Η χρήση της ιστορίας μπορεί να συμβάλει στην πρόοδο και στην ειρηνική συνύπαρξη της ανθρωπότητας, καθώς και στη χειραφέτηση του ανθρώπου και των κοινωνικών τάξεων, γιατί περικλείει όλη τη γνώση, την ιστορική εμπειρία και τη μνήμη του παρελθόντος. Το πέρασμα από τη σκλαβιά στην ελευθερία, από την εκμετάλλευση, την αδικία και την υποταγή στην κοινωνική δικαιοσύνη και τη δημοκρατία δείχνει ότι η συμμετοχική δράση των ανθρώπων συνέβαλε και μπορεί να συμβάλει στην ιστορική εξέλιξη και πρόοδο.


Συχνά όμως, εξαιτίας ιστορικών συνθηκών (λόγοι οικονομικοί, ιστορικοί, κοινωνικοί) τα κράτη περνούν από την «εθνική ιστορία» στην «εθνικιστική», η οποία αποτελεί εργαλείο προπαγάνδας για την ενίσχυση της εξουσίας. Ενώ η «εθνική ιστορία» αναδεικνύει ενοποιητικά στοιχεία και πατριωτικές αξίες για να εξηγήσει την ύπαρξή της, η «εθνικιστική ιστορία» ορίζεται πάντα σε σχέση με κάποιον εξωτερικό εχθρό υπερτονίζοντας τις επικές και μυθικές πλευρές της καθώς και τα «εθνικά» χαρακτηριστικά. Εξυμνεί την ομοιογενοποίηση, τονίζει τις διαφορές με τις γειτονικές χώρες, υποβιβάζει τις διαφορές και τις ετερογένειες μέσα στη χώρα, αποσιωπά τις ομοιότητες, τις εξωτερικές επιρροές, τις επιμειξίες, καθώς και τις τοπικές ιστορίες και τις ιστορίες των μειονοτήτων. Παράλληλα, με την αποσιώπηση και την παραποίηση των γεγονότων, η επίσημη ιστοριογραφία επιβάλλει «επινοημένες παραδόσεις» οι οποίες μάλιστα μπορεί να έχουν νομιμοποιηθεί και θεσπιστεί μόλις τα τελευταία χρόνια. Συχνά οι παραδόσεις αυτές παίζουν ρόλο πιο σημαντικό από την ιστορική πραγματικότητα γιατί εξυπηρετούν μια σύγχρονη πραγματικότητα ή ένα σχέδιο για το μέλλον.


Τα σχολικά εγχειρίδια, ως μέσον διάδοσης της επίσημης ιστοριογραφίας, είναι λογικό να αποτελούν κι αυτά ευνοϊκό χώρο παρέμβασης της πολιτικής εξουσίας. Η δημιουργία των εθνικών κρατών και η ανάγκη μιας ενιαίας, λαϊκής εκπαίδευσης είχαν ως αποτέλεσμα τα σχολικά εγχειρίδια να εκδίδονται «σύμφωνα με πολιτικές επιλογές, ιδεολογικές αξίες και γλώσσα την οποία η εξουσία επιδίωκε να προωθήσει». Κατά συνέπεια, «τα σχολικά εγχειρίδια δεν είναι μόνο ένα παιδαγωγικό εργαλείο: αποτελούν επίσης και δημιουργήματα κοινωνικών-εθνικών ομάδων οι οποίες μέσω αυτών επιδιώκουν να διαιωνίσουν την ταυτότητά τους, τις αξίες τους, τις παραδόσεις τους και τον πολιτισμό τους». Οσον αφορά τα εγχειρίδια της ιστορίας, αυτά αποκτούν μιαν ιδιαίτερη βαρύτητα γιατί «η εικόνα που έχουμε για τους άλλους λαούς ή και για μας τους ίδιους είναι αυτή που μας έχουν διηγηθεί όταν ήμαστε παιδιά». Εσφαλμένες αξιολογήσεις ιστορικών γεγονότων, απόκρυψη της ενδεχόμενης ειρηνικής συνύπαρξης των λαών ή του ρόλου της γυναίκας, ενσυνείδητες αποσιωπήσεις συμβάλλουν στη δημιουργία προκαταλήψεων και παρανοήσεων. Κατά συνέπεια το περιεχόμενό τους έχει ένα συνεχές πολιτικό και παιδαγωγικό ενδιαφέρον, γιατί συντελεί στη δημιουργία εθνικών και κοινωνικών μοντέλων και στην εμπέδωση κλίματος ειρηνικής συνύπαρξης ή εχθρότητας απέναντι σε άλλες χώρες.


Τελικά, στο ερώτημα «ποια ιστορία πρέπει να διδαχτεί στο σχολείο», η απάντηση δεν μπορεί παρά να είναι «ποιον κόσμο θέλουμε», και άρα βαθύτατα… πολιτική.


Ο κ. Ηλίας Μαδεμλής είναι εκπαιδευτικός.