Τα πρόσφατα τρομοκρατικά γεγονότα στη Βομβάη φέρνουν πάλι στο προσκήνιο την προβληματική γύρω από τον θρησκευτικό φονταμενταλισμό. Σε αυτό το άρθρο εξετάζω τη σχέση του φονταμενταλισμού με τη νεωτερικότητα. Ο φονταμενταλισμός, στο επίπεδο της ιδεολογίας, τονίζει την επιστροφή σε μια χρυσή εποχή όπου κάποιες βασικές αρχές (τα «fundamentals») κυριαρχούσαν στον ιδιωτικό και δημόσιο βίο. Στην πραγματικότητα όμως, στο επίπεδο της κοινωνικής οργάνωσης ο φονταμενταλισμός δεν είναι ούτε επιστροφή σε κάποια παραδοσιακή κατάσταση, ούτε «απομεινάρι» ενός αρχαϊκού κόσμου που νομοτελειακά η εξελικτική πορεία της ανθρωπότητας θα εξαφανίσει. Ο φονταμενταλισμός ως κοινωνικό σύστημα είναι ένα καθαρά νεωτερικό φαινόμενο.

Συνήθως ταυτίζουμε τη νεωτερικότητα με το είδος των φιλελεύθερων κοινωνιών που κυριάρχησαν στη Δύση μετά την ήττα των δυνάμεων του Αξονα στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ξεχνάμε όμως πως αυταρχικές κοινωνίες όπως αυτή της ναζιστικής Γερμανίας, της σταλινικής Σοβιετικής Ενωσης και της φασιστικής Ιαπωνίας ήταν εξίσου νεωτερικές. Ξεχνάμε πως υπήρχε π.χ. ένας ναζιστικός εκσυγχρονισμός που δεν ήταν λιγότερο αποτελεσματικός από τον φιλελεύθερο. Ξεχνάμε επίσης πως η ήττα των δυνάμεων του Αξονα είχε συγκυριακό, παρά αναπόφευκτο χαρακτήρα. Ξεχνάμε με άλλα λόγια πως δεν υπάρχει μία αλλά πολλές νεωτερικότητες, μία εκ των οποίων είναι η φιλελεύθερη δυτική. Με βάση τα παραπάνω το επιχείρημα που θα αναπτύξω είναι πως ο φονταμενταλισμός στον χώρο της θρησκείας αποτελεί ένα αυταρχικό είδος νεωτερικής θρησκευτικότητας. Θα ξεκινήσω με λίγα λόγια πάνω στην έννοια της νεωτερικότητας. Αν επικεντρώσουμε την προσοχή μας όχι στον χώρο της τέχνης και της κουλτούρας αλλά στον χώρο των κοινωνικών δομών, η νεωτερικότητα αναφέρεται στο είδος της κοινωνικής οργάνωσης που κυριάρχησε στη Δυτική Ευρώπη μετά την αγγλική, βιομηχανική, και τη γαλλική επανάσταση. Ενέχει δύο βασικές διαστάσεις:

Ενταξη στο εθνικό κέντρο
Η πρώτη διάσταση αφορά την έκλειψη της μη διαφοροποιημένης, «κλειστής» παραδοσιακής κοινότητας και του οικονομικού, πολιτικού, κοινωνικού και πολιτισμικού τοπικισμού που συνδέεται πάντα με αυτού του είδους την κοινωνική οργάνωση. Αυτή η έκλειψη οδηγεί στη μαζική κινητοποίηση και ένταξη του πληθυσμού σε αυτό που ο Β. Αnderson αποκαλεί «φαντασιακή κοινότητα» του κράτους-έθνους. Πράγματι η ανάπτυξη του κράτους-έθνους στον 19ο και 20ό αιώνα δημιούργησε ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο η συγκέντρωση όχι μόνο των μέσων παραγωγής (Μarx) αλλά και των μέσων κυριαρχίας και πολιτισμικής παραγωγής (Weber) πήρε τεράστιες διαστάσεις: οι βασικοί πόροι περνούν από τα χέρια των τοπικών σε αυτά των εθνικών ελίτ και οι ταυτίσεις/ προσανατολισμοί των υποκειμένων μετατίθενται από την περιφέρεια στο κέντρο. Ετσι το κράτος/ έθνος (και με την αυταρχική και με τη δημοκρατική μορφή του) κατόρθωσε, με τη βοήθεια νέων τεχνολογιών, να σπάσει τους παραδοσιακούς τοπικισμούς και να διεισδύσει στην περιφέρεια της κοινωνίας σε βαθμό αδιανόητο στις προνεωτερικές κοινωνίες. Μια δεύτερη βασική διάσταση της νεωτερικότητας είναι η διαφοροποίηση του κοινωνικού ιστού σε ξέχωρους θεσμικούς χώρους (οικονομικό, πολιτικό, θρησκευτικό κ.λπ.), που ο καθένας έχει, τουλάχιστον δυνητικά, τη δική του λογική και τις δικές του αξίες. Η μοναδικότητα της νεωτερικής κοινωνικής οργάνωσης εδώ έγκειται στο γεγονός πως για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας η κοινωνική διαφοροποίηση δεν περιορίζεται στην «κορυφή» του κοινωνικού σχηματισμού (όπως συνέβαινε στις μερικά διαφοροποιημένες παραδοσιακές κοινωνίες). Η κοινωνική διαφοροποίηση στη νεωτερικότητα είναι «ολική», δηλαδή διαπερνά όλη την κοινωνία, λειτουργεί από την κορυφή ως τη βάση της.

