημιουργεί. Στις προνεωτερικές, παραδοσιακές κοινωνίες ο φανατισμός έχει διαφορετικές βάσεις- αφού το πρόβλημα των πολλαπλών επιλογών λύνεται λίγο πολύ αυτόματα μέσω παραδοσιακών κανόνων. Είναι όταν η παράδοση αποδυναμώνεται ή εξαφανίζεται, όταν το υποκείμενο καλείται να δημιουργήσει τη δική του βιογραφία (δηλαδή να παίξει πολύ πιο ενεργό ρόλο στον συντονισμό διαφοροποιημένων ρόλων καθώς και στην επιλογή εναλλακτικών τρόπων ζωής) που ο φονταμενταλιστικός φανατισμός προσφέρει μια απλή λύση στο άγχος των επιλογών που η μεταπαραδοσιακή κατάσταση δημιουργεί.

Αν ο προνεωτερικός φανατισμός είναι διαφορετικός από τον νεωτερικό, το ίδιο ισχύει και για άλλα χαρακτηριστικά της φονταμενταλιστικής προσωπικότητας. Για παράδειγμα η καταπίεση της γυναίκας από τον άνδρα (σύζυγο, πατέρα, αδερφό), που παρατηρούμε στις παραδοσιακές κοινωνίες, είναι διαφορετική από αυτήν που παρατηρούμε στο πλαίσιο της αυταρχικής, νεωτερικής θρησκευτικότητας. Στην παραδοσιακή πατριαρχία η εξατομίκευση βρίσκεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Στη νεωτερικότητα η διαφοροποίηση θεσμικών χώρων, ρόλων και ταυτοτήτων οδηγεί σε μια πολύ πιο έντονη εξατομίκευση. Αυτό σημαίνει πως η ανάγκη του ατόμου για αυτονομία και αυτοπραγμάτωση είναι πολύ πιο επιτακτική. Ετσι η καταπίεση της γυναίκας σε νεωτερικά πλαίσια (π.χ. στα αστικά κέντρα της σημερινής ιρανικής επικράτειας) είναι πολύ πιο οδυνηρή αφού καταστέλλει βασικές ανάγκες της νεωτερικής προσωπικότητας. Αρα η φονταμενταλιστική αντίθεση στα δικαιώματα του γυναικείου φύλου στο όνομα μιας «καθαγιασμένης» παράδοσης δεν είναι μόνο αναχρονιστική αλλά, στις σημερινές συνθήκες, και βαθιά απάνθρωπη.

Συμπερασματικά, αν ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός στο κοινωνικό επίπεδο στοχεύει στην ισοπεδωτική κυριαρχία του θρησκευτικού πάνω σε όλους τους άλλους θεσμικούς χώρους της νεωτερικότητας, στο επίπεδο της προσωπικότητας προσπαθεί να καταργήσει την πολλαπλότητα και ιδιαιτερότητα των ταυτοτήτων που φέρουν τα εξατομικευμένα νεωτερικά υποκείμενα.

Τελειώνοντας θέλω να τονίσω πως η παραπάνω ανάλυση της φονταμενταλιστικής προσωπικότητας είναι ιδεοτυπική: απλουστεύει τα κοινωνικά και ψυχολογικά φαινόμενα σε μια ανάδειξη της βασικής λογικής που τα διέπει. Βέβαια, για να εξηγήσει κανείς πλήρως τη συγκρότηση της φονταμενταλιστικής προσωπικότητας θα πρέπει να αναφερθεί σε μια σειρά από άλλους παράγοντες που δεν σχετίζονται άμεσα με τη νεωτερική διαφοροποίηση θεσμών και ταυτοτήτων. Παρ΄ όλα αυτά όμως η ιδεοτυπική απλούστευση μπορεί να προσφέρει εννοιολογικά εργαλεία με τη βοήθεια των οποίων μπορούμε να ερευνήσουμε με έναν θεωρητικά γόνιμο τρόπο το φαινόμενο του θρησκευτικού φονταμενταλισμού.

Ο κ. Νίκος Μουζέλης είναι ομότιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας στην LSΕ.