Η μείωση κατά 60% των κερδών της Citibank και οι ζημιές των 700 εκατ. ευρώ της UΒS, δύο παγκόσμιων τραπεζικών κολοσσών, δείχνουν ότι η κρίση της «φούσκας» των στεγαστικών δανείων δεν έχει τελειώσει. Οτι οι αγορές συνεχίζουν να καίνε δισεκατομμύρια δολαρίων, ευρώ, γιεν. Αλλά η εξαέρωση των εικονικών αξιών δεν είναι αυτόνομη. Η κρίση μεταφέρεται και στην πραγματική οικονομία, με επιπτώσεις που μπορεί να αποδειχθούν σε λίγους μήνες τραγικές. Είμαστε μπροστά σε μια χρηματιστηριακή κρίση με ποιοτικές διαφορές από τις προηγούμενες του 1987 και του 2001. Είναι οι στρεβλώσεις και οι αντιθέσεις του συστήματος που βγαίνουν στην επιφάνεια. Ακόμη και σήμερα δεν γνωρίζουμε το ακριβές ύψος (μιλούν για τρισ. δολάρια) των επισφαλών χρηματοοικονομικών προϊόντων. Εκ πρώτης όψεως είναι ο θρίαμβος της «δημοκρατίας της αγοράς»: ο καθένας μπορεί να αποκτήσει σπίτι, ακόμη και αν δεν προσφέρει τις εγγυήσεις ότι μπορεί να το πληρώσει.

Μέσω των καταναλωτικών δανείων και των πιστωτικών καρτών όλοι μπορούν, ή καλύτερα υποχρεώνονται, να καταναλώσουν πολύ πάνω από τις σημερινές και μελλοντικές εισοδηματικές ικανότητές τους. Γιατί η κατανάλωση είναι ο βασικός- αν όχι ο μοναδικός- μοχλός για να συνεχίσουν οι μεταβιομηχανικές χώρες να αυξάνουν το ΑΕΠ. Η κατοικία, η υγεία, η παιδεία, η εργασία, η ασφάλιση, η ψυχαγωγία, ο ελεύθερος χρόνος δεν θεωρούνται δικαιώματα αλλά ευκαιρίες για να διευρυνθούν οι τομείς επένδυσης του κεφαλαίου και τα κέρδη του. Δεν είναι τυχαίο ότι παράλληλα οι τομείς του κοινωνικού κράτους συρρικνώνονται. Το λιγότερο κράτος δεν αφορά μόνο τις παραγωγικές δραστηριότητες, αλλά τον τρόπο που οργανώνεται η κοινωνία σε όλες τις δραστηριότητές της.

Η σημερινή κρίση δεν είναι τίποτε άλλο από τον ιδεολογικό εκφυλισμό αυτού του «μοναδικού ορθολογικού συστήματος»: αυτού της παγκοσμιοποίησης. Αποδεχόμαστε ως φυσιολογική την παράδοση των αποθεματικών των Ταμείων σε μάγους του «αναιδούς κεφαλαίου» (hedge funds) που υπόσχονται παραμυθένιες αποδόσεις.

Αλλά το χειρότερο είναι ότι η οικονομική πολιτική έχει ανατεθεί στις κεντρικές τράπεζες που προβλέπουν καταστροφές για κάθε αύξηση 5 ευρώ στους μισθούς και απαιτούν ελαστικότητα, ιδιωτικοποιήσεις, αλλά όταν χρειάζεται να σώσουν (το λένε «διορθώσουν») τις τρύπες του χρηματοπιστωτικού συστήματος δεν φείδονται γενναιοδωρίας. Το ντόμινο των «στεγαστικών δανείων των φτωχών» δεν έχει εξαντληθεί και πολύ φοβάμαι ότι την κρίση θα την πληρώσουν και πάλι οι «φτωχοί», από τους οποίους θα ζητηθεί «σύνεση στις μισθολογικές απαιτήσεις τους», ενώ θα υπάρξει μεγαλύτερος περιορισμός του κοινωνικού κράτους.

vmoulopoulos@dolnet.gr