Μέσα σε λίγα χρόνια ζήσαμε το σκάνδαλο του εκκλησιαστικού, πολιτικού και δικαστικού κυκλώματος σε βάρος της Δικαιοσύνης, το σκάνδαλο με τις οικονομικές και προσωπικές ατασθαλίες τόσων ιεραρχών με πολιτική επιρροή και τώρα ζούμε το σκάνδαλο τού Βατοπαιδίου και άλλων μονών. Το κοινό χαρακτηριστικό αυτών και άλλων υποθέσεων είναι η διαπλοκή με τον πολιτικό κόσμο και με τον οικονομικό, δικηγορικό και συμβολαιογραφικό υπόκοσμο.

Η Εκκλησία έχει τεράστια περιουσία αλλά δεν έχει φορολογικές υποχρεώσεις. Πίσω από τα γνωστά για τη «σωτηρία της ψυχής» κρύβονται πολλοί στυγνοί Εφραίμ που δεν διστάζουν καν να βρίζουν με τη στάση τους το Κοινοβούλιο της χώρας. Πολλά μοναστήρια και πολλά ιδρύματα μικρή σχέση έχουν με τη χριστιανική πίστη και τη χριστιανική αλληλεγγύη: επιχειρήσεις είναι με μεγάλη τάση παρανομίας και παραβατικότητας. Ή τουλάχιστον εκμετάλλευσης της ανυπεράσπιστης πολιτείας.

Ο,τι κι αν λέει συνεπώς ο συμπαθής Αρχιεπίσκοπος, ναι, είναι πια επείγον να μελετηθεί το θέμα της εκκλησιαστικής περιουσίας στο σύνολό του σε συνδυασμό και με τη χρηματοδότηση της Εκκλησίας από το κράτος. Θέμα που δεν μπορεί να προχωρήσει χωρίς μια πλήρη και ριζική επανεξέταση του γενικού πλαισίου των σχέσεων πολιτείας και Εκκλησίας (το πιο σωστό: εκκλησιών) με στόχο έναν ρεα λιστικό χωρισμό των δραστηριοτήτων, των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεών τους. Και αυτό δεν μπορεί να αποτελέσει θέμα δημοψηφίσματος. «Πόθεν τεκμαίρεται» αναρωτήθηκε πρόσφατα ο Νίκος Σηφουνάκης (περιοδικό «Μεταρρύθμιση», τεύχος Νοεμβρίου) «ότι για θέματα διοίκησης το κράτος θα πρέπει να συναποφασίζει με την ηγεσία της Εκκλησίας;».

Ο διοικητικός χωρισμός και η αλήθεια για την εκκλησιαστική περιουσία και τη διαχείρισή της, με τις γνωστές πρακτικές διαπλοκής και εκβιασμών, δεν έχουν πράγματι καμία σχέση με την ιστορία ή με την «πίστη των Ελλήνων» – ας καταλάβουμε όμως κάποτε ότι με το 10% του πληθυσμού της χώρας να έρχεται από αλλού, έχοντας φυσικά ίσα ανθρώπινα και συνεπώς και θρησκευτικά δικαιώματα, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά και μονολιθικά όσο πριν και το διαπιστώνουμε ακόμη και στα σχολεία με το μάθημα των Θρησκευτικών, που είναι κατήχηση Ορθοδοξίας. Η Γαλλία, για παράδειγμα, δεν έχει σβήσει την ιστορία της και την πλειοψηφούσα καθολική της ρίζα επειδή από το 1905 θεσπίστηκε το λαϊκό κράτος.

Είναι βέβαιο ότι και πολλοί άξιοι ιεράρχες δύσκολα ανέχονται μια «Εκκλησία ΑΕ» σε μια σχέση αμοιβαίας και δηλητηριασμένης εξάρτησης-κυριαρχίας με το κράτος και κυρίως το παρακράτος. Το Βατοπαίδι αποδείχνει ότι η συζήτηση πρέπει να ξαναρχίσει.