Οι προκριματικές εκλογές για το χρίσμα του Δημοκρατικού Κόμματος στις ΗΠΑ έφεραν για πρώτη φορά αντιμέτωπους μια «γυναίκα» και έναν «Αφροαμερικανό». Οι υποψηφιότητες της Χίλαρι Κλίντον και του Μπαράκ Ομπάμα αποτελούν και οι δύο μια κατάκτηση των μακρών αγώνων του φεμινιστικού και του αντιρατσιστικού κινήματος του 20ού αιώνα. Αξίζει λοιπόν να χαιρετιστούν από τους υποστηρικτές της έμφυλης και της φυλετικής ισότητας και να τονιστεί η πολιτική σημασία τους. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι τόσο η Κλίντον όσο και ο Ομπάμα αντιμετώπισαν κατά τη διάρκεια της προ- εκλογικής εκστρατείας τους μύριες αντιδράσεις αντιπάλων τους με χυδαίο σεξιστικό ή ρατσιστικό περιεχόμενο.


* Μεταξύ φύλου και φυλής


Θα ήταν φυσικά λάθος να συρρικνώσει κανείς την πολιτική στο ζήτημα της έμφυλης και της φυλετικής ταυτότητας. Από την άλλη πλευρά, το φύλο και η φυλή έπαιξαν έναν τόσο καθοριστικό ρόλο στις υποψηφιότητες Κλίντον και Ομπάμα και απέκτησαν τόσες συνδηλώσεις ώστε αξίζει να συζητηθούν εκτενέστερα. Ηταν ωστόσο αυτή μια αντιπαράθεση ανάμεσα σε μια «γυναίκα» και σε έναν «μαύρο»; Επρόκειτο για έναν αγώνα ανάμεσα σε δύο αρχετυπικά υποκείμενα των χειραφετητικών και των εξισωτικών κινημάτων του 20ού αιώνα; Η απάντηση θα μπορούσε να είναι «ναι» και «όχι». Οι υποψήφιοι «κατάγονται» από εκείνο το διεκδικητικό «εμείς» των κινημάτων της χειραφέτησης ενώ ταυτόχρονα ανήκουν σε μια εποχή που βιώνει τον απόηχο αυτών των κινημάτων. Επιπλέον η ίδια η προεκλογική περίοδος απετέλεσε μια διαδικασία επιτέλεσης έμφυλων και φυλετικών ρόλων η οποία επαναπροσδιόρισε τη μεταξύ τους σχέση, ενώ δημιούργησε μια νέα δυναμική αλλά και νέα νοήματα γύρω από τις κατηγορίες της φυλής και του φύλου. Αυτές άλλωστε δεν ήταν ποτέ μονοσήμαντες, ενώ η επιρροή τους στην πολιτική ήταν ανέκαθεν ισχυρή, ανεξάρτητα από τη ρητή αναφορά ή την ορατότητά τους. Από τους δύο υποψηφίους για το χρίσμα του Δημοκρατικού Κόμματος στις ΗΠΑ ο Μπαράκ Ομπάμα μάλλον αποδείχθηκε περισσότερο έτοιμος και περισσότερο ικανός να διαχειριστεί αυτή την πολύπλοκη, αμφίδρομη και πολυσήμαντη σχέση ανάμεσα στο φύλο και στη φυλή. Και αυτό γιατί η προεκλογική εκστρατεία του, ο λόγος του και το προφίλ του απηχούσαν περισσότερο τη διάθεση προβληματοποίησης των συγκεκριμένων κατηγοριών και υπονόμευσης των κεντρικών στερεοτύπων που τις περιβάλλουν. Τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το συγκεκριμένο θέμα νικητής από την αναμέτρηση βγήκε ένας υποψήφιος που αμφισβήτησε την κυρίαρχη, τόσο σε συντηρητικούς όσο και σε ορισμένους προοδευτικούς κύκλους, αντίληψη ότι «φυλή» έχουν οι μαύροι και «φύλο» οι γυναίκες.


