Τ ο κράτος έχει καθήκον να προστατεύει τους πολίτες από σοβαρούς κινδύνους. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να μας προστατεύει από όλους τους κινδύνους- το κράτος οφείλει επίσης να αφήνει ευρύ πεδίο προσωπικής ευθύνης. Υπάρχουν όμως ορισμένες κατηγορίες κινδύνων για τους οποίους μόνο η συντονισμένη δράση της κεντρικής εξουσίας και η οικονομική ισχύς του δημοσίου ταμείου μπορούν να έχουν αποτέλεσμα. Το ελληνικό κράτος αποδέχεται αυτή την ευθύνη και ξοδεύει εκατομμύρια από τα χρήματα των φορολογουμένων για να συντηρεί την Πυροσβεστική Υπηρεσία, τη Δασική Υπηρεσία, την Αστυνομία και τον Στρατό. Κανείς δεν διαφωνεί με την ύπαρξη της ευθύνης αυτής. Ολοι μαζί πληρώνουμε για να υπάρχουν οι απαραίτητες δομές και υπηρεσίες.

Η διαφωνία ξεκινά όσον αφορά το κατώφλι της ευθύνης, δηλαδή την ακριβή οριοθέτησή της. Κατά μία διαδεδομένη άποψη το κράτος αρκεί να συντηρεί την Πυροσβεστική, την Αστυνομία και τη Δασική Υπηρεσία όπως συντηρεί τις υπόλοιπες δημόσιες υπηρεσίες, δηλαδή τα υπουργεία, την Εφορία, τις νομαρχίες και τα πολεοδομικά γραφεία. Αυτό σημαίνει ότι οι υπηρεσίες αυτές μπορούν να είναι κομματικά φέουδα στα οποία μπορεί να βασιλεύει η αναξιοκρατία, ο κομματισμός και η διαφθορά. Αυτή θα την ονομάσω την άποψη της «ίσης προσπάθειας»: Ο,τι γίνεται σε όλο το Δημόσιο, θα γίνεται και στα θέματα της δημόσιας τάξης.

Αυτή είναι νομίζω κατά βάθος η άποψη του υπουργού Δημόσιας Τάξης κ. Βύρωνα Πολύδωρα, ο οποίος στη συνέντευξή του στο «Βήμα της Κυριακής» της 2.9.07 είπε ότι ο συντονισμός των κρατικών υπηρεσιών στις πυρκαϊές ήταν « ο καλύτερος δυνατός υπό τις δεδομένες συνθήκες ». Και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός είπε στην «Καθημερινή» την ίδια ημέρα ότι « η κρατική μηχανή έκανε ό,τι καλύτερο μπορούσε ». Η απάντηση αυτή δείχνει δυστυχώς έλλειψη σεβασμού προς τα θύματα της τραγωδίας.

Η σωστότερη άποψη κατά τη γνώμη μου θα έβλεπε την ευθύνη ενός δημοκρατικού κράτους διαφορετικά. Ορισμένες δημόσιες παροχές είναι πολύ πιο σημαντικές από τις άλλες, γιατί τα αγαθά που προστατεύουν είναι πολύ πιο σημαντικά για τον απλό πολίτη. Αρα οι προσπάθειες του κράτους για την προστασία της ζωής (και το ίδιο ισχύει για την απονομή της δικαιοσύνης) οφείλει να είναι κατ΄ αναλογία ενισχυμένες και αποτελεσματικές. Στους τομείς αυτούς υπάρχει η αρχή της «ενισχυμένης ευθύνης». Επομένως το κατώφλι της ευθύνης είναι πολύ πιο ψηλά: το κράτος οφείλει να προστατεύει τη ζωή ανάλογα με την οικονομική του δυνατότητα και με τις επιστημονικές γνώσεις που του είναι διαθέσιμες. Αρα η Ελλάδα δεν μπορεί να προστατεύει τους πολίτες της λιγότερο από άλλα μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης με παρόμοιες οικονομικές δυνατότητες. Η αυξημένη ευθύνη απαιτεί αυτήν ακριβώς τη σύγκριση. Σε καμία από τις απαντήσεις του υπουργού και του Πρωθυπουργού δεν υπάρχει η αναγνώριση της αυξημένης αυτής ευθύνης.

