Η Ρωσία αναζητεί εκ νέου να διαδραματίσει κάποιον ρόλο ως παγκόσμια δύναμη και γι΄ αυτό ανασηκώνει τα μανίκια. Οι ενδείξεις της αλλαγής στην εξωτερική πολιτική της έχουν αυξηθεί από τότε που ο πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν απηύθυνε την πύρινη ομιλία του στο Μόναχο, τον περασμένο Φεβρουάριο.

Εκτοτε, η Ρωσία κάρφωσε τη σημαία της στον πυθμένα του Βόρειου Πόλου προκειμένου να παρουσιάσει τις νομικές διεκδικήσεις της στην Αρκτική και το δικαίωμα ιδιοκτησίας των πηγών φυσικού πλούτου, ανακοίνωσε την πρόθεσή της να κατασκευάσει τη δική της αντιπυραυλική ασπίδα και διατύπωσε πλήθος απειλών κατά της Ευρώπης αναφορικά με τα αμερικανικά σχέδια για επέκταση της δικής τους αντιπυραυλικής ασπίδας. Επίσης, ανατίναξε έναν «αδέσποτο» πύραυλο ή μια βόμβα στη Γεωργία ως προειδοποίηση στην κυβέρνηση της χώρας και τους δυτικούς φίλους της, ρωσικά αεροσκάφη εκτέλεσαν προειδοποιητικές πτήσεις πάνω από την αμερικανική στρατιωτική βάση στο Γκουαντάναμο, άσκησε βέτο σε μια απόφαση για το μελλοντικό καθεστώς του Κοσσυφοπεδίου στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και, τέλος, εξαπέλυσε μαζική κυβερνοεπίθεση κατά διαδικτυακών τόπων της Εσθονίας. Επιπροσθέτως, κάθε χειμώνα εξαπολύει απειλές για «προβλήματα» στον εφοδιασμό της Ευρώπης με πετρέλαιο και φυσικό αέριο.

Οι υψηλές τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, η αποδυνάμωση σε παγκόσμιο επίπεδο των Ηνωμένων Πολιτειών λόγω του πολέμου στο Ιράκ και η ανάπτυξη της Κίνας και της Ινδίας παρότρυναν τη Μόσχα να προχωρήσει σε αλλαγή πλεύσης. Βέβαια, τίποτε από όλα τα παραπάνω δεν κατάφερε να οδηγήσει τη χώρα σε θεμελιώδη αλλαγή στρατηγικής, καθώς η Ρωσία παραμένει πιστή στην απόφαση που έλαβε στις αρχές της δεκαετίας του 1990 να ανοιχτεί προς τη Δύση. Αλλαξε όμως το στυλ της ρωσικής πολιτικής- μετατράπηκε από συνεργασία σε αντιπαράθεσηκαι όπως έχει αποδείξει η Ιστορία, μια αλλαγή στο στυλ της εξωτερικής πολιτικής επιφέρει σύντομα και αλλαγή στρατηγικής.

Σήμερα, η παλινόρθωση της κεντρικής εξουσίας στη Ρωσία έχει φθάσει να υπαγορεύει την εσωτερική πολιτική και την οικονομία της χώρας, όχι όμως με απολυταρχικό τρόπο, αλλά με δημοκρατικό.

Η Δημοκρατία, βέβαια, εκφυλίστηκε σε αυτό που συχνά αποκαλούμε «ελεγχόμενη δημοκρατία». Θεωρητικά, υπάρχουν διαφορετικά πολιτικά κόμματα, ανεξάρτητη Δικαιοσύνη και οικονομία της αγοράς, διεξάγονται εκλογές και πρόκειται για μια πλουραλιστική κοινωνία. Στην πράξη όμως, ολόκληρο το σύστημα υπόκειται σε έλεγχο από τον ίδιο τον πρόεδρο. Ο λαός θα διατηρήσει το δικαίωμά του να ψηφίζει για πρόεδρο, όμως το ποιος θα εκλεγεί συνήθως έχει προαποφασιστεί.