* Ενωτικό κλίμα


Ας πάρουμε για παράδειγμα το ζήτημα της φυλής. Μερικά χρόνια πριν η διάσημη αφροαμερικανίδα συγγραφέας Τόνι Μόρισον χαρακτήρισε τον Μπιλ Κλίντον τον «πρώτο μαύρο πρόεδρο της Αμερικής». Μιλούσε φυσικά μεταφορικά. Αναφερόταν σε έναν πρόεδρο που υποστήριζε τον αγώνα για ίσα δικαιώματα, έπαιζε σαξόφωνο, έτρωγε junk food. Εν μέσω δε του σκανδάλου με τη Μόνικα Λιουίνσκι η παρατήρηση της Μόρισον θεωρήθηκε ότι περιέκλειε και έμμεσες αναφορές στη σεξουαλική συμπεριφορά του προέδρου. Δύσκολα θα μπορούσε να σκεφθεί κανείς μια περισσότερο στερεοτυπική εικόνα για τους «μαύρους», παρ’ όλες τις καλές προθέσεις της Τόνι Μόρισον. Αυτές άλλωστε οι τελευταίες έδειξαν ότι οι προοδευτικές χειρονομίες δεν αποκλείουν τις στερεοτυπικές αντιλήψεις για τη φυλή. Εκτοτε η συγγραφέας έχει προσπαθήσει άπειρες φορές να αποκαταστήσει το περιεχόμενο της φράσης της. Οι εντυπώσεις όμως έχουν παραμείνει. Πρόκειται για μια παγίδα που ο Μπαράκ Ομπάμα απέφυγε με δεξιοτεχνία. Ιδιαίτερα στην αρχή της προεκλογικής εκστρατείας του η παρουσία του ήταν βασισμένη στην αποφόρτιση του ζητήματος της φυλής και στην εδραίωση ενός ενωτικού λόγου με καθολικές αναφορές. Η στροφή προς τη φυλή ήλθε όταν «προκλήθηκε», κατά κάποιον τρόπο, από την αντίπαλη πλευρά. Σε αυτό το δεύτερο στάδιο ο χειρισμός υπήρξε επίσης εξαιρετικά προσεκτικός. Υποψήφιος αφροαμερικανικής καταγωγής έγινε ο Ομπάμα αλλά όχι «μαύρος υποψήφιος» τύπου Τζέσε Τζάκσον, όπως οι αντίπαλοί του μέσα και έξω από το Δημοκρατικό Κόμμα αποπειράθηκαν να τον παρουσιάσουν. Η αποστασιοποίησή του από στερεοτυπικές φυλετικές κατηγορίες μάλιστα προκάλεσε την αντίδραση ορισμένων σε τέτοιον βαθμό ώστε το περιοδικό «Time» διερωτάτο αν «Ο Ομπάμα είναι αρκετά μαύρος» («Is Obama Black Enough?», Φεβρουάριος 2007).