Νεωτερική θρησκευτικότητα
Με βάση τα παραπάνω ο φονταμενταλισμός και ως λόγος και ως κοινωνική οργάνωση ενέχει τα δύο βασικά χαρακτηριστικά της νεωτερικότητας: την κινητοποίηση/ ένταξη στο εθνικό κέντρο και την ολική διαφοροποίηση θεσμικών χώρων. Οπως είναι γνωστό ο φονταμενταλισμός, ως θρησκευτικός προσανατολισμός, έχει παίξει σημαντικό ρόλο και στις τρεις αβραμαϊκές θρησκείες (ιουδαϊσμός, χριστιανισμός, ισλαμισμός). Στη σημερινή συγκυρία όμως είναι στους κόλπους του Ισλάμ που τα φονταμενταλιστικά κινήματα έχουν ιδιαίτερη ισχύ και καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό το πολιτικό και κοινωνικό γίγνεσθαι. Παίρνοντας ως παράδειγμα χώρες της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής, βλέπουμε στη μετααποικιοκρατική, μεταπολεμική περίοδο (κυρίως στις τρεις τελευταίες δεκαετίες) έναν ανερχόμενο φονταμενταλιστικό ισλαμισμό που αμφισβητεί τον εκδυτικισμό προτείνοντας έναν ισλαμικού τύπου θρησκευτικο-πολιτικό εκσυγχρονισμό.

Συγκεκριμένα, εστιάζοντας στη νεωτερική διάσταση της κινητοποίησης / ένταξης στο εθνικό κέντρο, βλέπουμε στις περισσότερες ισλαμικές κοινωνίες το πέρασμα από τη «μικρή» στη «μεγάλη» ή «υψηλή» θρησκευτική παράδοση. Η πρώτη αναφέρεται στο είδος της τοπικιστικής, μη διαφοροποιημένης θρησκευτικής κοινότητας που χαρακτηρίζεται από τον αναλφαβητισμό των μελών της, την κυριαρχία του προφορικού θρησκευτικού λόγου, τη διάσταση της μαγείας, τον δεισιδαίμονα προσανατολισμό προς το θείο, τη λατρεία τοπικών αγίων που λειτουργούν ως ενδιάμεσοι μεταξύ πιστών και Αλλάχ κτλ. Από την άλλη μεριά το «υψηλό» Ισλάμ χαρακτηρίζεται από την κεντρική σημασία του γραπτού λόγου, την έμφαση στα ιερά κείμενα που είναι αποσυνδεδεμένα από τοπικιστικές παραδόσεις και προκαταλήψεις, την ισχυροποίηση μιας κάστας νομομαθών θρησκευτικών ελίτ που ειδικεύονται στην κωδικοποίηση και ερμηνεία των ιερών κειμένων κτλ. Η κυριαρχία του υψηλού, εγγράμματου Ισλάμ, που γίνεται δυνατή με τη χρήση των νέων τεχνολογιών, σημαίνει την κινητοποίηση/ ένταξη των πιστών στην πιο ευρεία, εθνική θρησκευτική κοινότητα, σημαίνει τη μετατόπιση υλικών και συμβολικών πόρων από την περιφέρεια στο κέντρο- σημαίνει με άλλα λόγια τη συγκέντρωση όχι μόνο των μέσων παραγωγής και κυριαρχίας αλλά και των μέσων «σωτηρίας» στα χέρια μιας κεντρικά οργανωμένης θρησκευτικής ελίτ.

