Τι θα σήμαινε η δημιουργία ενός «υπερρεαλιστικού παρατηρητηρίου», όπως πρόσφατα επιμένει η Υπερρεαλιστική Ομάδα της Μαδρίτης, και συνακόλουθα η συγκρότηση ενός «υπερρεαλιστικού ζωολογικού κήπου» που θα αντιστοιχούσε στη «μυθώδη ήπειρο» των όντων»; Η επίκληση, από μια άλλη οπτική γωνία, των «δικαιωμάτων των ζώων» στους κόλπους μιας κοινωνίας που έχει ως σύμβολό της τον Μινώταυρο, προφανώς είναι αντιληπτή ως ιδεολογική νομιμοποίηση του υπάρχοντος κόσμου; Πώς, επιπλέον, οριοθετούνται τα ζώα ως αυτοτελής «φυλή» (όπως χρησιμοποιείται ο όρος από τον Μ. Walzer) ή ως «κοινότητα οικειότητας» με αυθύπαρκτη παρουσία που μια φορά το χρόνο την εορτάζουν οι άνθρωποι;


Λόγω βέβαια του ευρύτατου πλάτους του όρου «κοινότητες οικειότητας» δεν μπορεί να απαλειφθεί από το μικροσκόπιο των εκπροσώπων της «σύγχρονης πολιτικής φιλοσοφίας» το «έθνος» ή η «φυλή» των ζώων, ιδίως σε σχέση με την «καθημερινότητα» των Αμερικανών (για να περιορισθώ σ’ αυτούς), δηλαδή στο συγκεκριμένο πεδίο έκκρισης των εξουσιαστικών πλεγμάτων και χειραγωγήσεων. Αν τα κατοικίδια ζώα έβλαπταν ζωτικά ανθρώπινα συμφέροντα, τότε πάραυτα θα απομακρύνονταν από τον περίβολο της εστίας όσων τα «φιλοξενούν» ή συγκατοικούν μαζί τους. Αντίστροφα, πρόκειται για υποχείρια, δηλαδή για ζώα υπό επιτήρηση, με λουρί, γιατρούς και κανόνες συμβίωσης.


Τηρουμένων των αναλογιών η πρακτική αυτή τείνει να εφαρμοσθεί στο πεδίο των διεθνών σχέσεων κατά τη «μεταδιπολική εποχή», με νομιμοποιητική αιχμή το γενικόλογο θεώρημα των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Ακριβέστερα, οι Ενωμένες Πολιτείες έχουν την αξίωση να ενεργούν, στο όνομα αυτών των δικαιωμάτων πάνω από τις τοπικές εξουσίες που φαίνεται ότι τα «καταπατούν», ως κυρίαρχη δύναμη του πλανήτη με αρμοδιότητα την αστυνομικού τύπου επιτήρηση της εφαρμογής αυτών των «αρχών». Στο εσωτερικό μάλιστα της χώρας, με πλήθος αγεωγράφητου και ανιστόρητου πληθυσμού, για την πολιτική ενίσχυση αυτού του ρόλου διενεργείται πολυσχιδώς το εγχείρημα εθισμού στη στρατιωτική επιβολή των «ανθρωπίνων δικαιωμάτων», σε ζητήματα που ενδιαφέρουν τους «Αφροαμερικανούς» και τις άλλες μειονότητες, τα ζώα (κατοικίδια ή όχι), τα φυτά, τα θρησκευτικά δόγματα, το «πολιτικώς ορθό» κ.λπ. Δηλαδή αφορούν σε δευτερεύουσες πτυχές τού υπό διάθεση χρόνου και όχι στις πρωταρχικές κοινωνικές ανισότητες του εργάσιμου χρόνου που εκλαμβάνονται ως «φυσικές ανομοιότητες» των «αυτοδημιούργητων» κοινωνικών ομάδων.


Πάντως στο ζήτημα των «δικαιωμάτων» των φυτών και των ζώων, ως αυτοτελών μάλιστα «εθνών» στο πεδίο των όντων, έχει επιδειχθεί μια ορισμένη σοβαρότητα από όσους προσπάθησαν να διευρύνουν τα «υποκείμενα δικαίου» και κατ’ επέκταση τους φορείς «εθνοτικών» κοινοτήτων. Μήπως ο πολλαπλασιασμός των υποκειμένων δικαίου, σε όλη την κλίμακα των όντων, με πληρεξούσιο τον άνθρωπο, συνιστά condradictio in adjecto;


Στο Princeton είχε υποβληθεί η διδακτορική διατριβή του J. Rawls: Α Study in the Grounds of Ethical Knowledge (1950), από την οποία έχουν προκύψει οι μεταγενέστερες επεξεργασίες του για τη δικαιοσύνη ως «συμφωνία υπό ίσους όρους». Πώς θα μπορούσε να διεκδικήσει, σε μια τέτοια προοπτική, το σύνολο των κατηγοριών του όντος τα «δικαιώματά» τους;


Η οικεία βιβλιογραφία, από τη σκοπιά «εννοείται» του ανθρώπινου όντος, για τα «liberating» animals χρωστάει αρκετά στον St. Sapontzis, ήδη από την αρχή της δεκαετίας του ’80. Στο διά ταύτα: αν η επέκταση των «δικαιωμάτων» σε όλην την κλίμακα των όντων, όποια στάση κι αν κρατηθεί για την οριοθέτησή της, έβλαπτε το «πολιτικόν ζώον», οι εξουσιαστές του θα προσπαθούσαν με κάθε μέσο να τα ανατρέψουν. Ισως και μ’ αυτό το πρίσμα μπορεί να κατανοηθεί ο ελεγχόμενος πολλαπλασιασμός των «κοινοτήτων οικειότητας» ως μιας «πραγματικότητας στα τέλη του 20ού αιώνα».


Πράγματι, στο ζήτημα αυτό το αστικό δίκαιο «δεν έχει πει τον τελευταίο του λόγο». Η διαπίστωση αυτή συνιστά την κατακλείδα της εξαιρετικής εργασίας του συναδέλφου Αχιλλέα Κουτσουράδη: «Τα ζώα και το αστικό δίκαιο» που περιέχεται στον τόμο που επιμελήθηκαν ο Ι. Καράκωστας και ο Α. Μπρεδήμας με τίτλο: Η προστασία των ζώων και το δίκαιο (2004). Από την ίδια εργασία συγκρατώ τη «γενική κοσμοθεωρητική» αντιμετώπιση, όπως προκύπτει από το «κυριαρχούν πρότυπο σκέψης και δράσης» με τον άνθρωπο στην κορυφή της «κλιμακωτής απόδοσης του φυσικού περιβάλλοντος» («άψυχη ύλη – φυτά – ζώα – άνθρωπος»), να κλονίζεται από τη «βιοκεντρική περιβαλλοντική ηθική» που προβάλλει την «ισότητα ανάμεσα σε όλα τα πράγματα». Σε κάθε περίπτωση εκτιμάται ως σημαντικότερη η «αναγνώριση υποχρεώσεων σε βάρος των ανθρώπων έναντι των ζώων» και η σύστοιχη πρόβλεψη «δυσμενών εννόμων συνεπειών» για την παράβαση, από την πλευρά προφανώς των ανθρώπων, των δικαιωμάτων των ζώων.


Ο κ. Παναγιώτης Νούτσος είναι καθηγητής της Κοινωνικής και Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.