Σπεύδω αμέσως να απολογηθώ για τη χρήση του αλβανικού όρου στον τίτλο: Πρώτον, είπα «μπέσα», για να υποδηλώσω την ΑΤΡΟΦΙΑ του αντίστοιχου ελληνικού «φιλότιμου». Και δεύτερον, άν έγραφα στον τίτλο «Ηθοπαιδεία», κάμποσοι Κομματικοί (και κάμποσοι Πανεπιστημιακοί) θα προσπερνούσαν την επιφυλλίδα, λόγω παχυλότατης συγχύσεως ανάμεσα σε μιαν ηθοπαιδεία και στην φαρισαϊκή ηθικολογία…


Λέγαμε λοιπόν (2.9.2007) οτι πλείστα απ’ τα προβλήματα των σύγχρονων κοινωνιών (ειδικότερα δε εκείνων που δέν έχουν μακρά παράδοση συντεταγμένου κοινωνικού βίου), οφείλονται σε ηθικήν αδιαφορία η οποία στην μεγάλη κλίμακα εξαλλάσσεται σε πολιτική κατάπτωση. Ιδού γιατί, ανάμεσα σε άλλα πολλά, απαιτείται μια εκπαιδευτική επανάσταση – δηλαδή μια μακρόχρονη συστηματική ηθοπαιδεία, μέσω Παραδείγματος και Αυτενέργειας.


1. Θέλομε να μυήσομε τα παιδιά-μας στο γλυκό κρασί του Αξιολογικού ενεργήματος, θέλομε δηλαδή να τους εκμάθομε με ποιές διαδικασίες να αποκτούν τις Ηθικές Αξίες τους.


Εκείνο που βεβαίως ΔΕΝ θέλομε, είναι ν’ αυξήσομε τον Φαρισαϊσμό του παρελθόντος, διδάσκοντας αποστήθιση εξωγενών κανόνων συμπεριφοράς και αντίστοιχη «ανταμοιβή» πιλαφιών – μια εμπορική υπόθεση δηλαδή, άσχετη με το ηθικό ενέργημα.


2. Θέλομε την ανάπτυξη της δημιουργικής ικανότητας του παιδιού στην αναζήτηση Αξιών. Οπότε αυτή η μύηση στη ριζιμιά ηδονή της Επιβεβαίωσης στα μάτια του Διπλανού, αναμένεται να φέρει διπλό όφελος: Εκτός απ’ την μελλοντική υπαρξιακή χαρά που θα δώσει στο παιδί-μας (αυτό μας λέει η μακρά εμπειρία του ανθρώπινου γένους), θα του εξασφαλίσει και υλικά οφέλη απ’ την αναμενόμενη τεράστια αύξηση αποδοτικότητας του κοινωνικού συνόλου μέσα στο οποίο θα ζήσει.


Αρα δέν του διδάσκω κατάλογο συμπεριφοράς. Αλλά προάγω τον έφηβο στην βίωση του Κέρδους που θα έχει (εδώ και-τώρα) απ’ αυτές τις Αξίες.


3. Θα υποστηρίξω όμως οτι οι συνέπειες αυτής της εκπαιδευτικής θέσης ως προς τις προς «διδασκαλίαν» Αξίες, δέν διαφέρουν απ’ τις συνέπειες μιας θεϊστικής ή μιας εξελικτικής Ηθικής. Μ’ άλλα λόγια, η μύηση στις πολλαπλές ηδονές της Φιλότητας (συναισθηματικές και πρακτικές), ευλόγως οδηγεί στην «επανανακάλυψη» των εμπειρικώς αποδεκτών Αξιών της αλληλεγγύης, της δικαιοσύνης, της ελευθερίας, των ανθρώπινων δικαιωμάτων, της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας.


Η μόνη διαφορά είναι οτι, έτσι, οι Αξίες «αναγορεύονται» – δέν υπαγορεύονται εξωγενώς στο παιδί (απ’ τον Θεό ή απ’ τον οιονεί φυσικό νόμο). Ετούτη δε η διαφορά παρουσιάζει πολύ σημαντικά διδακτικά πλεονεκτήματα: (i) Ο Μαθητής, ενωτίζεται μέν καταρχήν την ηθολογική εμπειρία των προηγουμένων γενεών, διερευνά όμως βιωματικώς τις ανάλογες δικές-του εμπειρίες, και γεύεται τελικώς ο ίδιος το γλυκό κρασί του Ηθους. Για όσους καταφέρουν να μυηθούν, αυτό το αποτέλεσμα (ατομικό και κοινωνικό) είναι τεράστιας σημασίας. (ii) Για όσους τυχόν δέν τα καταφέρουν να μυηθούν τελικώς στον Καλό Βίο, τί είχαμε τί χάσαμε; Ετσι κι αλλιώς, το τί πιστεύουν οι «μεγάλοι» το έχουν ήδη μεθοδικώς ακούσει – ακριβώς όπως και στην περίπτωση οπου οι ίδιες ατομικές Αξίες ακούγονται ως έτοιμες εντολές του Θεού, όπως συμβαίνει σήμερα. Αλλά σάμπως και τώρα, παρά το φόβητρον των μετα θάνατον ποινών, η ηθικότητά-μας δέν έχει πάρει τον κατήφορο;


