Bρισκόμαστε εν μέσω της χειρότερης οικονομικής κρίσης από τη δεκαετία του 1930. Το κυριότερο χαρακτηριστικό της κρίσης αυτής είναι ότι δεν προκλήθηκε από κάποιο εξωτερικό σοκ, όπως μια αύξηση της τιμής του πετρελαίου από τον ΟΡΕC. Τη δημιούργησε το ίδιο το οικονομικό σύστημα.

Το γεγονός αυτό- ένα εγγενές ελάττωμα του συστήματος- διαψεύδει την ευρέως αποδεκτή θεωρία ότι οι οικονομικές αγορές τείνουν προς την ισορροπία και οι αποκλίσεις από την ισορροπία συμβαίνουν είτε με τυχαίο τρόπο είτε προκαλούνται από κάποιο αιφνιδιαστικό εξωτερικό γεγονός προς το οποίο οι αγορές δυσκολεύονται να προσαρμοστούν. Η παρούσα προσέγγιση της ρύθμισης της αγοράς βασίζεται στη θεωρία αυτή, αλλά η σοβαρότητα και το εύρος της κρίσης αποδεικνύουν πειστικά ότι υπάρχει κάτι θεμελιωδώς λάθος σε αυτήν. Εχω αναπτύξει μια εναλλακτική θεωρία η οποία υποστηρίζει ότι οι οικονομικές αγορές δεν αντικατοπτρίζουν σωστά τις υποβόσκουσες συνθήκες. Παρέχουν μια εικόνα που είναι πάντα προκατειλημμένη ή διαστρεβλωμένη με κάποιον τρόπο. Και το πιο σημαντικό είναι ότι οι διαστρεβλωμένες απόψεις που έχουν οι μετέχοντες στην αγορά και εκφράζονται στις τιμές της αγοράς μπορούν υπό ορισμένες προϋποθέσεις να επηρεάσουν τα αποκαλούμενα βασικά στοιχεία, τα οποία υποτίθεται ότι αντικατοπτρίζουν οι τιμές της αγοράς.

Αυτή τη διπλής κατεύθυνσης σχέση ανάμεσα στις τιμές της αγοράς και στην υποβόσκουσα πραγματικότητα την αποκαλώ «αντανακλαστικότητα». Θεωρώ ότι οι οικονομικές αγορές είναι πάντα αντανακλαστικές και σε ορισμένες περιπτώσεις μπορούν να παρεκκλίνουν πολύ από την αποκαλούμενη ισορροπία. Με άλλα λόγια, οι οικονομικές αγορές είναι επιρρεπείς στο να παράγουν «φούσκες».

Η παρούσα κρίση γεννήθηκε στην αγορά ενυπόθηκων δανείων υψηλού ρίσκου. Η αμερικανική στεγαστική «φούσκα» έσκασε λειτουργώντας σαν πυροκροτητής που πυροδότησε μια πολύ μεγαλύτερη σούπερ «φούσκα», η οποία είχε αρχίσει να αναπτύσσεται τη δεκαετία του 1980, όταν ο δογματισμός της αγοράς έγινε η επικρατούσα αρχή. Η αρχή αυτή οδήγησε στην απελευθέρωση, στην παγκοσμιοποίηση και στις οικονομικές καινοτομίες που βασίστηκαν στη λανθασμένη υπόθεση ότι οι αγορές τείνουν προς την ισορροπία.

Το οικοδόμημα από τραπουλόχαρτα έχει πλέον καταρρεύσει. Με τη χρεοκοπία της Lehman Βrothers τον Σεπτέμβριο του 2008 συνέβη το αδιανόητο: το οικονομικό σύστημα έπαθε καρδιακή προσβολή. Αμέσως τέθηκε σε τεχνητή αναπνοή: οι αρχές του ανεπτυγμένου κόσμου εγγυήθηκαν αποτελεσματικά ότι δεν θα επέτρεπαν σε κανέναν άλλο σημαντικό θεσμό να καταρρεύσει.

Οι χώρες όμως στην περιφέρεια του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος δεν μπορούσαν να παράσχουν εξίσου αξιόπιστες εγγυήσεις. Αυτό επέσπευσε τη φυγή κεφαλαίων από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής. Ολα τα νομίσματα έπεσαν έναντι του δολαρίου και του γεν. Οι τιμές των αγαθών καταβαραθρώθηκαν και τα επιτόκια στις αναδυόμενες αγορές εκτινάχθηκαν στα ύψη. Ο αγώνας για τη σωτηρία του διεθνούς οικονομικού συστήματος συνεχίζεται. Ακόμη και αν στεφθεί με επιτυχία, οι καταναλωτές, οι επενδυτές και οι επιχειρήσεις υφίστανται μια τραυματική εμπειρία της οποίας ο πλήρης αντίκτυπος δεν έχει γίνει ακόμη αισθητός. Μια βαθιά κάμψη είναι αναπόφευκτη και δεν μπορεί να αποκλειστεί η πιθανότητα μιας ύφεσης.

Τι πρέπει λοιπόν να γίνει;

Επειδή οι οικονομικές αγορές είναι επιρρεπείς στο να δημιουργούν «φούσκες» στα προϊόντα τους, εκείνοι που τις ρυθμίζουν οφείλουν να δεχθούν την ευθύνη ότι θα τις εμποδίζουν να γίνουν υπερβολικά μεγάλες. Ως σήμερα οι οικονομικές αρχές απέρριπταν κατηγορηματικά την ευθύνη αυτή.

