Πριν από λίγες ημέρες, ο βρετανός πρωθυπουργός κ. Γκόρντον Μπράουν, για να αναθερμάνει κάπως την οικονομία, κατήργησε το τέλος χαρτοσήμου σε αγορές σπιτιών με αξία κάτω από 175.000 στερλίνες. Αν και το μέτρο μάλλον δεν θα αποδώσει τίποτε ιδιαίτερο, εντούτοις δείχνει την αγωνία της βρετανικής κυβέρνησης να τονώσει τη ζήτηση των μικρομεσαίων νοικοκυριών και να μειώσει τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης.


Αντίθετα στην Ελλάδα, η κυβέρνηση, επικαλούμενη την ίδια διεθνή κρίση, ανακοίνωσε ομοβροντία φορολογικών μέτρων που αφαιρούν αγοραστική δύναμη από τους μικρομεσαίους και θα προκαλέσουν νέο κύκλο ακρίβειας, καθώς οι επαγγελματίες θα μετακυλήσουν την επιβάρυνση τους στους καταναλωτές. Η ίδια η κυβέρνηση απέρριπτε κατηγορηματικά κάθε τέτοια σκέψη και θα μπορούσε κάποιος να χαρίσει πολλές ώρες πολιτικής ψυχαγωγίας αραδιάζοντας τα όσα έλεγε με στόμφο ακόμη κι ένα μήνα πριν. Τι την έκανε, όμως, να αλλάξει κατεύθυνση πολιτικής τόσο άτακτα;


Η κυβέρνηση πέρασε όλο τον χειμώνα ράθυμη απέναντι στη διεθνή πιστωτική κρίση, διακηρύσσοντας ότι η Ελλάδα είχε «θωρακιστεί» από κάθε κίνδυνο, με εκείνη τη σιγουριά που χαρίζει μόνο η απουσία ουσιαστικής αντιπολίτευσης. Ξαφνικά, μόλις γύρισε κεφάτη από τις διακοπές, αντιλήφθηκε ότι η κρίση όχι μόνο δεν σταματούσε, αλλά θέριευε ακόμη περισσότερο οδηγώντας όλη την ευρωπαϊκή οικονομία στην πρώτη σοβαρή ύφεση της δεκαετίας. Οταν, όμως, άρχισε να ψελλίζει κάποια πρόχειρα μέτρα ενίσχυσης των ασθενέστερων στρωμάτων, δέχθηκε το δεύτερο χτύπημα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία δεν μπορούσε πλέον να συγκαλύπτει την πρωτοφανή έκρηξη του ελλείμματος και του δημόσιου χρέους.


Ανάμεσα στις δύο πιέσεις, η κυβέρνηση υπέκυψε στις προειδοποιήσεις της Επιτροπής και επέλεξε την αιφνιδιαστική φορολογική επιδρομή για να καλύψει το έλλειμμα. Ισως επειδή πίστευε ότι στην Ελλάδα τίποτε δεν «κρατάει» πολιτικά περισσότερο από μία εβδομάδα.


Κανένας πολίτης δεν μπορεί πλέον να παραβλέψει ότι η δημοσιονομική αποτυχία της κυβέρνησης ήταν η αναπόφευκτη εξέλιξη της δικής της πολιτικής συμπεριφοράς για συγκεκριμένους λόγους:


1. Το 2005 μείωσε απερίσκεπτα και υπερβολικά τη φορολογία στα κέρδη των επιχειρήσεων, χωρίς να πάρει καμία εγγύηση ότι αυτές με τη σειρά τους θα αύξαναν τις επενδύσεις ή την απασχόληση.


2. Κάθε χρόνο επέβαλλε νέους έμμεσους φόρους σε είδη ευρείας κατανάλωσης (πετρέλαιο θέρμανσης, ελληνικά τσιγάρα, αύξηση ΦΠΑ)


3. Η ίδια είχε ενθαρρύνει τη φοροδιαφυγή με την επαναφορά της μειωμένης φορολογίας των offshore εταιρειών, τη χαριστική ρύθμιση πολλών οφειλών.


Ποιος θα είναι, όμως, ο επίλογος; Οποιος παρακολουθεί το βίντεο της οικονομίας από παλιά, θα θυμάται ίσως ότι μια παρόμοια φορολογική επιδρομή είχε γίνει πριν από ακριβώς 30 χρόνια και πάλι σε βάρος των μικρομεσαίων και πάλι από κυβέρνηση της ΝΔ. Η αντιπολίτευση της εποχής εκείνης έκανε αμέσως την οικονομία κεντρικό θέμα, παρουσίασε προτάσεις και κέρδισε την εμπιστοσύνη των μικρομεσαίων και της κοινωνίας. Η αντίδραση ήταν τόσο μεγάλη, που επιτάχυνε την πτώση της ΝΔ φέρνοντας πανηγυρικά στην εξουσία το ΠαΣοΚ. Πόσο πιθανό είναι, άραγε, να ξαναδούμε σήμερα το ίδιο έργο;


Ο κ. Ν. Χριστοδουλάκης είναι πρώην υπουργός Οικονομίας.