Σαν σήμερα, στις 22 Ιουλίου 1943 ολοκληρώθηκε η Μάχη του Μακρυνόρους. Ηταν μία από τις σημαντικότερες επιχειρήσεις της περιόδου της Εθνικής Αντίστασης, η οποία όμως εξακολουθεί να παραμένει σχεδόν άγνωστη. Ο λόγος: η επιχείρηση δεν υπέκρυπτε καμία πολιτικοκομματική σκοπιμότητα και δεν υπήρξε κομματικός μηχανισμός που να αποβλέπει στην οικειοποίησή της. Παρά ταύτα, η σημασία της ήταν τεράστια. Και αυτό οφειλόταν σε τέσσερις λόγους: στη μακρά διάρκειά της, στον χρόνο διεξαγωγής της, στις άνισες δυνάμεις που συγκρούστηκαν και στο επιτυχές αποτέλεσμα.


Η Μάχη του Μακρυνόρους ήταν μία από τις βασικές παραμέτρους επιτυχίας της επιχείρησης «Ανιμαλς». Ετσι ονομαζόταν ο δεύτερος κύκλος συμμαχικών επιχειρήσεων που ετέθησαν σε εφαρμογή από τον Ιούνιο του 1943 στον ελλαδικό χώρο και εκτελέστηκαν από τις ελληνικές ομάδες ανταρτών. Είχε προηγηθεί η επιχείρηση «Χάρλινγκ», για την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου τον Νοέμβριο του ’41, και ακολούθησε η «Κιβωτός του Νώε», με στόχο την παρενόχληση της γερμανικής οπισθοχώρησης, τον Σεπτέμβριο του ’44.


Ηταν στην πραγματικότητα ένα σχέδιο αντιπερισπασμού των δυνάμεων του Αξονα ώστε να παραπλανηθούν οι Γερμανοί και να πιστέψουν ότι οι Σύμμαχοι σκόπευαν να αποβιβαστούν στην Ελλάδα έπειτα από τη νίκη στο μέτωπο της Βορείου Αφρικής. Σχέδιο απόβασης υπήρχε, δεν επρόκειτο όμως να πραγματοποιηθεί στην Ελλάδα αλλά στη Σικελία, όπως και εν τέλει συνέβη στις 10 Ιουλίου 1943.


* Η επιχείρηση «Ανιμαλς»


Η Μάχη του Μακρυνόρους αποδείχθηκε καθοριστική για την επιτυχία της επιχείρησης «Ανιμαλς». Τους λόγους εξήγησε ο Κρις Γουντχάουζ μιλώντας σε εκδήλωση της ΕΜΠΡΟΣ στην Αθήνα, στις 31 Οκτωβρίου 1984, με αφορμή την 40ή επέτειο της απελευθέρωσης: «(…) Η επιχείρηση «Ζώα» ήλθε σε πέρας. Υπήρξε απολύτως επιτυχής – πιο επιτυχής από τον Γοργοπόταμο, γιατί η χρονική εφαρμογή της ήταν πιο ακριβής. Εκ των υστέρων ξέρουμε ότι ήταν επιτυχής γιατί οι επιχειρησιακές οδηγίες του Χίτλερ που διασώθηκαν δείχνουν αποφασιστικά ότι ήταν πεπεισμένος πως η Ελλάδα ήταν ο συμμαχικός στόχος. Διέταξε να μεταφερθούν έξι μεραρχίες από το ρωσικό μέτωπο στα Βαλκάνια και έστειλε τον στρατηγό Ρόμελ να αναλάβει την ανώτατη διοίκηση στη Θεσσαλονίκη».


Στην ίδια ομιλία του ο εκ των επικεφαλής της βρετανικής στρατιωτικής αποστολής στην Ελλάδα είχε επισημάνει: «Σε μια μάχη (…) που κράτησε περισσότερο από μία εβδομάδα στη διάβαση του Μακρυνόρους γερμανικές και ιταλικές δυνάμεις που προσπαθούσαν να φθάσουν στην Αρτα από την Αμφιλοχία στην ουσία ακινητοποιήθηκαν από μια δύναμη 450 ανθρώπων υπό τον Στυλιανό Χούτα και υπέστησαν απώλειες σχεδόν χιλίων ανδρών. Στην περιοχή του ΕΔΕΣ πέντε συνολικά μεγάλες οδικές γέφυρες καταστράφηκαν και δύο εχθρικές μεραρχίες, μία γερμανική και μία ιταλική, από περίπου 7.000 άνδρες».


Από τη νύχτα της 7ης Ιουλίου 1943 τα αντάρτικα τμήματα υπό τον αρχηγό των ΕΟΕΑ-ΕΔΕΣ Βάλτου, γιατρό Στυλιανό Χούτα, έφθασαν στην περιοχή και αναπτύχθηκαν στα υψώματα του Μακρυνόρους. Αρχισαν να καταστρέφουν τηλεφωνικές και τηλεγραφικές γραμμές, ενώ τη νύχτα της 9ης Ιουλίου συνεργείο καταστροφών με επικεφαλής τον ταγματάρχη της βρετανικής αποστολής Θέμη (Μαρίνο) ανατίναξε όλες τις γέφυρες από το Μακρυνόρος ως την Αρτα.


* Η επίλεκτη μεραρχία


Αργά το βράδυ της 13ης Ιουλίου το στρατηγείο Βάλτου ενημερώθηκε ότι από τις 10 τη νύχτα μηχανοκίνητες ιταλικές φάλαγγες είχαν φθάσει στην Αμφιλοχία προερχόμενες από το Αγρίνιο. Επρόκειτο για την επίλεκτη ιταλική μεραρχία Brenero, η οποία δύο χρόνια νωρίτερα είχε εισέλθει στην Αθήνα, μετά την κατάρρευση του ελληνικού μετώπου. Προορισμός της ήταν πλέον η ενίσχυση του ιταλικού μετώπου, όπου από τις 10 Ιουλίου είχε πραγματοποιηθεί η συμμαχική απόβαση. Οι λοιπές αντάρτικες ομάδες ουδόλως ενόχλησαν την πορεία της Brenero από την Αττική προς τη Δυτική Ελλάδα, ενώ, όπως έγινε εκ των υστέρων γνωστό, η Brenero επρόκειτο κατά μήκος της πορείας της να παραλάβει και τη γερμανική μεραρχία Edelweiss.


Τα ξημερώματα της 14ης Ιουλίου 1943 περίπου στις 7.00 το πρωί η κεφαλή της φάλαγγας, αποτελούμενη από ομάδα μοτοσικλετιστών, είχε φθάσει λίγες εκατοντάδες μέτρα προτού αρχίσουν οι στενές στροφές του Μακρυνόρους. Το τέλος της φάλαγγας βρισκόταν οκτώ χιλιόμετρα πιο πίσω.


Στη θέση εκείνη είχε τοποθετηθεί η πρώτη νάρκη. «Οι μοτοσικλετιστές ανηφόριζαν προς την είσοδο της στενωπού. Λίγο ακόμη και θα πατούσαν την πρώτη νάρκη μας που είχε παραχωθεί εκεί» θυμάται στο βιβλίο του «Η Μάχη του Μακρυνόρους» ο Στυλιανός Χούτας – μετέπειτα βουλευτής και υπουργός της Ενώσεως Κέντρου – και προσθέτει: «Για να μη «χαραμισθεί» η νάρκη για τόσο λίγους Ιταλούς διέταξα να χτυπηθούν αμέσως. Με λίγες ριπές οπλοπολυβόλου οι μοτοσικλετιστές αυτοί θερίστηκαν. Αυτό αποτέλεσε το έναυσμα της μάχης».


* Το ανακοινωθέν του Ζέρβα


Τις επόμενες τέσσερις ημέρες η μάχη συνεχιζόταν με μικρές διακοπές. Στις 18 Ιουλίου ο Ναπολέων Ζέρβας εξέδωσε ανακοινωθέν βάσει πληροφοριών που συγκέντρωνε στο αρχηγείο του, στο Βουλγαρέλι Τζουμέρκων:


«Ελευθέρα Ορεινή Ελλάς


Εθνικαί Ομάδες Ελλήνων Ανταρτών


Γενικόν Αρχηγείον – Γραφ. ΙΙΙ


ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝ


Την 14ην Ιουλίου εχθρική μηχανοκίνητος φάλαγξ εξ 680 αυτοκινήτων μεταφέρουσα δύναμιν μιας μεραρχίας και προστατευομένη υπό 4 τανκς και ισχυράς πλαγιοφυλακής πεζών επιχείρησε να διέλθη εξ Αμφιλοχίας προς Αρταν, διά της οδού Μακρυνόρους, κατερχομένης παρ’ ημετέρων τμημάτων εις μεγάλην έκταση. Η πρώτη επίθεσις του εχθρού συνετρίβη, ανατιναχθέντος ενός τανκ και καταστρεφομένων 4 φορτηγών πλήρων στρατού και πυρομαχικών. Αι πλαγιοφυλακαί, υποστάσαι σοβαράς απωλείας, ήρχισαν συμπτυσσόμεναι και η όλη εχθρική δύναμις καθηλώθη παρά την θέσιν Ανοιξιάτικο, προ των γραμμών αντιστάσεώς μας. Αι επιθέσεις μας κατ’ αυτής εξηκολούθησαν έκτοτε μέχρι της 16ης Ιουλίου, οπότε ο εχθρός επετέθη διά νέων ισχυρών πλαγιοφυλακών και τανκς, κατόπιν σφοδράς βολής πυροβολικού. Ολαι αι απόπειραι του εχθρού να καταλάβει τα ανατολικά της οδού υψώματα απέτυχον με σοβαράς δι’ αυτόν απωλείας. Τέσσαρα αυτοκίνητα κατεστράφησαν, έτερον ανετινάχθη. Ο εχθρός έμεινε καθηλωμένος εις την θέσιν αυτήν επί δύο ημέρας, υφιστάμενος μεγάλας φθοράς εις άνδρας και υλικόν.


Την 16ην Ιουλίου, προστατευόμενος υπό αεροπλάνων και πυροβολικού και συλλαβών ομήρους εκ των πέριξ χωρίων, ους ετοποθέτησε προ των δυσχερώς κινουμένων φαλάγγων του, ήρχισε να προωθήται προς Αρταν, βαλλόμενος εκ των πλαγίων υπό των ανταρτών μας. Αι επιθέσεις μας εξηκολούθησαν μέχρι των προθύρων της Αρτης, εντός της οποίας κατώρθωσεν εν τέλει να εισέλθει μετά τριήμερον μάχην, καθ’ ην υπέστη ο εχθρός τεραστίας ζημίας. Δύο τανκς κατεστράφησαν πεσόντα εις παγίδας μας, 9 μεγάλα αυτοκίνητα πλήρη στρατευμάτων και πολεμικού υλικού, και έσχεν υπέρ τους 100 νεκρούς και τραυματίας εκ των δυνάμεων των πλαγιοφυλακών του εχθρού. Εν πυροβόλον των 47/32, πολλαί οβίδες, οπλοπολυβόλα, άφθονος ιματισμός περιήλθον εις χείρας μας. Η περισυλλογή των λαφύρων συνεχίζεται. Ημέτεραι απώλειαι, είς νεκρός και πέντε τραυματίαι. Απαντες οι Ελληνες όμηροι απηλευθερώθησαν.»


* Η γενική επίθεση


Την επομένη ξεκινά η νέα φάση της μάχης, με γενική επίθεση των ιταλικών δυνάμεων προς τις θέσεις των ελλήνων ανταρτών. Ολες οι επιθέσεις αποκρούονται και οι ιταλογερμανικές δυνάμεις καθηλώνονται στα στενά.


Το απόγευμα της 21ης Ιουλίου στα χέρια του Στυλιανού Χούτα φθάνει σήμα υπογεγραμμένο από τον ταγματάρχη Σκουίμπ της βρετανικής αποστολής, το οποίο αναφέρει μεταξύ των άλλων: «Επειδή ο αντικειμενικός σκοπός των επιχειρήσεων επετεύχθη από τη στιγμή της εισβολής εις Σικελίαν, παρακαλώ να παύσετε τας επιχειρήσεις και να αποχωρήσετε διά τας βάσεις σας. Η παρούσα ελήφθη από το Γενικόν Στρατηγείον της Μέσης Ανατολής διά μέσου του κ. Θέμη».


Στη συνέχεια κοινοποιείται η διαταγή του αρχιστρατήγου των Συμμαχικών Δυνάμεων Μέσης Ανατολής, στρατηγού Γουίλσον, με την οποία ορίζεται το πέρας των επιχειρήσεων, ενώ ο ταξίαρχος Εντι Μάγερς γράφει στον Στυλιανό Χούτα στις 22 Ιουλίου 1943:


«1. Μετά μεγάλης χαράς και θαυμασμού παρηκολούθησα τας επιχειρήσεις αίτινες τόσον ηρωικώς διεξήχθησαν παρά των ημετέρων ενόπλων τμημάτων κατά το διάστημα της περιόδου των «Ζώων» και μέχρι σήμερον.


2. Δεχθήτε, σας παρακαλώ, την πλήρη ικανοποίησίν μου, καθώς και την έκφρασιν των συγχαρητηρίων μου, τόσον προς υμάς όσο και προς τους Αξιωματικούς και Στρατιώτας σας.»


Οταν έληξε η μάχη στις 22 Ιουλίου 1943, η απόβαση στη Σικελία είχε ολοκληρωθεί επιτυχώς και είχε καταφέρει το πρώτο μεγάλο ρήγμα των δυνάμεων του Αξονα στην Ευρώπη. Το φασιστικό καθεστώς στην Ιταλία έχει ανατραπεί και λίγες ημέρες αργότερα, στις 25 Ιουλίου, ο Μουσολίνι συνελήφθη.