Βεβαίως είναι αδύνατο να εμποδίσουμε τον σχηματισμό μιας «φούσκας», ωστόσο θα έπρεπε να είναι δυνατό να την κρατάμε εντός ανεκτών ορίων. Αυτό δεν μπορεί να γίνει απλώς ελέγχοντας την προσφορά χρημάτων. Οι ρυθμιστές πρέπει επίσης να λαμβάνουν υπόψη τις πιστωτικές συνθήκες, διότι τα χρήματα και η πίστωση δεν κινούνται χέρι χέρι. Οι αγορές έχουν διαθέσεις και προκαταλήψεις οι οποίες πρέπει να αντισταθμίζονται. Για να ελέγξουμε την πίστωση ξέχωρα από τα χρήματα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε επιπλέον εργαλεία- ή, πιο σωστά, να τα επανενεργοποιήσουμε, δεδομένου ότι είχαν χρησιμοποιηθεί τις δεκαετίες του ΄50 και του ΄60. Αναφέρομαι στις ποικίλες απαιτήσεις περιθωρίου και στις ελάχιστες απαιτήσεις κεφαλαίου για τις τράπεζες.

Οι σημερινές εξελιγμένες οικονομικές δομές καθιστούν εξαιρετικά δύσκολο, αν όχι αδύνατο, τον υπολογισμό των απαιτήσεων για το

περιθώριο και το κεφάλαιο. Συνεπώς τα νέα οικονομικά προϊόντα πρέπει να καταγράφονται και να λαμβάνουν την έγκριση των κατάλληλων αρχών προτού τεθούν προς πώληση. Το αντιστάθμισμα της διάθεσης της αγοράς απαιτεί κρίση και επειδή οι ρυθμιστές είναι άνθρωποι, ενδέχεται να κάνουν λάθος. Εχουν όμως το πλεονέκτημα ότι βλέπουν τις αντιδράσεις της αγοράς, το οποίο τους επιτρέπει να διορθώνουν τα λάθη τους. Αν μια σύσφιγξη των απαιτήσεων για το περιθώριο και το ελάχιστο κεφάλαιο δεν ξεφουσκώσει τη «φούσκα», οι ρυθμιστές μπορούν να σφίξουν ακόμη περισσότερο. Η διαδικασία όμως δεν είναι αλάνθαστη, διότι και οι αγορές μπορεί να κάνουν λάθος. Η αναζήτηση της βέλτιστης ισορροπίας είναι μια αέναη διαδικασία δοκιμής και λάθους.

Το παιχνίδι της γάτας και του ποντικού ανάμεσα στους ρυθμιστές και στους μετέχοντες στην αγορά είναι ήδη σε εξέλιξη, αλλά η πραγματική του φύση δεν έχει ακόμη αναγνωριστεί. Ο Αλαν Γκρίνσπαν, ο πρώην πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, ήταν ένα μετρ της χειραγώγησης με τις σιβυλλικές του δηλώσεις αλλά, αντί να παραδέχεται τι έκανε, παρίστανε ότι ήταν απλώς ένας παθητικός παρατηρητής. Γι΄ αυτό οι «φούσκες» των προϊόντων κατάφεραν να μεγαλώσουν τόσο πολύ στη διάρκεια της θητείας του. Επειδή οι οικονομικές αγορές είναι παγκόσμιες, οι ρυθμίσεις πρέπει επίσης να έχουν διεθνές πεδίο. Στην παρούσα κατάσταση το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) έχει ένα νέο σκοπό στη ζωή του: να προστατεύει τις χώρες της περιφέρειας από τις επιπτώσεις των καταιγίδων που δημιουργούνται στο κέντρο, κυρίως στις ΗΠΑ.

Ο αμερικανός καταναλωτής δεν μπορεί πια να λειτουργεί σαν την ατμομηχανή της παγκόσμιας οικονομίας. Για να αποφευχθεί μια παγκόσμια ύφεση και άλλες χώρες πρέπει να κινητοποιήσουν την εσωτερική τους οικονομία. Ωστόσο οι χώρες της περιφέρειας χωρίς μεγάλο πλεόνασμα εξαγωγών δεν είναι σε θέση να υιοθετήσουν πολιτικές που πηγαίνουν κόντρα στον οικονομικό κύκλο. Το ΔΝΤ οφείλει να βρει τρόπους να χρηματοδοτήσει τα δημοσιονομικά ελλείμματα. Αυτό μπορεί να γίνει εν μέρει στρατεύοντας κρατικά επενδυτικά κεφάλαια και εν μέρει εκδίδοντας ειδικά δικαιώματα αναλήψεων, τα οποία θα εκχωρούν οι πλούσιες χώρες που μπορούν να χρηματοδοτήσουν τα δικά τους δημοσιονομικά ελλείμματα προς τις φτωχότερες που δεν μπορούν.

Ενώ η διεθνής ρύθμιση πρέπει να ενισχυθεί προκειμένου να επιζήσει το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα, οφείλουμε να προσέξουμε να μην πάμε υπερβολικά μακριά. Οι αγορές είναι ατελείς, αλλά οι ρυθμίσεις είναι ακόμη περισσότερο. Οι ρυθμιστές δεν είναι μόνο άνθρωποι, είναι και γραφειοκράτες, ενώ υπόκεινται και σε πολιτικές επιρροές. Οι ρυθμίσεις πρέπει να κρατηθούν στο αναγκαίο ελάχιστο για να διατηρηθεί η σταθερότητα.

* Ο κ. George Soros είναι πρόεδρος του Soros Fund Μanagement.