Πώς θα έπρεπε ο Πρωθυπουργός και ο υπουργός του να αντιμετωπίσουν την ευθύνη τους, αν όχι με την μεμψίμοιρη επίκληση των αδυναμιών του κράτους; Πρώτον, θα έπρεπε πρώτα να εξηγήσουν στους συγγενείς των θυμάτων τι έπραξαν στα τριάμισι χρόνια της θητείας τους για την προώθηση της αξιοκρατίας, της αποτελεσματικότητας και των νέων τεχνολογιών στην Πυροσβεστική και στη Δασική Υπηρεσία. Δεν το έκαναν. Ισως γιατί, όπως πολλαπλώς έχει διαπιστωθεί στον Τύπο, ο υπουργός αντιμετωπίζει το έργο του άλλοτε, όπως είπε ο ίδιος, ως καταναγκαστική εργασία και άλλοτε ως ιδιωτική υπόθεση (διορίζοντας τις κόρες του ως συμβούλους του), ενώ έχει διαρκώς προωθήσει το κομματικό συμφέρον πάνω από το συμφέρον των ελλήνων πολιτών σε τέτοιο βαθμό, ώστε η επάρκειά του να αμφισβητείται από όλες τις πλευρές του πολιτικού φάσματος. Ο Πρωθυπουργός όμως τον εμπιστεύεται στην ευαίσθητη αυτή θέση και άρα έχει και αυτός την ίδια ευθύνη – ή και μεγαλύτερη.

Δεύτερον, ο Πρωθυπουργός θα έπρεπε καταρχήν να πει ότι δεν γνωρίζει ακόμη γιατί εκδηλώθηκαν και γιατί επεκτάθηκαν τόσο πολύ οι πυρκαϊές. Χωρίς προσεκτική και επιστημονικά τεκμηριωμένη έρευνα κανείς δεν είναι σε θέση να γνωρίζει γιατί οδηγηθήκαμε σε αυτήν την τεράστια και χωρίς προηγούμενο καταστροφή. Η έρευνα αυτή θα μας έλεγε αξιόπιστα και ποιες μέθοδοι ακολουθούνται σε πιο προχωρημένες χώρες και αν θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί οι καταστροφές, αν αυτές οι μέθοδοι υπήρχαν και στην Ελλάδα. Δυστυχώς ο Πρωθυπουργός δεν έχει αποφασίσει τη διεξαγωγή επίσημης επιστημονικής έρευνας κανενός είδους.

Τρίτον, δεν θα προσέφευγαν στις αλλοπρόσαλλες θεωρίες συνωμοσίας χωρίς να έχουν το παραμικρό αποδεικτικό στοιχείο. Αντί να περιμένουν τη συλλογή στοιχείων από τα οποία θα προέκυπτε έγκυρα η αιτία για την καταστροφή, έσπευσαν στην εύκολη αλλά ανεύθυνη πολιτική λύση του εκφοβισμού της κοινής γνώμης. Αυτός είναι άλλος ένας τρόπος με τον οποίον μεταχειρίστηκαν τα θύματα της τραγωδίας ως μέσα στο πολιτικό τους παιχνίδι για επικοινωνιακούς και προεκλογικούς μόνο σκοπούς.

Με το να αρνούνται την αυξημένη ευθύνη τους (και συνδυάζοντας την αναποτελεσματικότητά τους με εύκολα λόγια περί μεταρρυθμίσεων κλπ.) ο Πρωθυπουργός και ο υπουργός δείχνουν όχι μόνο έλλειψη σεβασμού στα άτυχα θύματα, αλλά και έλλειψη δημοκρατικής ευαισθησίας.

Ο κ. Π. Ελευθεριάδης διδάσκει στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης.