OWassily Leontief (Βραβείο Νομπέλ Οικονομίας 1973) έλεγε, ότι στην οικονομία της αγοράς το κίνητρο του κέρδους είναι ο αέρας στα πανιά του πλοίου. Χωρίς αυτόν το πλοίο μένει στάσιμο, δεν πάει πουθενά. Ομως το πλοίο χωρίς καπετάνιο και κατεύθυνση θα πάει σίγουρα στα βράχια. Αν η μέχρι τώρα εμπειρία μας έδειξε τις συνέπειες του κρατισμού, η σημερινή κρίση μας δείχνει επίσης πόσο επικίνδυνη είναι η οικονομία της αγοράς χωρίς ρυθμιστικούς κανόνες, όταν λειτουργεί σε συνθήκες άκρατου νεοφιλελευθερισμού. Εφθανε μόνον ένα μέρος του χρηματοπιστωτικού συστήματος που διεθνώς έγινε πολύ σημαντικό και λειτουργούσε ανεξέλεγκτα, να οδηγήσει όχι μόνο τον χρηματοπιστωτικό τομέα αλλά ολόκληρη την παγκόσμια οικονομία σε κρίση και ύφεση απροσδιόριστου ακόμη μεγέθους. Ας αποτελέσει αυτή το τελευταίο μνημόσυνο του ασύδοτου καπιταλισμού μαζί με τα μνημόσυνα του κρατισμού. Το μέλλον δεν ανήκει ούτε στον έναν ούτε στον άλλον. Πρέπει να αφήσουμε τον αέρα να φυσάει όσο το δυνατόν πιο δυνατά, απελευθερώνοντας τις κινητήριες δυνάμεις της οικονομίας, στο κατάλληλο ρυθ μιστικό πλαίσιο και περιβάλλον που θα προσδιορίζεται πλέον από τους σύγχρονους ρόλους κράτους και αγοράς. Στο πλαίσιο αυτό, για την επαναφορά της οικονομίας από την υφεσιακή κατάσταση δεν επαρκεί πλέον η αποκατάσταση της ομαλής λειτουργίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος με την παροχή επαρκούς ρευστότητας και χαμηλού κόστους δανεισμού. Ούτε η δημοσιονομική πολιτική μπορεί να αντισταθμίσει την ξέφρενη χρηματοπιστωτική επέκταση και τόνωση της ζήτησης των τελευταίων ετών, στην οποία οφείλονταν σε μεγάλο βαθμό οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης.

Η κεϊνσιανή συνταγή, που επιστρατεύει τη δημοσιονομική πολιτική για τόνωση της ζήτησης σε συνθήκες ύφεσης, έχει μόνον προσωρινό χαρακτήρα.

Στο πλαίσιο αυτό, ένα σχέδιο αντιμετώπισης της κρίσης στη χώρα μας δεν μπορεί ποτέ να αγνοήσει ορισμένα βασικά δεδομένα, περιορισμούς και ιδιαιτερότητες, όπως, η χρόνια προβληματική δημοσιονομική μας διαχείριση, η μεγάλη διαρθρωτική καθυστέρηση και το μεγαλύτερο κόστος της γραφειοκρατίας, διπλάσιο από τον μέσο όρο της ευρωζώνης, που πνίγει την επιχειρηματικότητα.

Είναι προφανές, ότι το ελληνικό σχέδιο αντιμετώπισης της κρίσης σημαίνει ρήξεις με τη διαρθρωτική καθυστέρηση της χώρας, σημαίνει την ταχύτερη πραγματοποίηση των απαραίτητων διαρθρωτικών αλλαγών που αναβάλλονται, υπονομεύονται ή ψαλιδίζονται συνεχώς λόγω πολιτικής ανικανότητας και αντίστασης των οργανωμένων συντεχνιακών ομάδων συμφερόντων. Οι επιδοματικές πολιτικές, με αποτελεσματική στόχευση των δικαιούχων και κάλυψη των πραγματικών αναγκών ευπαθών κοινωνικών ομάδων, αποτελεί αυτονόητη υποχρέωση κάθε χώρας ιδιαίτερα την περίοδο αυτή. Ομως τα απαραίτητα αυτά μέτρα για τη στήριξη των αδυνάτων, δεν αποτελούν σχέδιο εξόδου από την κρίση, ούτε επαρκούν στην άσκηση κοινωνικής πολιτικής αν δεν συνδυασθούν:

α. Με μείωση του πληθωρισμού από συγκεκριμένα μέτρα, που σε συνδυασμό με τη συρρικνούμενη ζήτηση θα περιορίσουν τα περιθώρια κέρδους, όλων αυτών, μικρών μεσαίων και μεγάλων που στις προηγούμενες συνθήκες έκαναν την Ελλάδα ακριβή χώρα.

β. Με οργανωτικές αλλαγές στη λειτουργία του κοινωνικού κράτους, που θα μας απαλλάξουν από χρόνιες παθογένειες, όπως δαπάνες για ιδιωτικά φροντιστήρια και παιδικούς σταθμούς, διαφθορά και ιδιωτικές δαπάνες στην Υγεία κτλ.

Μετά τα ουσιαστικά βήματα στην πρώτη προϋπόθεση αντιμετώπισης της κρίσης που είναι η αποκατάσταση ομαλών συνθηκών ρευστότητας, η στήριξη της οικονομίας, η επανάκτηση της εμπιστοσύνης, η αναστροφή της αρνητικής ψυχολογίας και προοπτικών, μπορεί να προέλθει από ένα ολοκληρωμένο σχέδιο με δύο άξονες:

α) Επιτάχυνση και προώθηση των δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων με οργανωτικές αποφάσεις που απομακρύνουν τα γραφειοκρατικά εμπόδια, που αξιοποιούν κοινοτικούς πόρους, κινητοποιούν ιδιωτικούς όπως τα ΣΔΙΤ και προσελκύουν ξένες επενδύσεις.

β) Ενα ευρύ πρόγραμμα διαρθρωτικών αλλαγών και μεταρρυθμίσεων σε τομείς που αναφερθήκαμε προηγούμενα, αν και δυσκολότερο στις συνθήκες αυτές, αποτελεί τη μόνη διέξοδο της χώρας για την αντιμετώπιση της διπλής κρίσης δημοσίου χρέους και ανταγωνιστικότητας. Ομως η ελληνική αυτή απάντηση στην κρίση απαιτεί ρήξεις με συγχύσεις και ταμπού του παρελθόντος, με την ιδεολογική τρομοκρατία σιωπής για τα πραγματικά προβλήματα της χώρας, αλλά και τις λύσεις τους.

Ο κ. Σ. Θεοδωρόπουλος είναι αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου Πειραιώς.