* Οι φωνές των άλλων


Το ζήτημα του φύλου επίσης είναι πολυδιάστατο. Σε αυτό το πεδίο η Χίλαρι Κλίντον φαίνεται ότι, κατά παράδοξο τρόπο, έχασε τόσο συντηρητικούς όσο και προοδευτικούς ψηφοφόρους. Οι πρώτοι ήταν ούτως ή άλλως εξαιρετικά δύσπιστοι στην ιδέα μιας γυναίκας προέδρου. Οι δεύτεροι αποτελούσαν ένα σύνθετο κοινό με διαφορετικές προσλαμβάνουσες. Η Χίλαρι Κλίντον αποπειράθηκε σε πολλές περιπτώσεις να προωθήσει την υποψηφιότητά της υιοθετώντας τον φεμινιστικό λόγο των δεκαετιών του 1960 και του 1970. Αυτή η στρατηγική ήταν δίκοπο μαχαίρι: η επιχειρηματολογία υπέρ της υποψηφιότητας της Κλίντον ως γυναίκας επανέφερε στο προσκήνιο όλη την κριτική στον «λευκό φεμινισμό», που αποτέλεσε μια σημαντική συνιστώσα της ίδιας της φεμινιστικής σκέψης και δράσης ήδη από τη δεκαετία του 1970. Το φάντασμα ενός φεμινισμού κομμένου και ραμμένου στα μέτρα των λευκών γυναικών δεν ήταν ιδιαίτερα ελκυστικό. Επιπλέον η εκστρατεία της Χίλαρι Κλίντον ήταν βασισμένη στην ανατροπή του στερεοτύπου της «γυναικείας ιδιαιτερότητας» στην πολιτική, δηλαδή στην υπονόμευση της εικόνας μιας γυναίκας πολιτικού με «τυπικές» γυναικείες ιδιότητες όπως η υπομονή, η γλυκύτητα, η διαλλακτικότητα και η ευαισθησία. Η υποψήφια για το χρίσμα του Δημοκρατικού Κόμματος προώθησε την εικόνα της δυνατής, αποφασιστικής, έμπειρης πολιτικού που «μπορούσε να κάνει ό,τι και ένας άνδρας». Αυτή η εικόνα έδινε την εντύπωση της αντικατάστασης ενός έμφυλου στερεοτύπου από ένα άλλο και δεν απέκτησε μεγάλη διεισδυτικότητα. Απέναντι στη δυνατή, στιβαρή και έμπειρη Χίλαρι Κλίντον αλλά και απέναντι στον «φιλοπόλεμο», «ανδροπρεπή» Τζον Μακ Κέιν ο Μπαράκ Ομπάμα δεν υιοθέτησε το συμβατικό πρότυπο της αρρενωπότητας που ενδεχομένως όλοι περίμεναν. Προκαλώντας για άλλη μία φορά το στερεότυπο, φωτογραφήθηκε αγκαλιά με παιδάκια, προσηνής, ήπιος, γλυκός, ειρηνικός, έτοιμος να ακούσει τις «φωνές των άλλων» τον καιρό που η Χίλαρι Κλίντον δήλωνε ότι κυκλοφορούσε ατρόμητη ανάμεσα στις σφαίρες των ελεύθερων σκοπευτών στη Βοσνία. Η αποσταθεροποίηση του έμφυλου στερεοτύπου μετέβαλε το σκηνικό. Στο περιοδικό «Newsweek» ο Martin Linsky χαρακτήρισε τον Ομπάμα τον πρώτο «θηλυκό προεδρικό υποψήφιο» και ισχυρίστηκε ότι μπορεί να γίνει «ο πρώτος γυναίκα πρόεδρος» («The First Woman President», Φεβρουάριος 2008).


* Ο ρόλος των κινημάτων


Ηταν λοιπόν αυτή μια πρωτεϊκή αντιπαράθεση ανάμεσα σε μια «γυναίκα» και σε έναν «μαύρο»; Ηταν μια ευθεία, γραμμική συνέχεια των κινημάτων της χειραφέτησης; Λειτουργούν αντιστικτικά οι κατηγορίες της φυλής και του φύλου; Οι υποψηφιότητες της Κλίντον και του Ομπάμα θα ήταν αδιανόητες αν δεν είχαν μεσολαβήσει τα κινήματα για τα δικαιώματα των γυναικών και των μαύρων. Η ιδιαιτερότητα όμως αυτών των κινημάτων των δεκαετιών του 1960 και του 1970 έγκειται ακριβώς στο γεγονός ότι συγκρότησαν ιστορικά υποκείμενα γύρω από την κατηγορία τού «εμείς» (γυναίκες, μαύροι, νέοι κτλ., κτλ.), ενώ ταυτόχρονα προβληματοποίησαν στο εσωτερικό τους αυτές τις κατηγορίες αναδεικνύοντας την ενδογενή πολυμορφία και τη συσχετική σημασία τους. Στο συγκεκριμένο πεδίο ο Μπαράκ Ομπάμα φαίνεται ότι αξιοποίησε με πιο ευρηματικούς τρόπους το «πνεύμα της δεκαετίας του 1960». Προκαλώντας τα στερεότυπα της έμφυλης και της φυλετικής τάξης ο Μπαράκ Ομπάμα τοποθετήθηκε ανάμεσά τους δημιουργώντας τους ρόλους και όχι αναπαράγοντάς τους.


Η κυρία Εφη Γαζή είναι επίκουρη καθηγήτρια Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.