Εκκληση προς αναλυτές, κοινωνιολόγους, δημοσκόπους και άλλα συναφή επαγγέλματα: Οταν απαριθμείτε τον κατήφορο της χώρας- οικονομικό, πολιτικό, επιχειρηματικό, εργασιακό, ηθικό κτλ.- προσθέστε στο τέλος και τον πολιτισμικό κατήφορο. Ισως το «πολιτισμικός» είναι μια λέξη πολύ βαριά, αλλά πιστεύω ότι η εξουσία αναδίδει μια οσμή trash.

Θα μου πείτε ότι η εξουσία στην Ελλάδα είχε και έχει πάντοτε κάτι το γελοίο- αλλά κάποτε κρατούσε τουλάχιστον τα προσχήματα, απέφευγε να εκτεθεί. Σήμερα, το μείγμα κυνικότητας, θρασύτητας και ηλιθιότητας θεωρείται προσόν επιτυχίας.

Πάρτε παράδειγμα τα ανακριτικά γραφεία των τηλεπαραθύρων: Στο ένα, μαινόμενοι, ασώματοι σχολιαστές των 20.000, 30.000 και 40.000 ευρώ μηνιαίως κατηγορούν τους απεργούς ότι θέλουν να διατηρήσουν τα… προνόμιά τους σκοτώνοντας γριούλες. Αλλάζεις κανάλι και ακούς δημοσιογράφους και βουλευτές (ακόμη καλύτερα αν είναι δημοσιογράφοι-βουλευτές), οι οποίοι έχουν λαμβάνειν δυο τρεις παχυλές συντάξεις, να μαστιγώνουν ανηλεώς μητέρες ανηλίκων παιδιών γιατί ζητούν χρόνο να τα φροντίζουν, αφού ούτε σε ιδιωτικό σχολείο μπορούν να τα στείλουν ούτε Φιλιππινέζα έχουν σπίτι για να τα αναθρέψει.

Η ιθύνουσα τάξη της χώρας- μεταξύ μίζας, Μυκόνου και σκυλάδικου- φθίνει με ταχύτατους ρυθμούς. Η απόστασή της από την υπαρκτή Ελλάδα μετριέται πλέον σε έτη φωτός. Επαναλαμβάνεται συχνά εδώ και δύο τουλάχιστον δεκαετίες ότι σε αυτήν τη χώρα οι πλούσιοι γίνονται όλο και πιο πλούσιοι και οι φτωχοί όλο και πιο φτωχοί. Είναι- σύμφωνοι- μια κοινοτοπία, την οποία όμως οι στατιστικές επιβεβαιώνουν. Οπως το επιβεβαιώνουν η αχαλίνωτη επιδειξιμανία του πλούτου, η προκλητική συμπεριφορά των εγχώριων αρχόντων απέναντι στον λαουτζίκο, την ίδια στιγμή που οι στατιστικές λένε ότι, όχι από την τέταρτη, αλλά από την τρίτη εβδομάδα του μήνα τα πορτοφόλια αδειάζουν.

Περιμένω από τη μια στιγμή στην άλλη, ξεφυλλίζοντας κάποια εφημερίδα, παρακολουθώντας κάποιο κανάλι, να πέσω σε κάποιον της βλαχομπαρόκ ελίτ που θα αναφωνεί: «Δεν έχουν ψωμί; Ας φάνε κρουασάν». Ακολουθούν ρεπορτάζ με τη βίλα του συνεντευξιαζόμενου, τη σύζυγο (ή τον σύζυγο) να καταγγέλλει τις παράλογες απαιτήσεις και τη χαμηλή ανταγωνιστικότητα των εργαζομένων και στιλάτες φωτογραφίες με τη συλλογή από γραβάτες του συζύγου και τα μοντέλα υψηλής ραπτικής της συζύγου. Εικόνες με έξαλλους εργαζομένους να φωνάζουν στους δρόμους «Libert, Εgalit » ανήκουν στη σφαίρα των αριστερίστικων φαντασιώσεών μου. Ή μήπως όχι;

vmoulopoulos@dolnet.gr