Ομόνος άνθρωπος, πέρα από το γονιό, που κουβαλάει ο καθένας μέσα του, όπου κι αν πάει, όσο μακριά κι αν φτάσει, ο μόνος άνθρωπος που σημαδεύει τη ζωή των ανθρώπων, εκείνος που λατρεύεται όχι ως εικόνισμα αλλά ως ανθρώπινη ουσία, ξεχωριστά και ατομικά από χιλιάδες άλλους που τον έχουν καταστήσει μέρος αναπόσπαστο της προσωπικότητάς τους, είναι ο δάσκαλος. Εννοώ, βεβαίως, το δάσκαλο της εφηβικής ηλικίας, των γυμνασιακών χρόνων. Της ηλικίας που είναι διαθέσιμη για ήρωες. Και όχι κάθε δάσκαλο, αλλά τους λίγους, τους ξεχωριστούς, εκείνους με το χάρισμα να δίνουν σχήμα στο χάος, νόημα στα συναισθήματα, αιτιότητα στους πόθους.


Τέτοια δασκάλα υπήρξε, και είναι μέχρι σήμερα, η φιλόλογος Κυρία Αλεξάνδρα Ζώτου, Καθηγήτρια της Γερμανικής Σχολής Θεσσαλονίκης από το 1959 ως το 1980, την οποία πρόσφατα τίμησαν μαθητές και μαθήτριές της από όλα τα χρόνια της θητείας της στο ξεχωριστό αυτό σχολείο. Ποιος θα φανταζόταν ότι για να ακούσουν, να μιλήσουν για κείνην και προπάντων να ξαναδούν τη δασκάλα τους άνθρωποι που τέλειωσαν το σχολείο από σαράντα ως είκοσι χρόνια πριν, θα ταξίδευαν από όλα τα μέρη της Ελλάδας και της Ευρώπης, κάπου εκατόν πενήντα άτομα. Ποιος θα περίμενε ότι οι άνθρωποι αυτοί θα ξεσηκώνονταν σαν αυτόματα για να τιμήσουν μια γυναίκα που στο κάτω της γραφής έχει συνταξιοδοτηθεί εδώ και δεκαετίες.


Δεν υπήρξα μαθητής της, αλλά παρακολούθησα τη γιορτή και κατάλαβα το γιατί. Το άκουσα στο Εγκώμιο που της δαψίλευσε εκ μέρους της Σχολής ο σημερινός Διευθυντής, στην αισθαντική φωνή του Ακύλα Καραζήση που διάβασε το αγαπημένο της απόσπασμα από το Ζ της Ιλιάδας, με τη Λόλα Τότσιου στο πιάνο, στις σύντομες, τρίλεπτες, αναφορές των μαθητών της κατά χρονιά αποφοίτησης. Αντιγράφω μια από μαθήτρια του ’65 και νομίζω πως καταλαβαίνω γιατί η Αλεξάνδρα Ζώτου σημάδεψε τις ζωές τόσων ανθρώπων.


1959. Πρώτη Γυμνασίου. Αρχαία Ελληνικά. Κυρία Ζώτου. Ζούκης «Πιστεύω τω φίλω. Πιστόν φίλον εν κινδύνοις γιγνώσκεις». Είναι αυστηρή. Είναι αυστηρή σαν δωρικός κίονας.


Κοιτάζει με κείνα τα μάτια της, τα λαμπερά και εξεταστικά, και σε διαπερνά πέρα ως πέρα. Βλέπει μέσα ως μέσα. Τη φοβάμαι.


Δευτέρα Γυμνασίου, Ιστορία. Ξανά Τετάρτη Γυμνασίου. Αρχαία ελληνικά, Ομηρος, Ιλιάδα. Αυτή η δασκάλα ξέρει να λέει πράγματα που μπορούν να γίνουν μπούσουλας για μια ζωή. Αλλά και να ξεκλειδώσουν το παμπάλαιο κείμενο, να το φωτίσουν, να το αναδείξουν απολαυστικό και, κατά κάποιον τρόπο, σημερινό.


Πέμπτη Γυμνασίου, Κρίτωνας και Απολογία. Ο Σωκράτης, είρων και παιχνιδιάρης, αλλά σοφός και συμπαγής σα βράχος κάτω από την παιγνιώδη επιφάνεια. Είναι ο αγαπημένος της φιλόσοφος. Γίνεται και ο δικός μου. Τη φοβάμαι λιγότερο, αλλά τη σέβομαι και θα ήθελα να της αρέσω.


Εκτη τάξη, Νέα Ελληνικά. Κάλβος, Καβάφης, Σολωμός, Πόρφυρας, Ελεύθεροι Πολιορκημένοι, Κρητικός. Η ποίηση δοσμένη με τη μοναδική φωνή της λάμπει σαν την αστροφώτιστη νύχτα του Πόρφυρα, φωτίζεται σαν από το αστροπελέκι του Κρητικού. Τώρα τη φοβάμαι ακόμα λιγότερο. Τη θαυμάζω.


Αυτή, έξω από κείμενα και μαθήματα. Ορθια, με ψηλά το μέτωπο. Μότο της η αξιοπρέπεια. Γίνεται η συνείδησή μου. «Τι θα σκεφτόταν γι’ αυτό η Κυρία Ζώτου;», «Πώς θα αντιδρούσε σε μια τέτοια περίπτωση η Κυρία Ζώτου;», «Δεν θα το κάνω αυτό – δεν θα άρεσε στην Κυρία Ζώτου».


Τελειώνοντας το σχολείο εξακολουθώ να τη βλέπω σποραδικά, κατά τύχην, δεν είμαι από τις αγαπημένες της, είμαι όμως γειτόνισσά της. Μαθαίνω γι’ αυτήν, για τη στάση της στα χρόνια της Χούντας, στάση εντελώς σύμμετρη με τα λόγια της, κάτι πολύ σπάνιο, αλήθεια. Δεν τη φοβάμαι πια, γιατί άλλωστε; – μόνο την καμαρώνω και τη θαυμάζω. Και την αγαπώ. Για όλα όσα μου έδωσε.


Ο κ. Αντώνης Κωτίδης είναι καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.