Αντίθετα, ελπίζεται οτι η αναζήτηση των κερδών της φιλότητας, (συναισθηματικών και πρακτικών), «εδώ και τώρα», θα είναι ένα πειστικότερο – βιωματικό κι όχι υπαγορευτικό – κίνητρο ηθικότητας για τους νέους. Πολύ δε περισσότερο όπου η προτεινόμενη εκπαιδευτική λύση, προάγει σε ευρύτερη ηθικήν εγρήγορση και αυτενέργεια επίλυσης διλημμάτων (σε θέματα τεραστίως περιπλοκότερα απ’ τις ασπρόμαυρες επιλογές του μωσαϊκού δεκαλόγου).


Εχομε λοιπόν, όντως, κίνητρα σπουδαία να θέλομε να προσφέρομε αυτής της κατηγορίας την Παιδεία. (Πολύ περισσότερο, ίσως, κι’ απ’ τη Γραμματική ή την Τριγωνομετρία). Αλλα πώς…


4. Η συνήθης αντίληψή-μας περι παιδευτικής μεθόδου, περιορίζεται στην μετακένωση γνώσεων απ’ τον δάσκαλο προς τον μαθητή, μέσω οπτικοακουστικών παρουσιάσεων, ασκήσεων και εξετάσεων. Αλλ’ άν δέν πρόκειται περί «γνώσεων»; Οταν δηλαδή η φύση της διδακτέας ύλης δέν προσφέρεται για απομνημόνευση ή απλή κατανόηση; Οταν πρόκειται για την απόκτηση ικανοτήτων ή δεξιοτήτων; Τότε η εκπαιδευτική τεχνική προσφεύγει καταρχήν στην μέθοδο της μαθητείας: Ο εκπαιδευόμενος, συγχρωτιζόμενος επι μακρόν με εναν δάσκαλο, μιμούμενος τα έργα-του, εθίζεται στο αντικείμενο, και «αποκτά» σταδιακώς την ικανότητα να εκτελεί τον έργον μόνος του. Ιδού λοιπόν οι δύο σπουδαίες εκπαιδευτικές μέθοδοι: η μετακένωση γνώσεων κι η μαθητεία για τις δεξιότητες. Ομως, η Ηθοπαιδεία για την οποία γίνεται λόγος εδώ, δέν μπορεί δυστυχώς να ασκηθεί με τέτοιες μεθόδους μόνον:


Ο πυρήνας της λήψης των αποφάσεων, ο οποίος συνιστά την ιδιοτυπία των ηθοπολιτικών δράσεων, δέν είναι… περιγραφή φυσικών λειτουργιών, ούτε λογικός σωρείτης – δέν είναι γνώση ανακοινώσιμη, αλλ’ είναι βιωματική ανακάλυψη μιας ειδικής ευχαρίστησης που την γεύεσαι πάνω σε μια σχέση ζωντανή!


Αλλά κι ούτε ως μια δεξιοτεχνία εξ εθισμού μπορεί να χαρακτηρισθεί: Μπορούμε να φαντασθούμε μιαν επανειλημμένη προσφορά οβολού προς επαίτην, χωρίς ίχνος απο εκείνην τη μύχια ευχαρίστηση που η εμπειρία του φιλανθρωπισμού μπορεί να μας επιφυλάξει – ακόμη κι όταν δέν δίνουμε λεφτά, αλλα ενα χαμόγελο μόνον…


5. Αν είναι έτσι, τότε η «διδασκαλία της μπέσας» θα είναι μια πολύ δύσκολη δουλειά. Ναί. Γι’ αυτό και δεν πάει καλά μέχρι σήμερα, γι’ αυτό και μιλήσαμε για μιαν «επανάσταση» στα εκπαιδευτικά πράγματα. Και διότι «οι καιροί ου μενετοί» – είδατε τί άρχισε να γίνεται στη μεταπυρική Πελοπόννησο…


Ο κ. Θεοδόσης Π. Τάσιος είναι ομότιμος καθηγητής του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου.