Σε πολλά από τα βιβλία του Ιουλίου Βερν, ο οποίος δεν είναι μόνο συγγραφέας για παιδιά και εφήβους, όπως τον θέλουν οι περισσότεροι, η δημοσιογραφία και κυρίως οι δημοσιογράφοι έχουν ρόλο να παίξουν. Συνήθως παρακολουθούν τα γεγονότα και τα καταγράφουν, βοηθώντας τον αναγνώστη στην παρακολούθηση της πλοκής του έργου. Αλλοτε, σπανιότερα, παίρνουν μέρος στην περιπέτεια και αναδεικνύονται δευτερεύοντες ήρωες. Υπάρχει όμως ένα μικρό αφήγημα του Βερν στο οποίο κεντρικός ήρωας είναι ένας δημοσιογράφος, ο Αμερικανός μεγιστάνας του τύπου Φράνσις Μπένετ. Ο τίτλος του αφηγήματος είναι: Η ημέρα ενός Αμερικανού δημοσιογράφου το 2889.


Το όνομα του πρωταγωνιστή δεν έχει επιλεγεί τυχαία, μια και ο Φράνσις είναι μακρινός απόγονος του υπαρκτού ιστορικά Τζέημς Γκόρντον Μπένετ, ο οποίος ίδρυσε την πρώτη μοντέρνα εφημερίδα στη Νέα Υόρκη το 1835, την περίφημη New York Herald. Η καινούργια εφημερίδα, έξι φορές φθηνότερη από τους ανταγωνιστές, υπηρετεί συγκεκριμένες αρχές: το ελκυστικό κασέ με τα σύντομα ρεπορτάζ και την ευρεία εικονογράφηση αντικαθιστούν τα βαριά – και ίσως βαρετά; – αναλυτικά άρθρα, ενώ μεγάλη σημασία δίνεται σε θέματα που ως τότε δεν απασχολούσαν σχεδόν καθόλου τον τύπο, όπως το αστυνομικό ρεπορτάζ, τα σπορ, η οικονομία και η κοσμική ζωή. Η εφημερίδα αποφεύγει συστηματικά να πάρει σαφείς πολιτικές θέσεις, σε ευθεία αντίθεση με όλες τις άλλες που είναι έντυπα γνώμης. Οι επαγγελματίες δημοσιογράφοι δυσανασχετούν και διαμαρτύρονται, αλλά το κοινό επικροτεί: η εφημερίδα έχει τεράστια κυκλοφορία.



Η επιτυχία του παππού πολλαπλασιάζεται στο αφήγημα του Βερν από τον μακρινό εγγονό, ο οποίος, εκμεταλλευόμενος τις προόδους της τεχνολογίας, ίδρυσε την «τηλεφωνική δημοσιογραφία», αλλάζοντας τον τίτλο του εντύπου σε Earth Herald. Η γραπτή μορφή καταργήθηκε και οι συνδρομητές μπορούν να πληροφορηθούν αυτό που τους ενδιαφέρει σε μια σύντομη τηλεφωνική συζήτηση με τον εξειδικευμένο συντάκτη, ενώ, με κάποια επιπλέον οικονομική επιβάρυνση, μπορούν να συνδυάσουν τον ήχο με την εικόνα μέσω του «φωτοτηλεφώνου». Δεν είναι καθόλου παράξενο που με την καινοτομία αυτή ο αριθμός των συνδρομητών έφτασε τα ογδόντα πέντε εκατομμύρια, ενώ τα καινούργια γραφεία της εφημερίδας στεγάζονται σε ένα τεράστιο κτίριο που απλώνεται σε «δώδεκα τετραγωνικά χιλιόμετρα».


Ευτυχής ο «βασιλιάς του τύπου» Φράνσις Μπένετ μπορεί να ξεκινήσει την ημέρα του στις 25 Ιουλίου του 2889, η οποία αρχίζει με την επίσκεψη στις διάφορες αίθουσες σύνταξης της εφημερίδας. Στην πρώτη, που είναι από τις σημαντικότερες, στεγάζονται οι «εκατό λογοτέχνες που γράφουν ο καθένας το κεφάλαιο που του αναλογεί από τα εκατό μυθιστορήματα που η εφημερίδα προσφέρει καθημερινά σε συνέχειες στους συνδρομητές της». Πρόκειται για ένα από τα πιο δημοφιλή τμήματα της Earth Herald, σχεδόν το ίδιο προσοδοφόρο με το τμήμα της διαφήμισης που ο εκδότης θα επισκεφτεί λίγο αργότερα. Ακολουθεί η επίσκεψη στο επιστημονικό τμήμα όπου ειδικοί επιστήμονες ασχολούνται με την επίλυση εξισώσεων 95ου βαθμού και τη μελέτη του χώρου με 24 διαστάσεις.


Στην αίθουσα των πολιτικών συντακτών, όπου είναι συγκεντρωμένοι οι εκπρόσωποι των σημαντικών κρατών της γης, ο Φράνσις είναι υποχρεωμένος να βάλει στη θέση του με τρόπο ξηρό τον πρεσβευτή της Αγγλίας που ζητά τη συνδρομή του εναντίον των φημών που θέλουν την προσάρτηση της χώρας τους στις Ηνωμένες Πολιτείες. «Δεν μπορώ αγαπητέ μου, απαντά ο εκδότης, να προχωρήσω σε αυτήν την αντιπατριωτική εκστρατεία!». Σήμερα, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η αίθουσα των συνεντεύξεων, όπου οι βεντέτες είναι δύο: ο πρόεδρος της χώρας Γουίλκοξ και ο ειδεχθής εγκληματίας Τσάπμαν. Ο πρώτος έδωσε επαρκείς εξηγήσεις για την ελαφρά αδιαθεσία που τον ταλαιπωρεί τον τελευταίο καιρό. Ο δεύτερος όμως είναι αυτός που αποσπά την προσοχή του κοινού: «Πήρατε συνέντευξη από τους ενόρκους;», ρωτά ο Φράνσις. «Ναι» απαντούν οι δημοσιογράφοι και συμπληρώνουν: «Ολοι συμφώνησαν στην ενοχή του και συνεπώς ο Τσάπμαν θα εκτελεστεί χωρίς να καταδικαστεί». «Τέλεια!… Τέλεια!…», απαντά ο μεγιστάνας του Τύπου.


Η 25 Ιουλίου 2889 πλησιάζει στο τέλος της. Η ημέρα όμως είναι σημαδιακή, συγκυρία που προφανώς εξηγεί την επιλογή της από τον Βερν. Πράγματι την ημέρα αυτή διάλεξε να αναστηθεί ο μεγάλος επιστήμων Ναθαναήλ Φέημπορν, όταν, εκατό χρόνια νωρίτερα, αποφάσισε να υποβληθεί στην τεχνική της κρυογονικής. Τα μεγάλα στελέχη, οι επιστήμονες και ο ίδιος ο Φράνσις συγκεντρώνονται στην αίθουσα των πειραμάτων, μπροστά στο φέρετρο. Ο παγωμένος επιστήμων «μοιάζει με μούμια, κίτρινος, σκληρός, ξηρός». Οι ειδικοί εφαρμόζουν την επιστημονική μέθοδο για την ανάστασή του. Ο Ναθαναήλ, όμως, δεν ανασταίνεται. «Νεκρός;», ρωτά ο Φράνσις. «Πιο νεκρός δεν γίνεται», απαντά ο ειδικός. «Η μέθοδος αυτή πρέπει να τελειοποιηθεί», παρατηρεί ο μεγιστάνας. «Η τελειοποίηση. Αυτή είναι η λέξη», συμφωνεί ο επιστήμων.


Το βράδυ ο Φράνσις, μόνος του, κάνει ταμείο. Διακόσιες πενήντα χιλιάδες δολάρια είναι το καθαρό κέρδος της ημέρας, πενήντα χιλιάδες δολάρια περισσότερο από την προηγούμενη. Ο Βερν συμπεραίνει: «Καλό επάγγελμα, το επάγγελμα του δημοσιογράφου στο τέλος του ΧΧΙΧου αιώνα!».


Ο κ. Γεράσιμος Βώκος είναι καθηγητής Φιλοσοφίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.