Φονταμενταλιστική θρησκευτικότητα
Η νεωτερική θρησκευτικότητα δεν χαρακτηρίζεται μόνο από την κινητοποίηση/ ένταξη στο κέντρο, χαρακτηρίζεται επίσης από τη δεύτερη διάσταση της νεωτερικότητας- δηλαδή από τη διαφοροποίηση του θρησκευτικού χώρου από τους άλλους θεσμικούς χώρους (οικονομικό, πολιτικό κτλ.). Χαρακτηρίζεται με άλλα λόγια από τη διαδικασία της εκκοσμίκευσης. Οπως το θρησκευτικό στοιχείο συρρικνώνεται, η θρησκευτική λογική τείνει λίγο- πολύ να διαφοροποιείται από τη λογική των υπολοίπων θεσμικών χώρων. Είναι ακριβώς εναντίον αυτής της διαφοροποίησης/εκκοσμίκευσης που ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός στρέφει τα πυρά του. Στην περίπτωση της μη φονταμενταλιστικής νεωτερικής θρησκευτικότητας (στο Ισλάμ, στον Χριστιανισμό και αλλού) η διαδικασία της εκκοσμίκευσης γίνεται αποδεκτή. Αργά ή γρήγορα βλέπουμε μια ισορροπία μεταξύ της λογικής του θρησκευτικού, του πολιτικού, του οικονομικού, του κοινωνικού χώρου. Στην περίπτωση φονταμενταλιστικών μορφών της νεωτερικής θρησκευτικότητας περνάμε από την ισορροπία των διαφοροποιημένων θεσμικών χώρων σε μια συστηματική προσπάθεια υπόθαλψης της αυτονομίας των μη θρησκευτικών λογικών, μια προσπάθεια ισοπεδωτικής κυριαρχίας του θρησκευτικού στοιχείου.

Αν επιστρέψουμε στο ισλαμικό παράδειγμα, ο ισλαμικός φονταμενταλιστικός λόγος και η επακόλουθη στρατηγική του έχει κεντρικό στόχο την κατάληψη της κρατικής εξουσίας ως το πρώτο στάδιο για τη διαμόρφωση ολόκληρης της κοινωνίας στη βάση ισλαμικών αρχών. Ετσι τα ισλαμικά φονταμενταλιστικά κινήματα που γιγαντώθηκαν μετά την αποτυχία του κοσμικού αραβικού σοσιαλισμού αποτελούν μια πολύ σοβαρή απειλή που στρέφεται εναντίον των κοσμικών κυβερνήσεων μιας σειράς αραβικών χωρών που χάνουν σταδιακά τη λαϊκή τους βάση. Και είναι ακριβώς για αυτόν τον λόγο που αυταρχικές κοσμικές κυβερνήσεις, όπως αυτές της Αιγύπτου, της Τυνησίας, της Αλγερίας, προσπαθούν με λιγότερο ή περισσότερο βίαιο τρόπο να εξουδετερώσουν τον ανερχόμενο φονταμενταλισμό που αμφισβητεί την εξουσία των κοσμικών πολιτικών ελίτ. Σούνα και Χαντίθ
Οσο για τις χώρες όπου οι ισλαμιστές βρίσκονται στην εξουσία, ο στόχος διαμόρφωσης ολόκληρης της κοινωνίας στη βάση της ισλαμικής κοσμοθεωρίας υλοποιείται με τη δημιουργία θεσμών όπου οι θρησκευτικές ελίτ έχουν μεγάλη επιρροή ή και κυριαρχούν όχι μόνο στον θρησκευτικό αλλά και στον πολιτικό χώρο. Ετσι είτε εξετάσουμε ριζοσπαστικά καθεστώτα όπως αυτό του σιιτικού Ιράν, είτε συντηρητικά καθεστώτα όπως αυτό της σουνιτικής Σαουδικής Αραβίας, σε όλες τις περιπτώσεις βλέπουμε μια συστηματική προσπάθεια διαμόρφωσης της κοινωνίας στη βάση των αμετάβλητων ιερών κανόνων του Κορανίου (Σούνα και Χαντίθ) και των εξελισσομένων ερμηνειών της Σαρία από τους νομομαθείς ουλέμα. Στις παραπάνω περιπτώσεις η διαφοροποίηση θεσμικών χώρων εξακολουθεί να υφίσταται- άρα δεν έχουμε, όπως πολλοί νομίζουν, επιστροφή σε μια μη διαφοροποιημένη παραδοσιακή κατάσταση. Αλλά οι αυτόνομες λογικές και αξίες των μη θρησκευτικών χώρων αμβλύνονται. Γιατί στα φονταμενταλιστικά καθεστώτα οι ισλαμικές κοινωνίες δεν καθορίζουν μόνο τον θρησκευτικό χώρο αλλά και αυτόν της παιδείας, της τέχνης, της μόδας, των επαγγελμάτων κτλ.

Συμπερασματικά ο φονταμενταλισμός στον χώρο της λατρείας του θείου είναι μια αυταρχική, νεωτερική μορφή του θρησκευτικού φαινομένου. Πρόκειται για έναν αυταρχισμό που στο επίπεδο του κοινωνικού συστήματος προσπαθεί να υποσκάψει τις ιδιαίτερες λογικές και αξίες των μη θρησκευτικών θεσμικών χώρων που η νεωτερικότητα δημιουργεί. Στο επόμενο άρθρο μου θα συνεχίσω την εξέταση του φονταμενταλιστικού φαινομένου επικεντρώνοντας την προσοχή μου λιγότερο στην κοινωνική οργάνωση και περισσότερο στη συγκρότηση της φονταμενταλιστικής προσωπικότητας.

Ο κ. Νίκος Μουζέλης είναι ομότιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας στην LSΕ.