Παρ΄ όλο που το ετήσιο εγχώριο ακαθάριστο προϊόν πλησιάζει αυτό της Ιταλίας, η Ρωσία είναι ακόμη μια παγκόσμια δύναμη πολύ σημαντική για να απομονωθεί ή να εγκαταλειφθεί στη λήθη. Εξακολουθεί να έχει τεράστια στρατηγική σημασία. Το μέλλον της Ρωσίας θα καθοριστεί από το κατά πόσον επιτυχημένη θα είναι η προσπάθεια εκσυγχρονισμού της οικονομίας της, η οποία σήμερα βασίζεται κυρίως στις εξαγωγές πετρελαίου, φυσικού αερίου και άλλων φυσικών πηγών ενέργειας.

Κάτι τέτοιο όμως απαιτεί και επιτυχή πολιτικό εκσυγχρονισμό, που σημαίνει ότι οφείλει να περιορίσει την κεντρική εξουσία. Για να το καταφέρει αυτό θα πρέπει να εξασφαλίσει την ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας. Επιπλέον, η Ρωσία χρειάζεται ένα σύστημα ελέγχου που να είναι συμβατό με τον πολιτισμό της, διότι αυτό, σε συνδυασμό με το κράτος δικαίου, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για μια λειτουργική δημοκρατία. Τέλος, η Ρωσία θα χρειαστεί να δημιουργήσει ένα λειτουργικό κομματικό σύστημα ικανό να στηρίξει τη ρωσική δημοκρατία. Δεδομένης της τεράστιας έκτασης της χώρας, το δικομματικό σύστημα μοιάζει να είναι το πιο κατάλληλο.

Ολες αυτές οι αλλαγές θα γίνουν μακροπρόθεσμα και δεν θα είναι εύκολες. Επομένως, η Δύση οφείλει να διαπραγματευθεί με τη Ρωσία, η οποία νοσταλγεί τη χαμένη ηγεμονία της και προσανατολίζει την εξωτερική πολιτική της προς αυτή την κατεύθυνση.

Στη διεθνή σκηνή, η δύναμη της μιας πλευράς αντανακλά την αδυναμία της άλλης. Η αδυναμία των ΗΠΑ και της Ευρώπης σήμερα αποτελεί ανοιχτή πρόσκληση για τη Ρωσία να επιστρέψει στην παλιά ηγεμονική πολιτική της. Και αυτή η προοπτική δεν είναι σε καμία περίπτωση ασφαλής, ιδιαίτερα για την Ευρώπη.

Η Ευρώπη έχει στρατηγικό ενδιαφέρον να επιτρέψει στη Ρωσία να εκσυγχρονιστεί με επιτυχία και να διαμορφωθούν αρμονικές διμερείς σχέσεις. Πάνω από όλα όμως, η Ευρωπαϊκή Ενωση και τα κράτημέλη της δεν μπορούν να επιτρέψουν στη Ρωσία να επανακτήσει τις σφαίρες επιρροής ζημιώνοντας σοβαρά τα ζωτικά τους συμφέροντα. Γι΄ αυτόν ακριβώς τον λόγο είναι πολύ σημαντικό να εξασφαλιστεί η ανεξαρτησία της Ουκρανίας και η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας.

Συμπερασματικά θα λέγαμε πως, ενώ ο εκσυγχρονισμός και ο εκδημοκρατισμός της Ρωσίας είναι προς το συμφέρον της Ευρώπης, η επιστροφή της πρώτης στην ηγεμονική εξωτερική πολιτική της και στην απολυταρχία δεν είναι. Οι περισσότεροι Ρώσοι έχουν στρέψει το βλέμμα προς τη Δύση. Τα επόμενα χρόνια η Ρωσία θα προσφέρει στην Ευρώπη μια μεγάλη ευκαιρία για στενότερη συνεργασία, κίνηση που ενδεχομένως να σημάνει αύξηση της παρέμβασής της στις ευρωπαϊκές υποθέσεις. Η σωστή απάντηση σε αυτές τις ευκαιρίες και τους κινδύνους απαιτεί μια ενωμένη και ισχυρή Ευρώπη, η οποία μάλιστα θα συμβάλει σημαντικά στον εκσυγχρονισμό της Ρωσίας. Μια αδύναμη και διηρημένη Ευρώπη θα ωθήσει τη Ρωσία να ακολουθήσει επικίνδυνα μονοπάτια στο μέλλον.

Ο Γιόσκα Φίσερ, ηγέτης του Κόμματος των Πρασίνων της Γερμανίας σχεδόν επί 20 χρόνια, υπήρξε υπουργός Εξωτερικών και αντικαγκελάριος από το 1998 ως το 2005.