Μεταξύ των πολλών επετείων και εορτών που διαμορφώνουν τη σύγχρονη συλλογική μνήμη υπάρχει μία που δεν έχει προσελκύσει, στη χώρα μας τουλάχιστον, το ενδιαφέρον που της αναλογεί. Κατά το απερχόμενο έτος 2007 συμπληρώνονται 200 χρόνια από την ψήφιση του νόμου για την απαγόρευση του δουλεμπορίου στο κοινοβούλιο της Μεγάλης Βρετανίας (1807). Βεβαίως, η Γαλλία είχε ήδη καταργήσει τη δουλεία στις αποικίες της από το 1794. Ωστόσο το γεωγραφικό εύρος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας κατά τον 19ο αιώνα, σε συνδυασμό με την οικονομική και πολιτική της ισχύ αλλά και με τη συμβολή του βρετανικού ναυτικού στο δουλεμπόριο, καθιστά την επέτειο ιδιαίτερα σημαντική. Εκδηλώσεις μνήμης οργανώνονται τόσο στη Βρετανία όσο και στην Καραϊβική, στη Βόρεια Αμερική και στην Αφρική.


Παρά τη μακραίωνη ιστορία του, το δουλεμπόριο προσέλαβε μαζικό χαρακτήρα κατά την περίοδο της ανάπτυξης και της εδραίωσης της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας. Ο Αγγλος John Hawkins θεωρείται ο πρώτος δουλέμπορος της νεότερης ιστορίας ο οποίος εμπορεύθηκε Αφρικανούς κατά το έτος 1562. Το 1672 η σύσταση της Royal African Company κατέστησε εφικτή την εντατικοποίηση του μαζικού διατλαντικού δουλεμπορίου και τη μεταφορά χιλιάδων ανθρώπων από την Αφρική προς τις φυτείες, κυρίως της Καραϊβικής. Μεταξύ των ετών 1672-1687 περισσότεροι από 100.000 Αφρικανοί, άνδρες, γυναίκες και παιδιά, μεταφέρθηκαν από την Αφρική στην Καραϊβική. Τα συνολικά μεγέθη είναι επισφαλή. Ωστόσο εκτιμάται ότι περισσότεροι από δώδεκα εκατομμύρια Αφρικανοί μεταφέρθηκαν ως δούλοι. Αυτοί οι άνθρωποι στοιβάζονταν κατά δεκάδες και εκατοντάδες στα αμπάρια των καραβιών χωρίς να γνωρίζουν πού πηγαίνουν και τι τους περιμένει. Στα μακρινά και πολύμηνα ταξίδια ζούσαν, έτρωγαν, ουρούσαν, αφόδευαν, γεννούσαν και πολύ συχνά αρρώσταιναν και πέθαιναν μέσα στα αμπάρια χωρίς να έχουν δει το φως του ήλιου από την ημέρα της αναχώρησης. Μετά την κατάργηση του μονοπωλίου της εμπορίας δούλων από τη Royal African Company, ιδιώτες πλοιοκτήτες ανέλαβαν δράση και συνέβαλαν με τον τρόπο τους στην ανάπτυξη μιας από τις πιο κερδοφόρες επιχειρήσεις της αποικιοκρατικής περιόδου.


Τα αίτια της απαγόρευσης του δουλεμπορίου αποτελούν ακόμη και σήμερα αντικείμενο αντιπαράθεσης. Σε μια μάλλον «εξευγενισμένη» εκδοχή της ιστορίας της ευρωπαϊκής, κυρίως της βρετανικής, αποικιοκρατίας, η απαγόρευση του δουλεμπορίου αποτελεί προϊόν του επίμονου αγώνα φιλάνθρωπων άγγλων πολιτών. Είναι γεγονός ότι από τα μέσα του 18ου αιώνα οι υπερασπιστές της απαγόρευσης του δουλεμπορίου άρχισαν να πληθύνονται και να εντατικοποιούν τις προσπάθειές τους για την επίτευξη του στόχου τους. Επρόκειτο για κοινότητες ευαγγελικών κυρίως προτεσταντών χριστιανών και κουακέρων στις οποίες συμμετείχαν και μέλη του κοινοβουλίου όπως ο William Wilberforce. Κινούμενοι κυρίως από χριστιανικά και ανθρωπιστικά ιδανικά, τουλάχιστον επισήμως, οι υπερασπιστές της απαγόρευσης του δουλεμπορίου (abolitionists) κινητοποιήθηκαν με διάφορους τρόπους (δημόσιες παρεμβάσεις, πιέσεις στο κοινοβούλιο, ενημερωτικές εκστρατείες κτλ.) επί σειρά ετών.


Αυτή η εκδοχή συναντά τις επιφυλάξεις και τις αντιρρήσεις πολλών μελετητών αλλά και πολλών κοινοτήτων αφρικανικής καταγωγής των οποίων οι πρόγονοι ήταν δούλοι. Δεν είναι τυχαίο ότι σε πολλές επετειακές εκδηλώσεις ανά τον κόσμο ξέσπασαν αντιπαραθέσεις σχετικά με το θέμα. Κατ’ αρχάς, η «εξευγενισμένη» εκδοχή της ιστορίας δεν αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στο γεγονός ότι η εκστρατεία εναντίον του δουλεμπορίου απέδωσε πενιχρά αποτελέσματα ως το τέλος του 18ου αιώνα. Σχετικό ψήφισμα του κοινοβουλίου απερρίφθη από τη Βουλή των Λόρδων το 1792. Αυτό που έχει ιδιαίτερη σημασία όμως είναι ότι η συγκεκριμένη εκδοχή έχει αποσιωπήσει ή έστω έχει υποβαθμίσει τη σημασία μιας μακράς σειράς εξεγέρσεων αφρικανών δούλων σε διαφορετικούς τόπους. Η σημαντικότερη και η επιτυχέστερη από αυτές ήταν η εξέγερση των δούλων της Αϊτής, τότε γαλλικής αποικίας, η οποία ξέσπασε το 1791 και κατέληξε στη δημιουργία ενός ανεξάρτητου κρατιδίου πρώην δούλων το 1803. Ο απόηχος της εξέγερσης έφθασε ως το κέντρο των αυτοκρατοριών και συντάραξε τη μακαριότητά τους. Λίγο αργότερα το δουλεμπόριο απαγορεύθηκε στη Βρετανία μέσα σε ένα κλίμα γενικευμένης ανησυχίας για την ασφάλεια της Αυτοκρατορίας. Η κατάργηση της ίδιας της δουλείας έμελλε να καθυστερήσει για παραπάνω από είκοσι χρόνια, γεγονός που συντηρούσε επί μακρόν το παράνομο εμπόριο ανθρώπων στις θάλασσες των ευρωπαϊκών αυτοκρατοριών.


Η επέτειος της απαγόρευσης του δουλεμπορίου αποκτά ιδιαίτερο νόημα στην εποχή μας. Στις ημέρες των σύγχρονων αυτοκρατοριών η παράνομη διακίνηση ανθρώπων (human trafficking) και η εκμετάλλευσή τους έχουν προσλάβει μαζικές διαστάσεις και έχουν αποκτήσει τα χαρακτηριστικά μιας νέας μορφής δουλεμπορίου. Επομένως, το γεγονός της ιστορίας και της μνήμης αποτελεί σημαντική ευκαιρία για την ενημέρωση και την ενεργοποίηση ατόμων και φορέων εναντίον των νέων μορφών δουλείας. Προς αυτή την κατεύθυνση η UNESCO έχει δημιουργήσει, ήδη από το 1998, το πρόγραμμα «Breaking the Silence» («Σπάζοντας τη Σιωπή»). Κεντρικός στόχος του προγράμματος είναι η ένταξη της ιστορίας του διατλαντικού δουλεμπορίου στα εκπαιδευτικά προγράμματα διαφόρων χωρών, αλλά και η καταπολέμηση των σύγχρονων μορφών του.


Η κυρία Εφη Γαζή είναι επίκουρη καθηγήτρια Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.